Προφητάναξ Δαυίδ, Νίκος Εγγονόπουλος, κάρβουνο και μολύβι σε χαρτί, 57 x 42 εκ., από εδώ
Eίναι από εκείνους που η ιστορία τους παραμένει στη μνήμη. Δεν είναι απαραίτητο να έχεις διαβάσει τα δύο πρώτα βιβλία των Βασιλειών (που στο δυτικό χριστιανικό κανόνα της Παλαιάς Διαθήκης ονομάζονται «Σαμουήλ», αλλά εγώ προτιμώ να κρατήσω τους εβδομήκοντα της αρχαίας Εκκλησίας και της καθ' ημάς Ανατολής), ή των Παραλειπομένων («Χρονικά» κατά το δυτικό κανόνα) ή τους εβδομήντα τρεις από τους Ψαλμούς που του αποδίδει η παράδοση, για να έχεις μια ιδέα για τη ζωή του.
Ακόμα κι αν δεν ξέρεις ότι ήταν γιος κάποιου Ιεσσαί από τη Βηθλεέμ ή ότι χρίστηκε από τον Σαμουήλ τον βλέποντα, ότι ήταν βοσκός αλλά και ποιητής και μουσικός, σίγουρα θα έχεις ακούσει ότι σε μια διάσημη μονομαχία στην κοιλάδα του Ηλά σκότωσε με τη σφεντόνα του κάποιον Γολιάθ, το πρωτοπαλλήκαρο των αλλοφύλων. Θα ξέρεις ίσως ότι έγινε βασιλιάς της φυλής του Ιούδα και λίγο αργότερα και των δώδεκα φυλών του Ισραήλ, ότι έδρα του βασιλείου του ήταν η πόλις Δαυίδ εκεί που είναι σήμερα η Ιερουσαλήμ. Ίσως ακόμα, αν είσαι λίγο μπασμένος στα θρησκευτικά, να ξέρεις ότι αν και ο ίδιος δεν ήταν πολύ τυχερός με τα παιδιά του (που πότε αλληλοσφάζονταν, πότε στασίαζαν εναντίον του), προφήτεψε ότι δικός του απόγονος θα ήταν ο Μεσσίας, αυτός που θα λύτρωνε τους ανθρώπους.
Πρέπει να έζησε κάπου χίλια χρόνια προ Χριστού, ίσαμε τρεις χιλιάδες χρόνια πριν από σήμερα. Δεν μπορώ να φανταστώ εύκολα πώς να ήταν οι άνθρωποι εκείνη την εποχή, αλλά σκέφτομαι καμμιά φορά τον άνθρωπο Δαυίδ· όχι εκείνον που συνομιλεί με το Θεό και τους προφήτες Του, αλλά αυτόν που σπαράσσεται από πάθη και φόβους όλως διόλου ανθρώπινους. Φαντάζομαι, ας πούμε, το απότομο ξύπνημά του εκείνη τη νύχτα που η νεαρή γυναίκα του, η Μελχόλ, τον φυγάδευσε κρυφά από το παράθυρο ώστε να μην τον βρουν οι στρατιώτες του πατέρα της, του Σαούλ. Διατρέχω το κείμενο των Βασιλειών και βρίσκω μια σημαδιακή σκηνή: ο Σαούλ πέφτει να κοιμηθεί σε μια σπηλιά, που λίγο πιο μέσα παραφυλάει ο κυνηγημένος Δαυίδ με το σπαθί έτοιμο. Τον φαντάζομαι να ακροβατεί ανάμεσα στην παρόρμηση να βυθίσει το σπαθί του στο στήθος του κοιμισμένου εχθρού, και στην τελική απόφαση να κόψει απλώς ένα κομμάτι του βασιλικού χιτώνα (εἰ εὕροι τις τὸν ἐχθρὸν αὐτοῦ ἐν θλίψει καὶ ἐκπέμψει αὐτὸν ἐν ὁδῷ ἀγαθῇ, καὶ Κύριος ἀποτίσει αὐτῷ ἀγαθά, Βασιλειών Α' 24, 20). Σκέφτομαι με μια ορισμένη απορία το πόσο απότομα μίσησε την ίδια αυτήν Μελχόλ, την πρώτη από τις (όχι και λίγες) γυναίκες του, τη μέρα που τον έψεξε επειδή χόρευε μαζί με το λαό μπροστά στην Κιβωτό της Διαθήκης. Αναρωτιέμαι αν το «ξενέρωμά» του ίσως δεν είχε τόσο να κάνει με τον ψόγο της γυναίκας, όσο με τα χρόνια που είχαν περάσει από τη νύχτα που του έσωσε τη ζωή.
