ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Μια ρεβυθιά στο Ηράκλειο - Λέιντεν - Λισσαβώνα - Αθήνα - πάλι Ηράκλειο - Γιάννενα


19/1/10

Ο κλέφτης της Βαγδάτης και ο Ροσέντο Χουαρέζ

Αν βρεθείτε στην Αριζόνα και χρειαστείτε καθάρισμα χαλιών, προτιμήστε τον Τόνυ από την ιστοσελίδα του οποίου σούφρωσα την εικόνα του ιπτάμενου χαλιού.

Όλοι λατρεύουν τους γενναίους, παινεύουν τους αντρειωμένους και υπολήπτονται τους λεβέντες. Ειδικά εδώ στην Κρήτη που η παλληκαροσύνη πάει με τον τόνο και όχι με το κιλό όπως αλλού, τα παλληκάρια κουβαλάνε ένα λίγο πιο ασήκωτο βάρος, όχι τόσο ως προς το τελετουργικό (μαύρα πουκάμισα, μαχαίρια, όπλα) όσο - κυρίως - ως προς τη συμπεριφορά. Αυτό έχει τις καλές και τις κακές πλευρές του, διότι όλοι λίγο πολύ ως αγόρια την έχουμε τη δόση της τεστοστερόνης μας και ψιλογουστάρουμε, αλλά αν πέσεις σε διαμάχη για την προτεραιότητα σε διασταύρωση (ή σε όποια άλλη διαμάχη, εδώ που τα λέμε...) αρχίζεις να βλαστημάς την ώρα και τη στιγμή που η μοίρα σε έριξε σε έναν τόπο που αυτά και άλλα ζητήματα ρυθμίζονται όχι από τον Κ.Ο.Κ. ή την κοινή λογική αλλά από το ποιος την έχει πιο μεγάλη (την τεστοστερόνη, εννοείται...).

Τέλος πάντων, κάθε τόπος έχει τα ήθη του και καλά κάνει, αλλά εγώ που είμαι λίγο μυστήρια περίπτωση αρέσκομαι συχνά να αναλογίζομαι πως η Τροία δεν κερδήθηκε από την παλληκαριά του Αχιλλέα (που πήγε και ολίγον άκλαυτος εν τέλει) αλλά από την πονηριά του Οδυσσέα, που μπορεί μεν να ήταν γενναίος μαχητής, αλλά την κρίσιμη ώρα ήξερε να βάζει και καμμιά τρικλοποδιά. Η ιστορία είναι γεμάτη τέτοια παραδείγματα, κι όσο υπέροχη κι αν ήταν η θυσία του Λεωνίδα και των τριακοσίων (χώρια οι εφτακόσιοι Θεσπιείς, για να μην ξεχνιόμαστε) στις Θερμοπύλες, τον πόλεμο εν τέλει τον κέρδισε ο Θεμιστοκλής με τα ξύλινα τείχη, αφού προηγουμένως άφησε την Αθήνα να καεί από τις στρατιές του Ξέρξη, κρυπτόμενος και λοιδωρούμενος μέχρι να πάει τη μάχη στο πεδίο ακριβώς που την ήθελε. Ήταν λοιπόν δειλός; Την ιστορία τη γράφουν οι νικητές, κι ακόμα κι αν κατέληξε να ζητιανεύει σατραπείες στο τέλος, το σημαντικό ήταν ότι υπήρξε ευέλικτος όταν έπρεπε - και ας είναι η ευελιξία σπανίως συνώνυμη της παλληκαριάς per se.

