Ο αφορισμός που χρησιμεύει ως τίτλος της ανάρτησης αποδίδεται σε ένα άρθρο που δημοσίευσε ο Ουμπέρτο Έκο το 1990 στο περιοδικό «L' Espresso» (αργότερα, γύρω στο 1993, κυκλοφόρησε μια ομότιτλη συλλογή δοκιμίων του στα ελληνικά από τις εκδόσεις Επίκεντρο). Αν και οι πραγματικές ειδήσεις όντως σπανίζουν τον Αύγουστο, τα δελτία ειδήσεων έχουν πάνω κάτω την ίδια διάρκεια, και οι εφημερίδες πάνω κάτω τον ίδιο αριθμό σελίδων, οπότε οι αρμόδιοι συντάκτες οφείλουν να αναβαθμίσουν σε «είδηση» οτιδήποτε μπορεί να κάνει λίγο μπούγιο και να γεμίσει τα κενά. Ας πούμε, ένα καλαμάρι που αλλάζει χρώματα ανάλογα με τη μουσική που παίζει ένα iPod που έχει συνδεθεί με το νευρικό του σύστημα (για να μην απορείτε με τις ερευνητικές ασχολίες ημών των επιστημόνων). Ή μια ερασιτέχνη ζωγράφο που ξεκίνησε να αναπαλαιώνει μια εικόνα σε μια εκκλησία της Αραγωνίας, τη σταμάτησε στη μέση και πήγε διακοπές δυο εβδομάδων, και όταν γύρισε ανακάλυψε ότι είχε γίνει θρύλος του tweeter και του facebook, σελίδα στη Wikipedia και αυγουστιάτικη είδηση (ή μάλλον περίγελως) στον πλανήτη όλο. Και last but not least, μια συνέντευξη ενός παγκοσμίως αγνώστου πλην φερέλπιδος νέου επιστήμονος με θέμα κάτι πεταλούδες· μια συνέντευξη με απροσδόκητες ακούσιες συνέπειες. Πολλώ δε μάλλον εφόσον ο φέρελπις νέος ήταν ο γράφων.
Την εποχή εκείνη ήμουν στ’ αλήθεια νέος (για επιστήμονας τουλάχιστον...) και για μερικούς ανθρώπους ήμουν όντως φέρελπις. Η ιστορία ξεκίνησε σε ένα Λεπιδοπτερολογικό συνέδριο στο Κολυμπάρι, το καλοκαίρι του 2001. Μια μέρα, ο τότε διευθυντής της Ορθόδοξης Ακαδημίας Κρήτης που φιλοξενούσε το συνέδριο, θέλησε να στείλει ένα δελτίο τύπου στις τοπικές εφημερίδες των Χανίων, και ζήτησε από τους οργανωτές κάποιες σχετικές πληροφορίες, στα ελληνικά κατά προτίμηση. Με κάποιο μαγικό τρόπο το έργο ανατέθηκε ως υπεργολαβία σε εμένα που υποτίθεται έγραφα εύκολα και γρήγορα (απορώ πώς το κατάλαβαν, δεν είχα καν μπλογκ τότε...). Ετοίμασα μια τυπική παράγραφο μες στο κλισέ και τη βαρεμάρα: «κορυφαίοι επιστήμονες από όλο τον κόσμο συγκεντρώθηκαν στο Κολυμπάρι για να συζητήσουν τις τελευταίες εξελίξεις στην έρευνα των Λεπιδοπτέρων...» (δηλαδή των πεταλούδων, των μεταξοσκωλήκων και μερικών σκώρων, για να ακριβολογούμε, με την έμφαση στους μεταξοσκώληκες μάλλον). Επίσης στα διαλείμματα οι κορυφαίοι έκαναν και κάνα μπανάκι στη θάλασσα και τα βράδια ξεπόρτιζαν στα μπαρ του Πλατανιά και των Χανίων, αλλά αυτό δεν το έγραψα. Επιστήμονας σε μπαρ, πού ξανακούστηκε;