Τον φαντάζομαι ακόμα και εκείνη τη μέρα που το μάτι του έπιασε τη Βηρσαβεέ, την κόρη του Ελιάβ, γυναίκα του Ουρία του Χετταίου, την ώρα που έβγαινε από το λουτρό (καὶ ἐγένετο πρὸς ἑσπέραν καὶ ἀνέστη Δαυὶδ ἀπὸ τῆς κοίτης αὐτοῦ καὶ περιεπάτει ἐπὶ τοῦ δώματος τοῦ οἴκου τοῦ βασιλέως καὶ εἶδε γυναῖκα λουομένην ἀπὸ τοῦ δώματος, καὶ ἡ γυνὴ καλὴ τῷ εἴδει σφόδρα, Βασιλειών Β', 11,2). Τι διαφέρει ο τρόπος που την κοίταξε από το πώς θα την κοίταζες σήμερα εσύ ή εγώ; Ήταν όμορφη, πολύ όμορφη· κι ο τρόπος που κοιτάζουν οι άντρες τις γυναίκες δεν πρέπει να έχει αλλάξει στον πυρήνα του τα τελευταία τρεις χιλιάδες χρόνια. Θα μπορούσε να πει μέσα του «όχι»; Δεν είμαι βέβαιος· άλλωστε στις λίγες στιγμές που μας δίνεται η ευκαιρία του έρωτα, πόσοι από μας λέμε όχι, πιστοί σε άλλου είδους κλήσεις και δεσμεύσεις; Ο άντρας της έλειπε στον πόλεμο, πολιορκούσαν μια πόλη. Ο βασιλιάς δε δίστασε πολύ· έστειλε να τη φέρουν.
Η ιστορία από κει και κάτω είναι λίγο-πολύ γνωστή. Η γυναίκα μένει έγκυος, ο Δαυίδ διατάζει να σταλεί ο σύζυγος στην Ιερουσαλήμ, με σκοπό (ελαφρώς κουτοπόνηρα) να του φορτώσει την εγκυμοσύνη της. Ο Ουρίας, υποδειγματικός στρατιώτης, αντί να πάει σπίτι του κατσικώνεται στο παλάτι και κοιμάται στα σκαλιά, από αφοσίωση στους μαχόμενους συντρόφους του. Μια, δυο, τρεις, στο τέλος ο βασιλιάς χάνει την υπομονή του και τον στέλνει πίσω στην πολιορκία, με μια σφραγισμένη διαταγή που διατάζει τον αρχιστράτηγο να στείλει τον φουκαρά στην πρώτη γραμμή για να σκοτωθεί στη μάχη. Ο αρχιστράτηγος (που όλο και κάτι ξέρει από τη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης) εκτελεί υποδειγματικά την εντολή και ο κακομοίρης ο Ουρίας σκοτώνεται σε μια χαζή έφοδο κάτω από τα τείχη της πολιορκημένης πόλης.
