Η Μανταλένα μου τηλεφώνησε Παρασκευή πρωί. "Πάμε κάμπιγκ Αγιοφάραγγο, έρχεσαι;". Δεδομένης της αποχής από τις ιστιοπλοϊκές δραστηριότητες τώρα που τέλειωσε η εκπαίδευση, τα Σαββατοκύριακα μοιάζουν λιγάκι άδεια. Είπα πως θα ερχόμουν το Σάββατο, μπας και προλάβω να τελειώσω κάποιες δουλειές την Παρασκευή. Δεν τις πρόλαβα, φυσικά, ωστόσο το βράδι μου έστειλε SMS που έλεγε "Είναι καταπληκτικά, ελάτε οπωσδήποτε". Ρώτησα τους πέριξ για το πώς θα πάω - μου εξήγησαν με εντυπωσιακές λεπτομέρειες. Δεδομένης της εκπληκτικής (χμ...) φυσικής μου κατάστασης και της γενικής καχυποψίας μου για δραστηριότητες τύπου trekking έχω μια σοβαρή επιφύλαξη όταν ακούω φαράγγι, αλλά με διαβεβαίωσαν ότι περπατιέται άνετα σε 15-20 λεπτά. Και ότι αξίζει τον κόπο. Πείστηκα.
Το Σάββατο ξύπνησα μεσημέρι. Δεν έχει να κάνει με την ώρα που κοιμάμαι - πάντα ξυπνάω μεσημέρι μόλις μπει Ιούλιος. Ο οργανισμός μου, μου υπενθυμίζει ότι είναι καλοκαίρι και πρέπει να κάνω διακοπές. Ακόμα και αν με κάποιο μαγικό τρόπο σηκωθώ πρωί, ανακτώ κάποιο στοιχειώδη έλεγχο σώματος και πνεύματος κατά τις δύο η ώρα. Ικαριακά πράγματα. Έφτιαξα ένα γερό πρωϊνό και ρούφηξα κι ένα φραπέ. Κάποια στιγμή ξεκίνησα για το Αγιοφάραγγο - ήταν περίπου τρεις η ώρα και έξω είχε τριαντακάμποσους βαθμούς. Έβαλα Δεύτερο Πρόγραμμα στο ραδιόφωνο, αλλά κάπου στην Αγία Βαρβάρα εκφυλίστηκε σε ένα μάτσο παράσιτα. Το γύρισα σε κάποιο τοπικό σταθμό που έπαιζε μαντινάδες. Προσπαθούσα να μαντέψω το δεύτερο στίχο από τα λόγια του πρώτου, όχι με πολύ μεγάλη επιτυχία. Καμιά φορά, έπεφτα μέσα.
Μαντινάδα στη μαντινάδα έφτασα στη Μονή Οδηγήτριας όπου τελείωνε η άσφαλτος. Το ράδιο σίγησε από μόνο του, ελλείψει σήματος, το ίδιο και το κινητό μου. Μπήκα στο χωματόδρομο ατάραχος με το αυτοκινητάκι πόλης που οδηγώ. Σκέφτηκα ότι έχω οδηγήσει σε πολύ χειρότερους δρόμους στην Ικαρία, οπότε κατηφόριζα σφυρίζοντας. Πέρασα ένα μικρό πλάτωμα και μετά μου κόπηκε το σφύριγμα, διότι ΟΥΤΕ στην Ικαρία δεν έχω οδηγήσει σε χειρότερο δρόμο. Όχι ότι δεν υπάρχει, αλλά δεν είχε τύχει ως τότε - επρόκειτο περί εμπειρίας αξιομνημόνευτης. Κυρίως όταν διαταυρώθηκα με άλλο αυτοκινητάκι, εξίσου πόλης, που ανηφόριζε. Ήμουν ο τυχερός που οδηγούσε "από μέσα", η κοπελίτσα του άλλου αμαξιού ήταν η ατυχής "απέξω". Εκμεταλλεύτηκα την τύχη μου, κόλλησα δεξιά και μάζεψα καθρέφτες. Η κοπέλα πέρασε στον πόντο, αναρωτήθηκα τι θα γινόταν αν είχα πέσει σε κανένα SUV. Συνειδητοποίησα ότι γενικά ήμουν πολύ τυχερός εκείνη την ημέρα - είχα βρεθεί σε τέσσερις πέντε διασταυρώσεις που δεν ήμουν σίγουρος πού πήγαινα, ωστόσο είχα πάρει το σωστό δρόμο πάντα. Έφτασα σε ένα άλλο πλάτωμα όπου δεκάδες αυτοκινητάκια πόλης ήταν παρκαρισμένα εδώ κι εκεί. Κι ένα δυό τζιπάκια. Κάποιοι έβγαιναν - "μπες εδώ", μου είπαν. Ήμουν στ' αλήθεια πολύ τυχερός.