Την άλλη μέρα, μετά το μεσημεριανό διάλειμμα (και το σχετικό κορυφαίο επιστημονικό μπανάκι) ετοιμάστηκα να πάω στη αίθουσα που διεξαγόταν το Συνέδριο, με πλήρως συνεδριακή εμφάνιση (βερμούδα, σαγιονάρα, βρεγμένο μαλλί, μπλουζάκι με ζωγραφιστές συνεδριακές πεταλούδες και κρεμαστή ετικέτα με το όνομα ευδιάκριτο). Στην πόρτα με σταμάτησε ένας άγνωστος τύπος με κάπως απελπισμένο ύφος:
- Συγγνώμη, μήπως μιλάς ελληνικά;
Μιλούσα· άσε που μιλούσε και το όνομα στην ετικέτα. Ανακουφίστηκε· μάλλον θα είχε απευθύνει ήδη την ερώτηση σε διάφορους άλλους διερχόμενους αλλά θα είχε απελπιστεί από τα ιαπωνο-κινεζικά πλήθη συν κάτι Αμερικάνους, κάτι Ινδούς Σιχ με τουρμπάνι, Ινδούς σκέτους ασκεπείς και διάσπαρτους Ευρωπαίους. Μου είπε ότι ήταν δημοσιογράφος σε μια τοπική εφημερίδα, όπου είχε δημοσιευτεί το δελτίο τύπου του συνεδρίου. Τον ήξερα ως όνομα, ήταν και ανταποκριτής της Ελευθεροτυπίας παράλληλα. Βάσκανος η μοίρα του ανταποκριτή: κάνεις όλα τα ρεπορτάζ μαζί, κοινωνικό, δικαστικό, αθλητικό, πολιτικό. Και επιστημονικό ενίοτε, κάποιες ζεστές μέρες του Αυγούστου.
- Ναι, ξέρω, του είπα καθησυχαστικά, εγώ το έγραψα το δελτίο.
Τα μάτια του έλαμψαν· άρχισε να μου ζητάει επιπλέον πληροφορίες για να γράψει ένα κομμάτι για την αυριανή έκδοση. Τι ακριβώς συνέβαινε εδώ πέρα, γιατί ήταν σημαντικό και τέτοια. Του εκμυστηρεύτηκα ότι δεν συνέβαινε τίποτα φοβερά σημαντικό, μια επιστημονική συνήθεια είναι τα συνέδρια, καλή συνήθεια βέβαια, αλλά τα πιο σημαντικά επιστημονικά πράγματα είναι αλλού. Ο άνθρωπος απογοητεύτηκε μάλλον, με ρώτησε γιατί είναι σημαντικές οι πεταλούδες και οι μεταξοσκώληκες, άρχισα να του λεώ κάτι για μοντέλα και για γονίδια και μηχανισμούς που είμαι βέβαιος ότι δεν κατάλαβε γρυ. Μετά με ρώτησε με τι ασχολούμαι εγώ αυτοπροσώπως, αλλά επειδή βιαζόμουν να μπω μέσα στην αίθουσα του απάντησα κάτι τσάτρα-πάτρα και ότι καλύτερα να απευθυνθεί σε άλλους πιο γκράντε προφεσόρους συνέδρους που κυκλοφορούσαν (και μιλούσαν και ελληνικά) κι αυτός με ευχαρίστησε και πάνω στη σύγχιση έβγαλε μια φωτογραφική μηχανή τσέπης και με απαθανάτισε. «Έχει γούστο...», σκέφτηκα μπαίνοντας τελευταίος και καταϊδρωμένος ενώ ο ομιλητής ήταν ήδη στο βήμα και είχε ξεκινήσει την παρουσίαση.