Σε έναν κάπως τραγικό διάλογο (αν και η τραγωδία θα εφευρεθεί τέσσερις-πέντε αιώνες αργότερα) ο αγγελιαφόρος φέρνει το μήνυμα της αποτυχημένης εφόδου στο βασιλιά. Έξαλλος αυτός, αναθεματίζει τον αρχιστράτηγο και μέμφεται την ηλιθιότητά του: ποιος ο λόγος να εκθέσει το στρατό στα πυρά από τα τείχη και να πάθει τέτοια νίλα και να σκοτωθεί τόσος κόσμος; Ο αγγελιαφόρος συμπληρώνει ότι πάνω στη σύγχιση σκοτώθηκε και ο Ουρίας ο Χετταίος. Ο βασιλιάς αιφνιδίως αρχίζει να το φιλοσοφεί το θέμα: τι να κάνουμε, η ζωή έχει και αναποδιές, συμβαίνουν αυτά... Παίρνει τη γυναίκα στο παλάτι (όπου και γέννησε ένα γιό όταν ήρθε ο καιρός) και κυρήττει την υπόθεση περαιωμένη.
Αμ δε. Μια μέρα εμφανίζεται στο παλάτι ένα τύπος ονόματι Νάθαν· προφήτης (ιδιότητα που δεν δηλώνει ότι ξέρει τα μελλούμενα, αλλά ότι μιλάει γνωστοποιώντας το θέλημα του Θεού). Ο Νάθαν απευθύνεται στο Δαυίδ υπό την ιδιότητά του τελευταίου ως δικαστή (την εποχή εκείνη η διάκριση των εξουσιών δεν ήταν ακόμα επαρκώς αντιληπτή έννοια) και του ζητάει να αποδώσει δικαιοσύνη για μια υπόθεση: Κάποιος πλούσιος έχει πολλά κοπάδια αρνιά, κι ένας φτωχός γείτονάς του μόνο ένα αρνάκι, και πολυαγαπημένο. Μια μέρα που ήρθε στον πλούσιο κάποιος επισκέπτης, αντί να σφάξει ένα από τα πολλά δικά του αρνιά, ο τύπος πάει και σφάζει αυτό του γείτονα για να ταΐσει τον επισκέπτη του. Ο Δαυίδ έξαλλος φωνάζει ότι ο πλούσιος είναι υιός θανάτου και πρέπει να πληρώσει. Σὺ εἶ ὁ ἀνὴρ ὁ ποιήσας τοῦτο· του λέει ο προφήτης, κι αρχίζει να απαριθμεί τα δεινά που θα βρουν το βασιλιά και τη γενιά του εφεξής.
Ίσως να είναι εκείνες τις στιγμες που ο Δαυίδ θυμάται ότι είναι ποιητής· ίσως τότε αρχίζουν να σχηματίζονται μέσα στο μυαλό του οι φράσεις της μετάνοιας που έμελλε να γίνουν ο N' ψαλμός («Θυσία τῷ Θεῷ πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην ὁ Θεὸς οὐκ ἐξουδενώσει»). Σύντομα το παιδί της Βηρσαβεέ αρρωσταίνει, όπως προφήτεψε ο Νάθαν. Ο εν μετανοία ευρισκόμενος Δαυίδ, προσεύχεται στο Θεό να ζήσει το παιδί, και στο μεταξύ δεν τρώει και δεν πίνει και δε μιλάει σε κανέναν. Όταν κάποτε το παιδί πεθαίνει, οι αυλικοί δεν τολμάνε να μιλήσουν στο βασιλιά, σκεπτόμενοι ότι αφού είναι σε τέτοια χάλια απλώς και μόνο με την αρρώστια του παιδιού, φαντάσου πώς θα κάνει άμα του πουν ότι πέθανε κιόλας. Ο Δαυίδ αντιλαμβάνεται τα σιγοψιθυρίσματα και ρωτάει τι συνέβη. Αφού ακούει τα καθέκαστα, προς έκπληξη των αυλικών του σταματάει το θρήνο, τρώει, πίνει, και λέει «εγώ τα έκανα αυτά μήπως και ζήσει το παιδί, τώρα που πέθανε τι άλλο να κάνω, πίσω δε μπορώ να το φέρω», θυμίζοντας λιγάκι κάτι που μερικούς αιώνες αργότερα θα έγραφε ο δικός μας Αρχίλοχος:
Οὔτε τι γὰρ κλαίων ἰήσοµαι
οὔτε κάκιον
θήσω τερπωλὰς καὶ θαλίας
ἐφέπων.