Πήρα το τσαντάκι μου (μαγιώ, πετσέτα, αντηλιακό, φωτογραφική μηχανή, καπελάκι, νερό) και χώθηκα στην είσοδο του φαραγγιού. Είχα αποφασίσει από νωρίς να μη μείνω το βράδι διότι την άλλη μέρα θα ερχόταν για λίγο στο Ηράκλειο η αδελφή μου, και ήθελα να τη δω. Περπατούσα στην κοίτη και χάζευα τις σπηλιές στα πλάγια. Παλιά ζούσαν εδώ ασκητές (εξ' ου και Αγιοφάραγγο). Ο καθένας ζούσε στη σπηλιά του και δεν επικοινωνούσε με τους άλλους. Μια φορά το χρόνο μαζευόντουσαν (το Πάσχα, νομίζω) σε μια μεγάλη σπηλιά που είχε από μια πέτρα-στασίδι για τον καθένα τους. Αν η πέτρα έμενε άδεια, οι άλλοι ήξεραν ότι αυτός ο ασκητής είχε πια πεθάνει.
Σήμερα είναι λιγότερο ασκητικά τα πράγματα. Ένα γκρουπ περιπατητών εμφανίστηκε από απέναντι, μετά κάτι ζευγαράκια. Κόσμος πήγαινε κι ερχόταν. Σταμάτησα για να βγάλω φωτογραφία τα κατσίκια που καθόντουσαν αμέριμνα στο βράχο - βλέπετε τη φωτογραφία στην κορυφή. Άλλα κατσίκια περιδιάβαιναν εδώ κι εκεί. Γνώριμο συναπάντημα. Βρήκα κάτι μακριά σχοινιά που κρεμόντουσαν από τους βράχους. Τα κατσίκια δεν τα χρειάζονται, βέβαια. Έφτασα στο εκκλησάκι του Αγίου Αντωνίου (ο οποίος ήταν από τους πρώτους ασκητές). Δίπλα είχε ένα πηγάδι που έγραφε "πόσιμο νερό". Παραδίπλα διάφορες σκηνές. Δεν ήταν οι δικοί μου. Κοίταξα το κινητό - δεν είχε καθόλου σήμα. Έφτασα στην θάλασσα ακριβώς σε είκοσι λεπτά, όπως μου είχαν πει. Υπήρχε κάμποσος κόσμος, κάποιοι σε σκηνές, κάποιοι στην παραλία, κάποιοι με σκάφη.
Γύρισα όλη την παραλία πάνω κάτω δυό φορές. Πουθενά οι δικοί μου. Σκέφτηκα ότι θα έπρεπε να γυρίσω στο φαράγγι να κοιτάξω τις άλλες σκηνές, σκέφτηκα ότι θα είχαν πάει για ψαροτούφεκο ή για φαγητό αλλού. Κάποια στιγμή είδα μια κοπελίτσα που έγραφε ένα SMS - αναρωτήθηκα αν υπάρχει σήμα σε κάποιο σημείο. Υπήρχε - σε μια έκταση πλάτους περίπου τριών μέτρων, ακριβώς στη μέση της παραλίας. Άρχισα τα τηλέφωνα - όλοι ήταν εκτός δικτύου. Κάποια στιγμή πέτυχα τη Μανταλένα - στο τρίτο χτύπημα το σήκωσε. Ανακουφίστηκα.
- Έλα ρε, πού είσαι, σε περιμένουμε.
- Αγιοφάραγγο.
- Αγιοφάραγγο; Τι κάνεις εκεί πέρα; Αγιοφάραγγο σου είπα;
- Ναι, πού είσαστε;
- Στο Λέντα. Κάπου κοντά στο Λέντα, δεν ξέρω ακριβώς.
Το σήμα χάθηκε όπως είχε έρθει. Αισθάνθηκα για πολλοστή φορά ελαφρώς λοξός ως προς το υπόλοιπο σύμπαν. Για πολλοστή φορά, αποφάσισα ότι τόσο το χειρότερο για το υπόλοιπο σύμπαν - αυτό χάνει. Κοίταξα γύρω μου - η σκιά του βουνού έπεφτε στην παραλία, η θάλασσα ήταν γαλήνια και διαυγής. Έβαλα μαγιώ και βούτηξα. Κολύμπησα για ώρα, ύστερα μάζεψα μαύρα βοτσαλάκια από την παραλία. Στέγνωσα, τα μάζεψα κι άρχισα να ανηφορίζω. Μπήκα στο εκκλησάκι (ήταν ανοιχτό, και παραδόξως περιποιημένο). Χάζεψα τα σχήματα που είχαν φτιάξει με πετρούλες γύρω από ένα δέντρο ακριβώς έξω κάποιοι κατασκηνωτές. Παρατήρησα τους σταυρούς που ήταν χαραγμένοι σε κάποιους βράχους, και σκέφτηκα ότι οι ασκητές ίσως ήταν θαμμένοι εκεί γύρω.