Σε ό,τι με αφορά, επειδή ως παιδί ήμουν κοντούλης και μικροκαμωμένος (αν και το τελευταίο έχει αλλάξει κατά πλάτος καιρό τώρα) και φορούσα και γιαλιά, απέφευγα να μπλέκω σε καυγάδες ("Παλεύεις ρε; Άμα είσαι άντρας έλα να παλέψουμε!") καθώς ήμουν ιδιατέρως ευάλωτος στην πρώτη τυχούσα σφαλιάρα που θα με έστελνε σπίτι μισότυφλο και με τσαλαπατημένη αξιοπρέπεια. Με τον καιρό αυτό εξελίχθηκε σε μια γενική στρατηγική αποφυγής άσκοπων συγκρούσεων (που στους παγκοσμιοποιημένους καιρούς μας λέγεται "low profile") αλλά επειδή υπάρχουν περιπτώσεις που θέλεις να πετύχεις κάποιους στόχους για τους οποίους είναι αναπόφευκτο να συγκρουστείς, προτιμώ να επιλέγω εγώ το πεδίο της μάχης. Φυσικά ούτε Σουν Τζου έχω διαβάσει, ούτε Κλαούζεβιτς, αλλά δε θέλει και πολύ μυαλό για να καταλάβεις ότι δεν υπάρχει νόημα στο να συγκρουστείς π.χ. με επαγγελματία μουσικό στο παίξιμο εγχόρδων, ούτε με Κρητικό σε διαγωνισμό μαντινάδας.

Ατυχώς συχνά οι άνθρωποι παρασύρονται σε τέτοιες χαμένες μάχες, όχι για να πετύχουν αυτό που θέλουν, αλλά για να υπερασπιστούν ένα όνομα που έχουν φτιάξει ή μια έννοια αξιοπρέπειας η οποία υπερβαίνει τα θέλω τους και νοηματοδοτεί συνολικά τον τρόπο ζωής τους. Εννοείται ότι δεν μιλάω για ζητήματα που άπτονται του εσώτερου είναι - παραμένω θαυμαστής όλων εκείνων που έμειναν πιστοί στις ιδέες τους, σαν τους χριστιανούς μάρτυρες στην αρένα ή τον Τζιορντάνο Μπρούνο στην πυρά (μετά που άλλαξαν τα κόζια). Αντιλαμβάνομαι όμως μια χαρά και το Γαλιλαίο που τα έστριψε ενώπιον της πυράς, διότι είτε καιγόταν ο ίδιος είτε όχι, η γη πάλι θα γύριζε ό,τι και να έλεγε, οπότε προτίμησε να ζήσει λίγο παραπάνω και να τη βλέπει να γυρίζει κάθε ανατολή και δύση ανεξαρτήτως ηρωικών δηλώσεων. Σε λιγότερο ηρωικά συμφραζόμενα πάντως, ανακαλώ στη μνήμη κάποιες άλλες ιστορίες μειωμένης ίσως παλληκαριάς αλλά αυξημένης αποτελεσματικότητας ή ουσιαστικού βάθους.

Η πρώτη πρέπει να προέχεται από μια ταινία που είχα δει στην τηλεόραση μικρός και σήμερα δεν μπορώ να ταυτοποιήσω - ίσως κάποια τηλεοπτική εκδοχή της ιστορίας του "Κλέφτη της Βαγδάτης". Θυμάμαι ότι υπήρχε ένας αριστοκρατικής καταγωγής κατατρεγμένος ήρωας που περνάει του λιναριού τα πάθη για να κερδίσει το θρόνο και την πριγκίπησσα, με τη συντροφιά ενός λαϊκού "λούμπεν" πιτσιρικά που είναι ο κλέφτης του τίτλου. Σε μια χαρακτηριστική σκηνή, οι ήρωές μας πρέπει να μπουν σε ένα μαγικό σπήλαιο και να πάρουν ένα μαγικό λυχνάρι ή χαλί, κάτι που θα τους γυρίσει εγκαίρως στη Βαγδάτη πριν επισυμβεί κανένα μοιραίο στην κοπέλα. Το μυστικό στο σπήλαιο είναι να μην παρεκκλίνεις καθόλου από την πορεία σου, και ο γενναίος ήρως μπαίνει θαρραλέα στη σπηλιά, όπου διάφορα φαντάσματα αρχίζουν να προκαλούν τον ανδρισμό του, την τιμή του, το επάγγελμα της μαμάς του κλπ. Ο ήρως ορμάει να επιτεθεί στους άνανδρους συκοφάντες, παρεκκλίνει όμως της πορείας του και πετρώνει. Ο κλέφτης που έχει μείνει απέξω, βαριέται να περιμένει, μπαίνει στο σπήλαιο και ακολουθεί απολαυστικός διάλογος όπου ο νεαρός αντιπαρέρχεται όλες τις λεκτικές προκλήσεις με πλήρη νηφαλιότητα:

- Είσαι κλέφτης!
- Είμαι! Πού το ξέρεις;
- Η μάνα σου είναι πόρνη!
- Πράγματι! Μα εσύ ξέρεις πολλά!
- Ο πατέρας σου ήταν απατεώνας και δολοφόνος.
- Ξέρεις τον πατέρα μου; Δεν έχω ιδέα ποιος είναι... Πες μου κι άλλα γι' αυτόν!


Όπως είναι φυσικό, φτάνει χωρίς να λοξοδρομήσει λεπτό στο τέρμα του σπηλαίου, λύνει τα μάγια, ξεπαγώνει το μαρμαρωμένο ήρωα, καβαλάνε το μαγικό χαλί και πάνε να σώσουν το κορίτσι κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

Η δεύτερη και πιο σοβαρή ιστορία αφορά δυο διηγήματα του Μπόρχες, γραμμένα σε απόσταση πολλών δεκαετιών. Το πρώτο, αρχές δεκαετίας '30, (Ο άνθρωπος της ρόδινης γωνίας, από τη συλλογή "Παγκόσμια Ιστορία της Ατιμίας"), διηγείται μια παρ' ολίγον μονομαχία στο Μπουένος Άιρες του δέκατου ένατου αιώνα. Ο Ροσέντο Χουαρέζ, τοπικός μαχαιροβγάλτης μιας γειτονιάς προκαλείται από έναν άλλο μαχαιροβγάλτη άλλης γειτονιάς, μπροστά στην παρέα και την κοπέλα του. Στην αφήγηση αυτή ο ντόπιος δειλιάζει και ο ξένος παίρνει τη δόξα και την κοπέλα μέχρι λίγο αργότερα να βρεθεί μαχαιρωμένος στο στήθος και να πεθάνει από άγνωστο χέρι (που στο τέλος μαθαίνουμε ότι ανήκει στον αφηγητή του διηγήματος). Το διήγημα έγινε ταινία, θεατρικό, τάνγκο, και γνώρισε τεράστια δημοσιότητα (ουσιαστικά ήταν το πρώτο fiction διήγημα που δημοσίευσε ο Μπόρχες). Πολλά χρόνια αργότερα, στη συλλογή "Αναφορά του Μπρόντι" της δεκαετίας του '70, διαβάζουμε μια άλλη εκδοχή των ίδιων γεγονότων, με αφηγητή αυτή τη φορά τον ίδιο το Ροσέντο Χουαρέζ.

Ο υποτιθέμενος δειλός της πρώτης ιστορίας αποκαλύπτεται ότι είναι ένας άνθρωπος "εμπειρικός" μεν, αλλά βαθιά φιλοσοφημένος. Έχει πάρει το ρόλο του "νταή" της γειτονιάς σχεδόν άθελά του, κι όσο περνάει ο χρόνος αισθάνεται ξένος με όσα γίνονται. Το κρίσιμο βράδι που ο άλλος τον προκαλεί, ο Ροσέντο είναι ήδη αλλού - αρνείται να μονομαχήσει όχι από δειλία, αλλά επειδή διακρίνει την παντελή έλλειψη νοήματος σε όλο αυτό το σκηνικό των μαχαιροβγαλτών και του υποκόσμου και φτάνει σε μια βαθύτερη και ουσιαστικότερη κατανόηση του τι συμβαίνει γύρω. Τα γεγονότα απομυθοποιούνται αρκούντως - μαθαίνουμε ότι ο ξένος μαχαιρώθηκε πισώπλατα και όχι στο στήθος, και ότι η όλη ιστορία ήταν τελικά πολύ λιγότερο στυλιζαρισμένη και θεατρική από όσο η πρώτη εκδοχή αφήνει να εννοηθεί.

