ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Μια ρεβυθιά στο Ηράκλειο - Λέιντεν - Λισσαβώνα - Αθήνα - πάλι Ηράκλειο - Γιάννενα


15/11/10

Straat

Φωτογραφία Μ.Β. (aka Maristra), Ουτρέχτη, Οκτώβριος 2010.

Δε μπορώ να ισχυριστώ ότι αναγνωρίζω φάτσες στο δρόμο, αν και κοντεύω να κλείσω επτάμηνο στο Λέιντεν. Αυτόν όμως τον αναγνωρίζω, γιατί ως πρόσωπο είναι εξαιρετικά οικείος. Δεν είμαι βέβαιος αν είναι Ολλανδός, μοιάζει περισσότερο μεσογειακός ή μεσανατολίτης. Βέβαια μιλάει αβίαστα ολλανδικά με αυτούς που περνάνε δίπλα του μπαινοβγαίνοντας στο σουπερμάρκετ. Έχει το πόστο του δίπλα ακριβώς στην είσοδο, δεν ενοχλεί κανέναν, απλώς κρατάει στο χέρι μερικά αντίτυπα ενός περιοδικού. Κάποιοι σταματάνε και αγοράζουν, οι πιο πολλοί - οι συντριπτικά πιο πολλοί - περνάνε χωρίς να σταθούν, φορτωμένοι με τα ψώνια της ημέρας.

Ο τίτλος του περιοδικού είναι Straat ή κάπως έτσι, νομίζω σημαίνει "Δρόμος" και έχω την εντύπωση ότι είναι μια τοπική εκδοχή του Big Issue, ενός περιοδικού που πριν μερικά χρόνια είχε κάνει μια ορισμένη αίσθηση χάρη το γεγονός ότι πωλείτο (ή διανεμόταν αν θέλετε) αποκλειστικά από αστέγους. Κάποιοι εξασφάλιζαν τα υποτυπώδη προς το ζην με αυτό τον τρόπο - ένα σκαλί παραπάνω από την απλή ελεημοσύνη. Θυμάμαι έναν κλώνο που είχε κυκλοφορήσει στην Ελλάδα και λεγόταν, νομίζω, "Δρομολόγια", ίσως έχουν περάσει πάνω από δέκα χρόνια από εκείνη την εποχή. Κάπου είχα φυλάξει κάποια τεύχη που πιθανώς ανακυκλώθηκαν εν τέλει σε κάποια από τις μετακομίσεις μου. Από ό,τι θυμάμαι το περιεχόμενο των άρθρων δεν έλεγε και σπουδαία πράγματα, αλλά δεν είχε και τόση σημασία. Άλλωστε άπειρες ασημαντότητες κυκλοφορούν τυπωμένες, αυτό τουλάχιστον έπιανε και τόπο.

Την εποχή εκείνη οι άστεγοι ήταν στην Αθήνα μάλλον λίγοι, σε σχέση με αυτό που συμβαίνει σήμερα (από ό,τι μου λένε οι φίλοι μου, καθώς δεν ζω εκεί τα τελευταία χρόνια). Στην Ολλανδία που είναι απείρως πιο πυκνοκατοικημένη από την Ελλάδα φαντάζομαι θα υπάρχει πολύ μεγαλύτερο πρόβλημα στέγης, φαίνεται όμως πως ίσως υπάρχει μικρότερο πρόβλημα κοινωνικού αποκλεισμού. Εκτός από μερικά εμφανή πρεζόνια δεν μου έχουν ζητήσει ποτέ λεφτά στο δρόμο, από την άλλη όμως δεν ζω και σε μεγάλη πόλη, οπότε δεν μπορώ να είμαι σίγουρος.

Ο άνθρωπος απέναντί μου όμως δεν ζητάει λεφτά από κανέναν. Απλώς στέκεται εκεί, όλες τις ώρες που είναι ανοιχτό το σουπερμάρκετ, με τα περιοδικά στο χέρι. Πού και πού ανταλλάσσει καμμιά κουβέντα με κανέναν. Πρέπει να είναι άνω των σαράντα, με κάπως κουρασμένη φάτσα, στην οποία όμως φυτρώνει ένα συμπαθητικό χαμόγελο. Δεν είναι ούτε ρακένδυτος ούτε απεριποίητος. Αφήνει τα περιοδικά δίπλα του και βγαίνει για λίγο στο δρόμο, παρά τη συνηθισμένη ολλανδική βροχή, για να ανάψει ένα τσιγάρο.

Η κυρία που σπρώχνει το καροτσάκι μπροστά μου, εικάζω ότι είναι ασιατικής καταγωγής. Το λέω χωρίς να βλέπω το πρόσωπό της, επειδή τα ψώνια της είναι κυρίως πράγματα που ταιριάζουν σε ασιατική κουζίνα, νουντλς και γαρίδες, σάλτσα σόγιας και ανανάς. Της ρίχνω μια ματιά καθώς κοντοστέκεται μπροστά μου στην ουρά για το ταμείο: έχω κάνει λάθος, είναι τυπικά ευρωπαϊκή φάτσα, με χαρακτηριστικά πράσινα μάτια και ασορτί ρυτίδες. Παραδόξως μικροκαμωμένη και σκυφτή για τα ολλανδικά δεδομένα, πρέπει να είναι άνω των εβδομήντα. Της παίρνει λίγη ώρα να μοιράσει τα ψώνια της στις τσάντες που κουβαλάει (εδώ είθισται τα ψώνια να τα παίρνεις σε επαναχρησιμοποιούμενες τσάντες που φέρνεις από το σπίτι) και στο μεταξύ έχω περάσει κι εγώ από το ταμείο. Κατευθυνόμαστε ταυτόχρονα προς την έξοδο, η βροχή έχει δυναμώσει κάπως και αφήνω τα ψώνια για να κουμπώσω το αδιάβροχο και να εντοπίσω την ομπρέλα μου.