Προχωρώντας, άκουγα φωνές να αντηχούν στις πλαγιές του φαραγγιού. Δεν καταλάβαινα από πού ερχόντουσαν, ίσως κάπου ψηλά. Μιλούσαν ελληνικά, με κρητική προφορά και πολλές ξένες λέξεις που δεν αναγνώριζα. Κάποια στιγμή έπιασα τη λέξη "ραπέλ" και κατάλαβα - εντόπισα τους ομιλητές να κρέμονται από τα σχοινιά της απέναντι πλαγιάς. Αναρριχητές. Δε θαυμάζω αυτό το είδος πανίδας, αλλά είναι κάπως σπάνιο - άρχισα να τραβάω φωτογραφίες κατά βούληση. Κάποια στιγμή άκουσα από πάνω μου μια φωνή:
- Ψιτ, φιλαράκι...
Ο τύπος αιωρείτο καμιά εικοσαριά μέτρα ψηλότερα, ακριβώς πάνω μου.
- Καλησπέρα, του είπα.
- Ναι, καλησπέρα. Να σου πω, δεν πας λίγο πιο δεξιά μην ξεκολλήσει καμιά πέτρα και σου' ρθει στο κεφάλι;
Έκανα αριστερά - προχώρησα κι άλλο προς την έξοδο. Για λίγο άκουγα τη γλώσσα με τις άγνωστες λέξεις. Μετά χάθηκε. Ακουγόντουσαν μόνο κάτι κατσίκια κουδουνάτα. Όχι σαν αυτά του φαραγγιού, τα ελεύθερα. Κάποιο κοπάδι που βοσκούσε κοντά.
Οδήγησα σφυρίζοντας στον ανήφορο χωρίς να μπερδέψω καμία διασταύρωση. Στη Μονή Οδηγήτριας ξαναπήρε μπρος το ραδιόφωνο μόνο του και το κινητό άρχισε να βγάζει ήχους μηνυμάτων, μάλλον από αναπάντητες κλήσεις. Σκέφτηκα να στείλω ένα μήνυμα στη Μανταλένα που να λέει "Είναι καταπληκτικά, ελάτε οπωσδήποτε" αλλά μπορεί να το πέρναγε για φτηνό χιούμορ. Εγώ πάλι θα το εννοούσα σοβαρά, αλλά πού να μπλέκεις τώρα... Σουρουπώνοντας έμπαινα στο Ηράκλειο.
Το πρωί με ξύπνησε το τηλεφώνημα της αδελφής μου. Ήταν στον Κούλε και πήγαινε προς τα Λιοντάρια. Πήγα και τη βρήκα με την παρέα της κατά τις εννιά - στις δέκα και μισή έφευγαν για Σαντορίνη. Κάτσαμε για καφέ στο πάρκο Θεοτοκόπουλου - φεύγοντας εντόπισα καμιά σαρανταριά ροζ φιγούρες να ανηφορίζουν την 25ης Αυγούστου. Έχωσα γρήγορα γρήγορα την αδελφή μου και τους φίλους της σε κάτι ταξί και ξανάσκασα μύτη στα Λιοντάρια. Το θέαμα ήταν μαγευτικό: οι ροζ φιγούρες ήταν στημένες μπροστά στη Βασιλική του Αγίου Μάρκου και ήταν μια χορωδία που λεγόταν Texas Girls Choir και ήταν ακριβώς κορίτσια από το Τέξας. Άσπρες, μαύρες, κίτρινες, κοντές και ψηλές, χοντρές και λεπτές. Έφηβες, οπωσδήποτε. Συνοδευόντουσαν από μία εξίσου ροζ κυρία που έπαιζε ένα αρμόνιο, έναν τύπο που κουβαλούσε κάτι ηχειάκια για το αρμόνιο και μια δυστυχισμένη υπάλληλο ταξιδιωτικού πρακτορείου με μια ταμπελίτσα που πήγαινε μπροστά δίκην τροχονόμου. Την ώρα που έσκασα μύτη τα κοριτσάκια τραγουδούσαν ένα χορωδιακό που μου θύμισε απροσδιόριστα κάτι παιδικά τραγουδάκια του Κατηχητικού. Δεν πολυκαταλάβαινα τους στίχους, είδα όμως ότι περιελάμβανε και κάτι σαν αμήχανες χορευτικές κινήσεις, στο τέλος όμως όλα μαζί ξέσπασαν σε ένα ηχηρό "Texas, Texas!" και οι δεκαπέντε παρευρισκόμενοι χειροκρότησαν - κι εγώ μαζί. Ύστερα το ροζ κύμα τα μάζεψε και άρχισε να κατηφορίζει στοιχημένο την 25ης Αυγούστου προς τη θάλασσα και το κρουαζιερόπλοιο που τις πήγαινε all inclusive εκδρομούλα στο Αιγαίο.