Την επομένη μου έφεραν την τοπική εφημερίδα λέγοντας «ωραία η συνέντευξή σου, αλλά η φωτογραφία, καίτοι ασπρόμαυρη, δε σε κολακεύει πολύ, σε δείχνει κάπως ευτραφή». Η «συνέντευξη» ήταν ένα συμπίλημα που ανακάτευε ατάκτως πεταλούδες, ιούς και νευρικό σύστημα, και η ηλίθια φάτσα της φωτογραφίας ήταν πταίσμα μπροστά στα ασυνάρτητα που φερόμουν να λέω. Για όσους μπορούσαν να τα καταλάβουν βέβαια: κράτησα το απόκομμα πάντως να το δείξω στη μαμά μου, η οποία το διάβασε αργότερα κατασυγκινημένη που ο γιόκας της δίνει συνεντεύξεις - έστω και στα Χανιώτικα Νέα - και μετά το δίπλωσε και το έκρυψε κάπου κατά την προσφιλή της συνήθεια ώστε να ανακαλυφθεί από αρχαιολόγους τον 25ο αιώνα. Πάντως κάποια στιγμή ο δημοσιογράφος επανεμφανίστηκε, με χαιρέτησε από μια απόσταση και πήγε να συνεντευξιάσει πιο σημαντικά πρόσωπα. Έτσι την άλλη μέρα είχε μια εκτεταμένη συνέντευξη της παλιάς μου καθηγήτριας στο Αθήνησι στην τοπική εφημερίδα και μια πιο συνοπτική παρουσίαση («σαλόνι» τετράστηλο όμως) στην Ελευθεροτυπία, με έγχρωμη φωτό αυτή τη φορά. Το ένα φέρνει το άλλο, και την επομένη υπήρχε τρισέλιδο στην τοπική εφημερίδα με συνέντευξη του επικεφαλής του εργαστηρίου που δούλευα τότε στο Δημόκριτο και σχεδόν ολόκληρο το σαλόνι της Ελευθεροτυπίας. Όχι μόνο έγχρωμη φωτό (ατυχώς τον πέτυχε με βερμουδίτσα παραλίας και μάλλον αξύριστο) αλλά και μίνι βιογραφικό. Ο διαπρεπής καθηγητής που ήρθε μετά από μια μεγάλη καριέρα στο εξωτερικό κλπ.
Βέβαια για τους ανθρώπους του συναφιού μας οι εν λόγω συνεντεύξεις προκαλούσαν πηγαίο γέλιο: οι ερωτήσεις ήταν επιπέδου «κάτι-συγκλονιστικό-συμβαίνει-και-δε-μας-το-λέτε», ο εκάστοτε συνεντευξιαζόμενος προσπαθούσε να πει διάφορα μεγαλοπρεπή επιστημονικά με απλό και εύληπτο τρόπο αλλά εμφανώς βρισκόταν σε άλλο μήκος κύματος. Τι τα θες, τι τα γυρεύεις, η «επιστημονική επικοινωνία» είναι μια τέχνη που δε διδάσκεται στις σχολές επιστημών. Στο τέλος ερχόταν πάντα η κουβέντα στο αν το κράτος βοηθάει την έρευνα με επιχορηγήσεις και ερευνητικά προγράμματα και ίσως ο ιδιωτικός τομέας επίσης και εκεί μπορούσε βέβαια να γελάσει άκοπα ο κάθε πικραμένος. Το συνέδριο τελείωσε κάποτε, αν και πριν γυρίσουμε στην Αθήνα χτυπούσαν ήδη διάφορα τηλέφωνα για συνεντεύξεις από ραδιόφωνα κυρίως. Τι ακριβώς γίνεται στην Κρήτη με τα Λεπιδόπτερα; Και βασικά, τι είναι αυτά τα Λεπιδόπτερα, επιτέλους;
Μετά μπήκε ο Σεπτέβρης και γυρίσαμε στις συνήθεις δραστηριότητες και το πράγμα ψιλοξεχάστηκε. Ωστόσο την επόμενη χρονιά είχαμε πάλι συνέδριο στο Κολυμπάρι, με θέμα μια ενδιαφέρουσα ορμόνη που κάνει τα έντομα να αλλάζουν επιδερμίδα (είναι κάπως πιο περίπλοκο από όσο σας το λέω, πιστέψτε με πάντως ότι αξίζει τον κόπο να κάνεις συνέδριο γι’ αυτό το πράγμα – ή τέλος πάντων άξιζε το 2002). Ο γράφων ήταν τύποις «Γραμματεία Συνεδρίου», ιδιότητα που του εξασφάλισε και πάλι την τιμή να γράψει ένα δελτίο τύπου. Η λέξη κλειδί ήταν φυσικά «ορμόνη», αν και εντόμων. Ο συνήθης ύποπτος ανταποκριτής εμφανίστηκε για την καθιερωμένη συνέντευξη, αλλά αυτή τη φορά με παρέκαμψε και πήγε κατευθείαν στα σημαντικά πρόσωπα. Ο επικεφαλής ήταν καλά προετοιμασμένος, βγήκε φωτογραφία επαρκώς γραβατωμένος, και τοποθετήθηκε επί παντός του επιστητού. Ατυχώς δεν ζήτησε να δει τη συνέντευξη πριν δημοσιευτεί, αρκούμενος στη διαβεβαίωση ότι θα μπουν όλα όπως τα είπε.