που θα μπορούσε να σημαίνει «μήτε κι αν κλαίω θα γιατρευτώ, μήτε χειρότερο κακό θα πάθω αν ριχτώ σε γλέντια και χαροκόπια».
Τα πάθη του Δαυίδ θα συνεχιστούν βέβαια, με βιασμούς και φονικά ανάμεσα στα ίδια του τα παιδιά, με εξεγέρσεις και εμφυλίους πολέμους, με τις γυναίκες του να διαπομπεύονται δημόσια (όπως του το είχε προφητέψει ο Νάθαν: αυτό που έκανες εσύ κρυφά θα σου το κάνουν άλλοι φανερά...), με θανάτους και δυστυχίες μέχρι το τέλος. Κάπου εκεί προς το τέλος, από τα εναπομείναντα παιδιά του θα δώσει το χρίσμα της διαδοχής στον άλλο γιο που έκανε με τη Βηρσαβεέ, αυτόν που θα γινόταν αργότερα ο σοφός Σολομών. Τότε όμως ήταν ακόμα παιδί, γιατί να διαλέξει αυτόν; Μα επειδή του το ζήτησε εκείνη βέβαια... Ίσως γιατί από όλες τις γυναίκες της ζωής του, ακόμα και μετά από όλη αυτή την καταιγίδα της δυστυχίας, για εκείνην να ένιωθε ένα δέσιμο διαφορετικό, ίσως γιατί μπορεί να θυμόταν ακόμα στη ραχοκοκκαλιά του αυτό το σκίρτημα που είχε νιώσει όταν την πρωτοείδε να βγαίνει από το λουτρό. Ίσως αυτό το σκίρτημα να ζύγιζε ακόμα μέσα του περισσότερο από τις πόλεις και τα βασίλεια. Ίσως ακόμα ακόμα (Θοῦ, Κύριε, φυλακὴν τῷ στόµατί µου...) να ήταν πιο πολύτιμο κι από τους ίδιους του τους στίχους.
Αλλά γι' αυτό το τελευταίο δεν είμαι και πολύ σίγουρος.
Σ.Σ. Άλλοι παθιάζονται με τις γυναίκες (που είναι και το πρέπον) κι άλλοι τραβάμε τα ζόρια μας με τις ιστορίες των ανθρώπων και βάζουμε σκοπό να μαγαρίσουμε όποια καλή ιστορία έχουμε ακούσει η διαβάσει, να τη διαστρέψουμε και να την ξανασερβίρουμε για καινούργια σ' όποιον είναι πρόθυμος να ακούσει. Μια μέρα πριν κάτι μήνες ένα συνήθως πρόθυμο αυτί το πήρε ο ύπνος πριν ακούσει την ιστορία του Δαυίδ. Η άλλη μέρα έφερε άλλες έννοιες και το πράγμα ξεχάστηκε, όμως η ιστορία έσκαβε μόνη της το δρόμο προς την επιφάνεια. Γι' αυτό υπάρχει άλλωστε το ιστολόγιο, για να αερίζεται το χώμα στο χωράφι που φυτρώνουν οι ιστορίες «και να μη σέπουνται» που λένε κι οι Καριώτες...