Κόντευε έντεκα. Σκέφτηκα προς στιγμήν να πάω να βρω την παρέα στο Λέντα ή όπου αλλού ήτανε. Αλλά δεν είχα ξυπνήσει ακόμα στ' αλήθεια - τελικά αγόρασα εφημερίδες και πήγα σπίτι. Διαβάζοντας, με πήρε ο ύπνος. Ξύπνησα αργά το απόγευμα, από την πείνα μάλλον. Στο γραφείο ήταν παρατημένα τα βότσαλάκια που είχα μαζέψει την προηγουμένη. Σκέφτηκα ότι αυτή την ώρα η παρέα θα τα μάζευε από το Λέντα και οι Texas Girls Choir θα ήταν ένα θαλασσί ή πράσινο κύμα κάπου στη Ρόδο ή στην Αλικαρνασσό. Στο Αγιοφάραγγο, κάποιοι θα δοκίμαζαν τα σχοινιά για αναρρίχηση. Δεν ήμουν σίγουρος ποιος από όλους μας ήταν ο πιο λοξός ως προς το υπόλοιπο σύμπαν.
Αλλά για το ποιος χρειάζεται τάχιστα διακοπές, είμαι απόλυτα σίγουρος.
"Ελαφρώς λοξός ως προς το υπόλοιπο σύμπαν" είναι μια φράση που αν δε με απατά η μνήμη μου έχει χρησιμοποιήσει ο E.M. Forster για τον Καβάφη. Η φίλη και συνάδελφος το πάλαι ποτέ Λ.Κ., θερμή συνήγορος των φυσικών δραστηριοτήτων τύπου trekking, καλή της ώρα, είναι υπεύθυνη για την εμπέδωση της λέξης "ραπέλ" που σημαίνει αν δεν κάνω λάθος να "περπατάς" πάνω στο βράχο ενώ κρέμεσαι από το σχοινί. Θυμάμαι απροσδιόριστα επίσης τη λέξη "κραμπόν" που δεν έναι καρμπόν και έχει ίσως σχέση με κράμπες, αλλά ίσως πάλι να τη μπερδεύω και με τα "μπατόν" που μπορεί και να είναι μπαστούνια - τα υπόλοιπα όλα που μου έλεγε τα έχω πια ξεχάσει. Τέλος, ενδομύχως εικάζω ότι η φράση "Σουρουπώνοντας έμπαινα στο Ηράκλειο" είναι αντιγραφή από το διήγημα του Μάριου Χάκκα "Το ψαράκι της γυάλας".
8/7/08
Ελαφρώς λοξός
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
8 σχόλια:
Καλημερίζω την λοξότητα σας.
Τελικά, όντως σαν να έχασε το σύμπαν μου ακούγεται. Ποσο καλύτερο μπορει να ειναι το Λέντα τελικά; (Εγώ για το Αγιοφάραγγο έχω ακούσει τα καλύτερα παντως)
(Αλλα κι αυτη η Μανταλένα, ψάρια πουλάει ή τα καπνίζει; αλλού γι αλλού σου είπε βρε αδερφάκι μου).
για διακοπές πότε ροβολάτε; Ικαρία ή και κάπου αλλού; όπου και να ναι καλά θα ναι.
ΥΓ. Διευκρινησεις που μου επιτρέπει η άκρως ερασιτεχνικη ορειβατικη μου δραστηριοτητα (και η κάπως πιο σοβαρη τρεκκινγκική).
"Ραπέλ" είναι όντως η καταρρίχηση συνοδεία σκοινιού κατα την οποία ο "καταβάτης" κάνει ελαφρά πηδηματάκια μακρια απο το βράχο χαλαρώνοντας ταυτόχρονα τη λαβή. Όσο πιο γρήγορα κατεβαίνεις τοσο πιο μάγκας εισαι.