Ωστόσο ο αρμόδιος συντάκτης ύλης (εικάζω...) είχε άλλη γνώμη, κι έκανε μια κοπτοραπτική στο κείμενο κατά το δοκούν. Οι σχετικοί με το αντικείμενο άνθρωποι θα εξέφραζαν το λιγότερο απορία για τα λεγόμενα, αλλά ο μέσος αναγνώστης (έστω αυγουστιάτικος) διάβασε ότι υπάρχει μια φοβερή ορμόνη που σε κάνει να αλλάζεις δέρμα και το μυστικό της το έχουμε στο Δημόκριτο κλειδωμένο σε κάτι μεταξοσκώληκες. Επίσης το κράτος δε δίνει λεφτά στην έρευνα αλλά ευχαριστούμε το Υπουργείο Ανάπτυξης που μας χρηματοδότησε παρόλα αυτά το νευρικό σύστημα και κάτι ιούς που το χαλάνε. Ή μπορεί και να το φτιάχνουν, δεν ήταν πολύ σαφές. Εμείς πάντως ευχαριστούμε. Από πάνω ο τίτλος ήταν κάτι σαν «Ορμόνες στους ιούς του νευρικού συστήματος στο Κολυμπάρι – πρωτοποριακή έρευνα στο Δημόκριτο». Τρεις λαλούν και δυο χορεύουν.
Πέτυχα το δημοσιογράφο σε ένα επιστημονικό μπαράκι της παλιάς πόλης των Χανίων όπου μας πήγε η εντόπιος φίλη Αριάδνη, κοινή γνωστή με τον άνθρωπο. Έκανα πως διαμαρτύρομαι αναδρομικώς· μου εξήγησε ότι του είχαν πει για εξάστηλο αλλά τελικά το έκαναν τετράστηλο και ο υλατζής έκοψε ό,τι γούσταρε, με αποτέλεσμα να προκύψει σαλάτα. Βέβαια πολλοί το είδαν, λίγοι το αντελήφθησαν. Τα τηλέφωνα χτυπούσαν πάλι και ο καθηγητής δεν έχασε την ευκαιρία να δώσει μερικές ραδιοφωνικές διευκρινίσεις, ειδικά ως προς το ρόλο του Υπουργείου. Είπε και τις μαγικές λέξεις «Αριστεία» και «Προϊόντα προστιθέμενης αξίας» και τους μπέρδεψε τελείως. Αλλά μετά ήρθε πάλι Σεπτέβρης και πήγε ο κάθε κατεργάρης στον πάγκο του. Κι εμείς στον εργαστηριακό μας πάγκο.
Την επόμενη χρονιά είχε πάλι Λεπιδόπτερα στο Κολυμπάρι, αλλά πλέον είμασταν όλοι καλά προετοιμασμένοι. Ο γνωστός και μη εξαιρετέος εμφανίστηκε ως συνήθως και πήγε καρφωτός στον αρχηγό, ούτε καλησπέρα δεν είπε στην πλέμπα. Η συνέντευξη κύλησε ομαλά καθώς ήταν πλέον σαφές το μάλλον χαμηλό επίπεδο πολυπλοκότητας στο οποίο έπρεπε να απευθύνεται κανείς στο «ευρύ κοινό», καθώς και η ανάλογη απλοϊκή γλώσσα. Καλού κακού όμως, τον βάλαμε να υποσχεθεί ότι θα στείλει το κείμενο για έλεγχο σε εμάς πριν πάει στην εφημερίδα, ώστε να αποφευχθούν τυχόν παρατράγουδα. Όντως, κάποια στιγμή το κείμενο ήρθε, με φαξ. Ατυχώς ήταν εξίσου φρικαλέα κοπτοραπτική με την προηγούμενη χρονιά: τα βιομηχανικά προϊόντα μπλεκόντουσαν με τη σκλήρυνση κατά πλάκας και οι ιοί των εντόμων με τις πατέντες και τα υπουργεία με την ελονοσία. Κάτσαμε με τον καθηγητή και διορθώναμε για ώρα, ενώ γύρω μας εξελισσόταν το event «Κρητική βραδιά» όπου φολκλορικά συγκροτήματα χόρευαν αντάμα με παραληρούντες Ιάπωνες. Στο τέλος κάναμε το κείμενο σουρωτήρι από τις διορθώσεις, αλλά τουλάχιστον δεν έλεγε σαχλαμάρες. Συγχαρήκαμε αλλήλους και τρέξαμε να προλάβουμε τη ρακή πριν την εξαφανίσουν οι ασιατικές ακρίδες.