Ξαναδιαβάζοντας, βέβαια, βλέπω ότι τα έχω κάνει ολίγον σαλάτα, ανακατεύοντας Παλαιά Διαθήκη με Αρχίλοχο (καμμία σχέση...) και σε μια περίεργη ειρωνία βάζω ασυναίσθητα σε ένα κείμενο για το Δαυίδ μια κοινή φράση που προέρχεται ακριβώς από έναν Ψαλμό δικό του («Θοῦ, Κύριε, φυλακὴν τῷ στόµατί µου καὶ θύραν περιοχῆς περὶ τὰ χείλη µου», Ψαλμ. 140). Ανακατεύω ακόμα κάμποσα άσχετα μεταξύ τους πράγματα, και το αποτέλεσμα προκύπτει εμφανώς άνισο, μην πω καλύτερα μισοκατεστραμμένο από το ίδιο το βάρος του εγχειρήματος.
Άλλοι έχουν καταπιαστεί με μεγαλύτερη επιτυχία με όψεις αυτής της ιστορίας, από Ραββίνους και Πατέρες της Εκκλησίας, μέχρι ταινίες του Χόλιγουντ και πρώην μέλη των Police, σαν τον Sting που πριν καμμιά εικοσαριά χρόνια έβγαλε ένα τραγουδάκι που μάλλον τα λέει καλύτερα από μένα τα καταληκτικά του κειμένου (και πιο μελωδικά, ομολογουμένως):
Though all my kingdoms
turn to sand
And fall into the sea
I'm mad about you
I'm mad about you
Αλλά ο καθείς και τα όπλα του, πώς να γίνει...
Ανακατασκευασμένη εκδοχή του προ εικοσαετίας βίντεο του Mad about you, που αναφέρεται ακριβώς στην ιστορία Δαυίδ-Βηρσαβεέ, με ορισμένες ελευθερίες. Μια εξελληνισμένη εκδοχή που βγήκε κάποτε παρέα με τον αναπόφευκτο Νταλάρα είναι, αναπόφευκτα, για τα μπάζα.
19/5/11
Προφητάναξ με πάθη
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
8 σχόλια:
Ίδρωνα μία ώρα να σκεφτώ σχόλιο για αυτή την απίστευτη
( !!!... !;! 8-Ο )
ανάρτηση.
Θα φυλάκιζα την χείρα μου, αλλά τυχαία (;) βρήκα τούτο, που - με μία σουρεαλιστική έννοια - ταιριάζει:
http://www.youtube.com/watch?v=obkx7xxW8ck
:-)
Idom
Έξοχο!
Ουφ, ευτυχώς βγαίνουν ακόμα τέτοια ποστάκια.
Όταν λέτε δικός μας ο Αρχίλοχος εννοείτε της τρισχιλιετούς συνέχειας του Ελληνισμού; Κι ο Νταλάρας πάλι, τι κακία κι αυτή... Ούτε ο Πανούσης...
Κύριε Idom, αυτό με τους Pink Floyd μάλλον μου διαφεύγει.
Κε Δύτα και ο άλλος ο κύριος με το Ζωροαστρικό ή Ινδουιστικό όνομα, ευχαριστώ, αλλά δε σας πιστεύω... Ακόμα δεν είμαι σίγουρος τι ήθελα να πω, άλλωστε.
Κύριε Περαστικέ, δικός μας - από την Πάρο ήταν ο άνθρωπος, ελληνικά μιλάει, για γλέντια και χαροκόπια λέει, τι άλλο πια θέλετε; Μια χαρά θα τα βρίσκαμε.
Με το Νταλάρα πάλι ίσως όχι και τόσο...
Kαλή αφήγηση, παραμυθένια τραγωδία γιατί όχι πρωτύτερη τού Αισχύλου ...
@ B.
Είχα αρχίσει να ανησυχώ ότι είμαι βραδύνους, αλλά ευτυχώς έγραψες αυτό,
"Ακόμα δεν είμαι σίγουρος τι ήθελα να πω, άλλωστε."
και ησύχασα!...
:-))
Idom
Δημοσίευση σχολίου