Τα "γκραμπόν" είναι ειδικές λαβές για καλύτερο κράτημα του σχοινιού (απο το grab-on). Ειναι συνήθως απο αφρολεξ.
Γλώσσα λανθάνουσα...
Αγαπητέ κε Ροβιθέ!
Πολύ χαριτωμένο το σαρδάμ σας, όπου "διαταυρωθήκατε" με το άλλο αυτοκίνητο. Και βέβαια εφόσον επρόκειτο για άνδρα οδηγό θα είχε γίνει μακελιό: δύο ταύροι αντίθετα κινούμενοι δεν χωράν στον ίδιο δρόμο! Ευτυχώς που ήταν κορίτσι.
Αλλά μού έμεινε πάλι η αίσθηση ότι αφήσατε το Σύμπαν μπουκάλα να συνομωτεί υπέρ σας, ερήμην σας!
Σε τόσα πολλά post ξεκινάτε περιγραφές λυρικότατες γεμάτες υποσχέσεις, με νεράιδες που αφήνουν άρωμα νοσταλγικό πίσω τους και εκεί που όλοι έχουμε μπει στο τριπ, μας προσγειώνετε ανώμαλα με κάτι σαν "τα μάζεψα και έφυγα".
Ξέρετε τι θα 'λεγε ο Δ. Παπαγιαννόπουλος στο Λ. Κωνσταντάρα για αυτό;
Idom
Χούφτόστην, χούφτοστήν!!!!
Υ.Γ. Συγνώμη που ρίχνω τόσο χαμηλά το επίπεδο του blog αλλά μου βρήκε αυθόρμητα !
maelstorm
@ Χριστόφορο: Δεν ήταν ακριβώς στο Λέντα τελικά, αλλά πάλι σε φαράγγι ήταν. Παραδόξως, επέζησαν.
Δεν κάνω ακριβώς "διακοπές" στην Ικαρία. Μάλλον επιστρέφω σπίτι. Ώρα μου είναι, σιγά σιγά.
Πάντως σα να θυμάμαι ως κραμπόν κάτι επιθέματα στα παπούτσια, αλλά και τα γκραμπόν καλά φαίνονται. Δε βαριέστε, με τις ξένες γλώσσες δεν τα πάω και πολύ καλά πια...
@Idom: Δεν σας αρέσουν οι διαταυρώσεις; Μπορώ να το δοκιμάσω στα ικαριακά όπου ο ταύρος λέγεται βους (όπως αρχαϊστί) και το ρήμα ενδεχομένως θα ήταν κάτι σαν "διαβουΐζομαι". Για την ιστορία, η αγελάδα καλείται "αελέ" ενώ ορισμένες κυρίες υπερβολικών διαστάσεων (κατά πλάτος, μάλλον) καλούνται "βουδιές".
Παρεμπιπτόντως, το κορίτσι που οδηγούσε συνοδεύετο υπό μαντράχαλου που δεν οδηγούσε. Τι θα έλεγε ο Παπαγιαννόπουλος εν προκειμένω;
@maelstorm: με καλύψατε...
Ειρήσθω εν παρόδω, βρήκα στο διαδίκτυο ότι maelstorm λέγονται κάτι ρουφήχτρες στα νορβηγικά νησιά Λοφούτεν, ξέρετε κάτι σχετικό;
Καλησπερίζω το "ψαράκι της γυάλας" κι ευχομαι καλή αντάμωση στο νησί... ;-)
Πότε είπες επιστρέφεις ?
...όχι ! Δεν είμαι ο Ζαχαρίας ! :D
Είμαι ο "... κι αν τον πλένεις το σαπούνι σου χαλάς !"
Το "ψαράκι της γιάλας" στο οποίο αναφέρεσαι θα μπορούσε ίσως να φοράει γιαλιά και να μένει πίσω στη γιάλα όταν τα υπόλοιπα έχουν αποδράσει; Κι όλα αυτά όχι στο "Νέμο" αλλά σε μια μπλούζα ζωγραφισμένη στο χέρι, φαντάζομαι, και φορεμένη από αγαπημένα σώματα.
Πώς βρέθηκες αράπης; Από σολάριουμ ή από το πολύ σκάψιμο;
Επιστρέφω σε λιγότερο από βδομάδα - αλλά για λίγο.
Ακριβώς σε αυτό το ψαράκι αναφέρομαι, έξυπνο, τρελό αγόρι ! Μας την έκανε πρώτο απ'όλα βέβαια, για καθαρότερες παραλίες, αφήνοντας μας πίσω στη γυάλα της Αθήνας να κάνουμε τους "αράπηδες" ! ;-)
Δημοσίευση σχολίου