Την άλλη μέρα το κείμενο δημοσιεύτηκε όπως ακριβώς το είχαμε φτιάξει, ολοσέλιδο με φωτό άψογη του καθηγητή κουστουμαρισμένου και καλοξυρισμένου. Ατυχώς όμως είχαμε παραβλέψει μια μικρή λεπτομέρεια: ο τίτλος που δέσποζε στη σελίδα ήταν κάτι σαν «Πρωτοποριακή θεραπεία για τον καρκίνο από Έλληνες ερευνητές». Κοίταξα τον καθηγητή με μισό μάτι.
- Του αναφέρατε τίποτα για καρκίνο;
- Από πού κι ως πού καρκίνο; Μήπως του είπες τίποτα εσύ;
- Μα ούτε καν του μίλησα.
Αργότερα ένα φίλος στην Ελευθεροτυπία μου διευκρίνισε ότι τους τίτλους τους βγάζει ο υλατζής, όχι ο συντάκτης του κειμένου, οπότε ο φουκαράς ο ανταποκριτής ήταν αθώος του αίματος. Ωστόσο ο εν λόγω καρκίνος πυροδότησε έναν απίστευτο καταιγισμό τηλεφωνημάτων και δημοσιευμάτων. Ο καθηγητής από τη μια απολάμβανε τη δημοσιότητα, από την άλλη πάλευε να διορθώσει τις λάθος εντυπώσεις. Εις μάτην, βέβαια, καθώς μέρα με τη μέρα το πράγμα φούντωνε με δημοσιεύματα και κόντρα δημοσιεύματα, που προς μεγάλη μου έκπληξη έφτασαν ως τις πρώτες μέρες του Σεπτέβρη, όταν ελλάσσων αντιπολιτευόμενη εφημερίδα το χτύπησε πρωτοσέλιδο: «Γιατί η κυβέρνηση δεν χρηματοδοτεί την πρωτοποριακή έρευνα του Δημοκρίτου για τον καρκίνο;». Ευτυχώς δεν τη διάβαζαν και πολλοί, και λίγες μέρες αργότερα, με τη βοήθεια και των εξαγγελιών του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ και της φήμης για επικείμενες εκλογές, το πράγμα ξεφούσκωσε.
Προσώρας.
- . - . -
Μια μέρα κατά τις δέκα-δεκαπέντε του Σεπτέβρη, μια κυρία αρκετά περασμένης ηλικίας εμφανίστηκε στην πύλη του Δημοκρίτου και ζήτησε να δει τον κ. Καθηγητή. Για καλή του τύχη, ο άνθρωπος έλειπε στο εξωτερικό. Τη ρώτησαν στην πύλη αν ήθελε να δει κάποιον άλλον από το εργαστήριο, και τελικά την πήγαν σε έναν ερευνητή Β’ βαθμίδας που συνεργαζόταν. Η κυρία ζήτησε (πολύ ευγενικά, είναι αλήθεια) να της δώσουν το φάρμακο για τον καρκίνο, γιατί ο άντρας της ήταν πολύ άρρωστος. Ο ερευνητής ήταν ξένος και έκανε πως δεν καταλαβαίνει καλά ελληνικά, την παρέπεμψε στην επιστροφή του καθηγητή. Η κυρία ευχαρίστησε και έφυγε. Ο ερευνητής ήρθε και με βρήκε αρκετά ταραγμένος και μου είπε τα καθέκαστα. Ευτυχώς η κυρία δεν ξαναφάνηκε. Ευτυχώς για μας δηλαδή.
Χρόνια μετά, χαζεύω τα παλλόμενα χρωματοφόρα κύτταρα ενός καλαμαριού να δονούνται στο ρυθμό ενός τραγουδιού ραπ. Στην από πάνω είδηση, ο πρόεδρος της Αλβανίας διαψεύδει ότι διεξάγονται κρυφά συνομιλίες με την Ελλάδα για τα θαλάσσια σύνορα και κατηγορεί τους δημοσιογράφους ότι τα γράφουν αυτά επειδή δεν έχουν τίποτα άλλο να γράψουν αυτή την εποχή.
Τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις.
1 σχόλιο:
χα χα χα χα! απόλαυση :)
Δημοσίευση σχολίου