Μαθαίνουμε ακόμα ότι η δειλία και η γενναιότητα είναι έννοιες καμμιά φορά θολές, κι ότι η τυποποιημένη macho συμπεριφορά δεν είναι κατ' ανάγκην η πιο γενναία που μπορείς να βρεις. Κι ότι συχνά είναι πολύ γενναιότερο να παλεύεις τους προσωπικούς δαίμονές σου, που μπορεί να είναι πολύ πιο δύσκολο να αντιμετωπίσεις από ό,τι τα αθώα εν τέλει φαντασματάκια του Κλέφτη της Βαγδάτης, κι ότι αυτές οι μάχες σε κάνουν ενίοτε πολύ πιο άντρα από όσο εφτακόσια κιλά μαγκιά φορτωμένα σε 4x4 με μαύρο φιμέ τζάμι και ασορτί πουκάμισο.

Κι ας βάζεις όπισθεν στις διασταυρώσεις εφόσον χρειαστεί, αν και έχεις προτεραιότητα. Κι ας κρύβεσαι μέσα σε ένα ξύλινο άλογο περιμένοντας την ώρα σου - έστω και με έναν κρυφό, ενδόμυχο φόβο ότι πολεμάς δέκα χρόνια άσκοπα για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ελένη.

15 σχόλια:

Idom είπε...

Πολύ ωραίο κέιμενο!
Και σπουδαίο θέμα.

Εύγε, Ροβιθέ μου, εύγε!

1η προσέγγιση:
Ποιο Κρητικόπουλο σού έκλεψε την προτεραιότητα στη διασταύρωση, να κατέβω εγώ στη Μεγαλόνησσο, να ... το βάλω στα πόδια! :-))

Idom

Idom είπε...

Δεύτερη προσέγγιση: αναρτημένη στο blog μου. (Ευκαιρία να ευλογήσω τα γένια μου. :-) )

http://genikhsxrhshs.blogspot.com/2010/01/blog-post_19.html

Idom

Β. είπε...

Κανείς δε μoυ έκλεψε τίποτα, αγαπητέ Idom, δεν υπάρχει συγκεκριμένη αφορμή όπότε δεν χρειάζεται να το βάλετε στα πόδια προσώρας...

Βρε τον Κουγκφούκιο, τι ωραία που τα λέει...

(Ου να χαθείτε, κότες, γυναικούλες, ουστ!)

Ανώνυμος είπε...

Όσο τα κεράκια αυξάνουν στην τούρτα τόσο συμφωνώ μαζί σου, αλλά
σίγουρα υπάρχει αφορμή για αυτήν την ανάρτηση...

Λ

Μαύρος Πητ είπε...

Δεν διαφωνώ κατ' αναγκη με την τακτική σου. Απλά θα σου πώ ότι όπως το 'νταηλίκι΄ γίνεται κάποια στιγμή υποσυνείδητη - κατά μια έννοια αυτόματη - αντίδραση, το ίδιο μπορεί να γίνει και η 'φυγή'.

Και το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν είναι όλα τα 'πουκάμισα' ίδια, ούτε είναι όλα αδειανά...

Idom είπε...

3η προσέγγιση:

Στην ιστορία τού "Κλέφτη τής Βαγδάτης" ποιος απ' τους δύο "κέρδισε" την πριγκηποπούλα;
Ή μήπως κάναν τρίο;

Idom

Β. είπε...

@Λ: όχι καλή μου, δεν υπάρχει "συγκεκριμένη αφορμή", υπάρχει αυτό που μας περιβάλλει και που εμένα μου είναι πιο ανοίκειο από ό,τι εσένα ίσως...

