Το σκηνικό, σαράντα χρόνια αργότερα...
Δεν ήταν τότε που είδα την υπόλοιπη οικογένεια να ετοιμάζεται για τη θάλασσα αλλά εμένα με άφηναν στο πάρκο να παίζω μόνος, και βρέθηκα να φωνάζω στη γειτόνισσα «Ζωή, παπέλο!», να μου φορέσει δηλαδή το καπελάκι για να πάω κι εγώ μαζί. Ούτε τότε που η Αργυρούλα μου πήρε το κουβαδάκι, στο αμμουδάκι μπροστά στου γιατρο-Κωσταντή. Ούτε η πρώτη φορά που περπάτησα, μέσα στο μαγαζί του Χαρδαλούπα, τα πρώτα μου βήματα χωρίς στήριξη. Όλα αυτά συνέβησαν βέβαια, αλλά δεν έχω την ανάμνησή τους, θυμάμαι μόνο τις διηγήσεις που άκουγα αργότερα από γονείς και αδέλφια, ίσως και κάποια κατασκευασμένη ψευδοανάμνηση, ανακατεμένη με μπόλικη φαντασία.
Όχι, η πρώτη ξεκάθαρη μνήμη είναι μια επίσκεψη στο πατρικό της μάνας μου, στην περιοχή Ροβυθέ στην Ακαμάτρα. Είναι μεσημέρι καλοκαιρινό, η μάνα μου με κρατάει αγκαλιά, τα αδέλφια μου παίζουν με τα νερά στο «ποτάμι» (που δεν είναι παρά ένα ποτιστικό αυλάκι, από αυτά που κατεβάζουν το νερό της Αλάμας στα χωράφια της Μεσαριάς, αλλά είναι το πρώτο τρεχούμενο νερό που βλέπω ποτέ) κι εγώ θέλω να παίξω μαζί τους, αλλά η μάνα θεωρεί ότι τριάντα μηνών είμαι πολύ μικρός ακόμα για περιπέτειες, μάλλον. Η αδελφή μου, με κοτσίδες και γαλάζιο φουστανάκι κόβει στάχυα και τα ρίχνει στο νερό. Τα στάχυα επιπλέουν, παρασύρονται από το νερό κι όπως ταξιδεύουν ο αδελφός μου τρέχει παράλληλα με το αυλάκι και πασχίζει ματαίως να τα πιάσει. Ο πατέρας κάπου στο φόντο τραβάει φωτογραφίες.
Θέλω να παίξω και δε με αφήνουν και με παίρνει το παράπονο και κλαψουρίζω κι η μάνα μου με παραδίδει στη γιαγιά και πάει να περιμαζέψει τα μεγάλα. Η γιαγιά μου μιλάει σιγανά, τραγουδιστά κάπως (δε θυμάμαι λέξη βέβαια) και με κανακεύει και ησυχάζω. Η μυρωδιά της είναι αλλιώτικη, η αγκαλιά της είναι δροσερή και παρηγορητική.
Κάποτε εντόπισα τις φωτογραφίες που τράβαγε ο πατέρας μου στο ασπρόμαυρο φιλμ· φαίνομαι να φοράω το επίμαχο ίσως καπελάκι καθώς η γιαγιά με βαϊλίζει. Πρέπει να ήταν καλοκαίρι του 1970, γιατί άλλη ανάμνηση της γιαγιάς δεν έχω· πέθανε λίγους μήνες αργότερα.
Πολλά χρόνια μετά, κάθομαι μπροστά σε έναν υπολογιστή για να ανοίξω το πρώτο μου (και τελευταίο, εισέτι...) ιστολόγιο, που το φαντάζομαι ως μια συλλογή αναμνήσεων. Ο ιστότοπος ζητάει μια ονομασία διεύθυνσης url. Μένω για λίγο σκεφτικός, κι ύστερα γράφω το σκηνικό της πρώτης ανάμνησης:
Ροβυθέ.
(Δημοσιεύτηκε στο Ikariamag στις 6/6/2012, στα πλαίσια του αφιερώματος στην πρώτη μνήμη Ικαρίας. Με την ανάρτηση αυτή το ιστολόγιο συμπληρώνει τις 300 δημοσιευμένες αναρτήσεις.)
13/6/12
Στάχυα που ταξιδεύουν
Θεματολογιο
Ελευθερες πτησεις,
Ικαρια,
Ιστολογειν,
Στοιχεια προσωπικης μυθολογιας
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
5 σχόλια:
Ζηλεύω όλους εσάς που βρίσκετε χρόνο και όρεξη για γράψιμο... συνεχίστε παρακαλώ, συνεχίστε!
νοσταλγικός...
Καλησπέρα,Ροβυθέ!
Εύχομαι να συνεχίσεις να γράφεις ωραίες αναρτήσεις.
:))
Δικαιώνει πλήρως και το όνομα του ιστολογίου! Εύχομαι πολλές ακόμα όμορφες αναρτήσεις
Βλέπω ότι το περιστατικό με την Αργυρώ και το κουβαδάκι, σού άφησε σημάδια ανεξίτηλα.
Σίγουρα η τωρινή φοβία σου για τα γεμιστά (μελιτζάνες, ντομάτες κ.λπ.) έχει τις ρίζες της σε εκείνο το γεγονός...
:-)))
Idom
Δημοσίευση σχολίου