Στο μεταξύ η κυρία πλησιάζει τα αφημένα περιοδικά, και σηκώνει ένα. Το ξεφυλλίζει με κάποιο ενδιαφέρον, κι ύστερα κοιτάζει δεξιά κι αριστερά, μέχρι που εντοπίζει τον πωλητή στην πόρτα και του κάνει ένα νεύμα. Ο άνθρωπος πλησιάζει χαμογελαστός, προς έκπληξή μου μιλάνε στα αγγλικά, καθώς η κυρία φαίνεται ότι δεν είναι Ολλανδέζα τελικά. Τον ρωτάει πόσο κάνει το τεύχος (αν και η τιμή είναι γραμμένη με μεγάλα γράμματα στο εξώφυλλο). Της λέει "ενάμιση ευρώ" και εκείνη βγάζει ένα νόμισμα των δύο ευρώ και του το δίνει. Ο άνθρωπος πάει να της δώσει τα ρέστα μαζί με το περιοδικό, κι εκείνη του λέει (λίγο σα να ζητάει συγγνώμη) ότι δεν μιλάει ολλανδικά. Αφήνει λοιπόν το περιοδικό, που δεν της είναι χρήσιμο, μαζί και τα ρέστα, και βγαίνει στη βροχή.

Βγαίνω πίσω της και στεκόμαστε δίπλα δίπλα στη διάβαση περιμένοντας να περάσουν τα ποδήλατα (που έχουν προτεραιότητα εδώ). Ύστερα σαν κάτι να θυμάμαι γυρίζω πίσω προς το σουπερμάρκετ. Ο άστεγος είναι στο πόστο του, του δίνω ενάμιση ευρώ και κάνω ότι ξεφυλλίζω το περιοδικό. "Δεν ξέρω Ολλανδικά", λέω στο τέλος και κάνω να του το επιστρέψω, "όπως η κυρία". Ο τύπος βάζει τα γέλια. "Η κυρία είναι Ολλανδέζα", μου λέει, "περνάει σχεδόν κάθε μέρα και παίρνει από ένα, αλλά μια και έχω το ίδιο τεύχος τις πιο πολλές φορές, βρίσκει άλλη δικαιολογία κάθε μέρα για να μου το δώσει πίσω". Κουνάω το κεφάλι "Εγώ πάντως δεν ξέρω ολλανδικά", επιμένω, και του το δίνω πίσω. "Ευχαριστώ", λέει, και από τον τόνο της φωνής του διαισθάνομαι ότι το εννοεί.

Ξαναβγαίνω στο δρόμο. Η βροχή έχει δυναμώσει, βλέπω τις στάλες να αυλακώνουν το νερό στο κανάλι κι αναρωτιέμαι πώς να μπορεί κανείς να ζήσει όντας άστεγος σε μια χώρα που βρέχει τρακόσιες μέρες το χρόνο. Το μάτι μου πιάνει την κυρία στην απέναντι όχθη του καναλιού καθώς μεταφέρει τα ασιατικά ψώνια της. Βαδίζει αργά αλλά σταθερά, μικροκαμωμένη και σκυφτή, με τις σακούλες που τη βαραίνουν.

Ένα ποδήλατο προσπερνάει κουδουνίζοντας. Βραδιάζει.

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Τρεις μοναχικοί άνθρωποι με αξιοπρέπεια μια βροχερή μέρα... ή καλύτερα: Τρεις αξιοπρεπείς άνθρωποι μια μοναχική μέρα με βροχή...
Α, όχι, δε μ΄αρέσει. Το βρήκα: Η αξιοπρέπεια και η μοναξιά φέρνουν τον ήλιο στο Λέιντεν. Πώς σου φαίνεται;
Δρ

Β. είπε...

Ήλιο; Ποιον ήλιο; Και η αξιοπρέπεια πώς τεκμαίρεται ακριβώς; Μην πω για τη μοναξιά τίποτα...

Το Λέιντεν πάντως εδώ είναι... (εντάξει, έβγαλε και πέντε λεπτά ήλιο προχτές - μετά έπεσε ομίχλη).

Ευχαριστώ παντως...

Ανώνυμος είπε...

Α, η αξιοπρέπεια τεκμαίρεται ακριβώς από το γεγονός ότι ο άστεγος (στην Αθήνα, ξέρεις είναι ιδιαίτερα ενοχλητικοί μερικές φορές) έχει ανέβει ένα σκαλί από την απλή ελεημοσύνη, ότι παρόλα αυτά έχει διατηρήσει ένα συμπαθητικό χαμόγελο και ότι κυρίως λέει ευχαριστώ και το εννοεί. Επίσης από τη στάση της γυναίκας που αφήνει κάθε μέρα δύο ευρώ αλλά και από σένα που γύρισες πίσω και γενικά που ασχολείσαι τόσο διακριτικά με τις ανθρώπινες συμπεριφορές.
Τη μοναξιά απλώς την αισθάνθηκα. Τον ήλιο αλήθεια δεν τον είδα πουθενά αλλά ήθελα απλά να σου πω να "δεις τη φωτεινή πλευρά της ζωής".
Καλή σου νύχτα.
Εύχομαι αύριο να 'ναι μια ηλιόλουστη μέρα για όλους.
Δρ