@Μαύρο Πητ: δεν είπα κάτι περί φυγής (μάλλον του Idom ή του Κουγκφούκιου είναι η πρόταση), αλλά προφανώς έχεις δίκιο.

Όχι, δεν είναι όλα τα πουκάμισα αδειανά, ούτε όλες οι Ελένες ίδιες - αλοίμονο. Θα βρίσκαμε τότε μια ολόιδια και δε θα τρέχαμε στην Τροία τζάμπα και βερεσέ...

@Idom: τι χιούμορ... μένω έκθαμβος...

Μαύρος Πητ είπε...

Σχετικά πάντως με την τέχνη του "να το βάζεις στα πόδια" (Ίδομ - 1η προσέγγιση) δες και αυτό:

http://adventure.nationalgeographic.com/2009/05/top-ten-parkour-videos-text

Το 'άθλημα' ονομάζεται Parkour και το 'πετυχα' τυχαία στην Καθημερινή την επομένη του σχολιασμού. Με λίγο Γκούγκλ βρήκα το παραπάνω (και άλλα)

Καλή προπόνηση!

Μαύρος Πητ είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
Μαύρος Πητ είπε...

Η αφαίρεση έγινε γιατί το σχόλιο εμφανίστηκε διπλό...

Idom είπε...

@ Β!

Κοίτα, εγώ ήθελα να κάνω και άλλες προσεγγίσεις, ίσως χρησιμότερες, αλλά αν είναι να με ειρωνεύεσαι - και σύμφωνα με τα διδάγματα τής ανάρτησης - την κάνω (από την παρούσα ανάρτηση τουλάχιστον).


@ Μαύρο Πητ!

Εντυπωσιακός ο τύπος. Μπορεί να τo κάνει και με τακούνια;

Idom

Β. είπε...

Ωραία, τώρα που τρέψαμε σε φυγή τον Idom με το παροιμιώδες bullying που του ασκήσαμε, να πούμε ότι τη μεν πριγκήπισσα την πήρε ο αριστοκρατικός ήρως ως αναμένετο, αλλά και ο κλέφτης δεν τα πήγε χάλια καθώς βρήκε άλλη, καλύτερη.

Αυτό δεν το λέει βέβαια η ταινία (σιγά μην το έλεγε) αλλά το διδάσκει πολλαπλώς η ζωή - από το να κυνηγάμε πριγκήπισσες μια χαρά περνάμε και με τις βατραχίνες.

(Εντάξει Idom, νομίζω μπορείτε να μας ξαναμιλήσετε τώρα).

Idom είπε...

Μα;! Δεν επρόκειτο να μην σας ξαναμιλήσω! Εγώ είμαι μαζοχιστής, οπότε πολύ μού αρέσει να με αποπαίρνουν και να κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν τι λέω!...
Χε, χε...

Λοιπόν, επί τής ανάρτησης, το πρώτο που θα παρατηρούσα είναι η σχετικότητα των πραγμάτων.
Για παράδειγμα για έναν πιτσιρικά που έχει μεγαλώσει με σφαλιάρες, ΕΙΝΑΙ ζήτημα που άπτεται τού εσώτερου «είναι», το να μην αφήσει έναν εξυπνάκια να τού κλέψει την σειρά στην ουρά στο τυροπιτάδικο. Και ίσως, μέσα στην έλλειψη ψυχραιμίας του ενδέχεται να φτάσει στα άκρα για να υποστηρίξει τον εύθραυστο αυτοσεβασμό του.

To δεύτερο είναι οι συνέπειες τού να ακολουθείς έναν δρόμο μη συγκρούσεων, τις οποίες νομίζω υποβάθμισες.
Στο προηγούμενο παράδειγμα, ένας ώριμος ενήλικας ίσως θα θεωρούσε άνευ σημασίας την σύγκρουση τού πιτσιρικά. Ίσως δεν θα προκληθεί το δικό του είναι αν κάποιος άλλος εξυπνάκιας πάει να κλέψει την δική του σειρά, απλά μόνο θα νιώσει θλίψη (για τον εξυπνάκια). Αλλά τι «πρέπει» να κάνει αν συνοδεύει μία καινούργια σύντροφο, η οποία ενδεχόμενα δεν είναι τόσο ζεν, παρ’ όλα αυτά τον ενδιαφέρει με βάση την συνολική της εικόνα; Και τι «πρέπει» να κάνει αν συνοδεύει το παιδί του, για το οποίο έχει απόλυτη σημασία η εικόνα τής άμεσης προσέγγισης των πραγμάτων;

Από έναν κόσμο που αγριεύει όλο και περισσότερο, φοβάμαι ότι ο αρνητής των συγκρούσεων θα οδηγηθεί στο να μεταναστεύσει ολοκληρωτικά. Και το χειρότερο είναι ότι οι «άλλοι» επεκτείνονται...


Χαίρομαι που ο Κλέφτης τής Βαγδάτης – ελέω Ροβιθέ – βρήκε την βατραχίνα του και ελπίζω να βρήκε και ο Ροσέντο Χουάρεζ κάποια καλή βατραχίνα που δεν θα τον άφηνε για τον πιο αιμοσταγή μαχαιροβγάλτη.
Από την άλλη, τρομάρα μας αν για να έρθει η ωριμότητα και η επίγνωση τής ματαιότητας τού να είσαι «μαχαιροβγάλτης», πρέπει πρώτα να γίνεις ο βασιλιάς των «μαχαιροβγαλτών».
(Και βέβαια, ας σκεφτούμε και την θέση στην οποία βρισκόταν η πρώτη κοπέλα τού Χουάρεζ. Ίσως ήταν τόσο «λοβοτομημένη» που δεν μπορούσε καν να αντιληφθεί την δυνατότητα μίας διαφορετικής επιλογής.)


Νομίζω ότι τα περισσότερα πουκάμισα είναι μισοαδειανά / μισογεμάτα και μέσα στη ζωή συμβιβαζόμαστε στο να μοχθούμε για αυτά. Μήπως και η «βατραχίνα» δεν είναι ένα demi πουκάμισο;

Έτσι, μού φαίνεται ότι οι περισσότερες μάχες που θα δώσουμε, βρίσκονται στο θολό πεδίο ανάμεσα στο ζήτημα αρχής και στην αναγκαιότητα, μια που δεν είχαμε/έχουμε τα κουράγια να πάμε για άλλα.

Όσο για τον Λεωνίδα και τους μαχητές των Θερμοπυλών, και εκείνοι διάλεξαν το ευνοϊκότερο πεδίο μάχης. Για αυτό άλλωστε επέφεραν τόσο μεγάλο πλήγμα στους εχθρούς. Από ναυτικό δεν σκάμπαζαν. Τότε ο κόσμος δεν έκανε τόση ιστιοπλοΐα όσο σήμερα... :-)

Idom

Μαύρος Πητ είπε...

@Ίδομ,
Να zen κανείς ή να μη zen? Ιδού η απορία... (Άμλετ)!

Σαν να μου φαίνεται όμως ότι το παραψειρίζουμε. Τέτοιου είδους διλήμματα δεν είναι για να λύνονται αλλά για να κόβονται, κατά το δοκούν (για να παραφράσω και συμπληρώσω μιαν άλλη γνωστή ρήση)

Πάω να 'χτυπήσω' το σκουλαρήκι με το Μ. Πρίγκηπα (στην Παντάνασσα γίνεται το έλα να δείς!) :)

Idom είπε...

@ Μαύρο Πητ!

Χα, χα! Πολύ καλό!
Και μάλλον σωστό.

Εγώ μισώ Μικρό Πρίγκηπας, οπότε δεν έρθει Παντάνασσα...

Idom