Σύννεφα πάνω από το Φραγκοκάστελλο, Φεβρουάριος 2010.
Τώρα πια δε θυμάμαι πότε πρωτάκουσα τη λέξη, αλλά σίγουρα ήταν πολύ πριν εγκατασταθώ στην Κρήτη. Ίσως σε κάποια από τις τουριστικές επισκέψεις μου στα τέλη της δεκαετίας του ’80, αν και από τα μέρη εκείνα πέρασα σχετικά πρόσφατα, πρώτη και μέχρι τώρα τελευταία φορά, μετά από μια ορειβατική (τάχα μου δήθεν...) εκδρομή, από όπου και η φωτογραφία. Διάβασα σχετικά βέβαια κατά καιρούς σε κάτι τουριστικούς οδηγούς και ιστορικά ή ψευδο-ιστορικά κείμενα, και μέσες-άκρες θυμόμουνα την ιστορία. Όχι να την πω με λεπτομέρειες, αλλά να καταλάβω σε τι αναφέρεται όταν ένα καλοκαιρινό βράδι, πριν πολλά χρόνια, ο Γ. με ρώτησε:
- Έχεις πάει να δεις τους Δροσουλίτες;
Χρειάστηκα ένα-δυο δευτερόλεπτα για να καταλάβω ότι δεν αναφερόταν σε κάποια καλλιτεχνική ομάδα όπως π.χ. οι Χαΐνηδες ή οι Νεάρχου Παράπλους, αλλά στο κατεξοχήν φυσικό (;) φαινόμενο Δροσουλίτες. Ομολόγησα ότι δεν είχα πάει, καθώς από ό,τι μου είχαν πει η παρατήρηση Δροσουλιτών απαιτεί ειδικές συνθήκες, χωρίς να αναφέρουμε την υποχρεωτική κατασκήνωση στην πεδιάδα τέλη Μαΐου και το πολύ πρωινό ξύπνημα· πράγματα που εν γένει απέφευγα εκ νεότητός μου και όχι μόνο λόγω αλλεργίας. Τον ρώτησα πάντως αν είχε πάει ο ίδιος.
- Φυσικά, απάντησε. Μια και δυο φορές μόνο;
Φυσικά... Πολλά χρόνια εγκατεστημένος στην Κρήτη και πολλαπώς «Κρητικοποιημένος» αν και δεν διαθέτει αντίστοιχα γονίδια, ακούραστος ερευνητής του κρητικού φολκλόρ, πρέπει να είναι από τους πιο αναγνωρίσιμους «ξενομπάτες» βορειοδυτικά του Ψηλορείτη. Είμαι σίγουρος ότι θα έφτιαχνε ρακή αν είχε έστω μισό στρέμμα αμπέλι. Αλλά έχει απλώς μια μηχανή με την οποία περιφέρεται στους χωματόδρομους της ορεινής Κρήτης και στις παραλίες του Λιβυκού, σιγοτραγουδάει μαντινάδες, πιάνει κουβέντα με τους γέρους, και συλλέγει εικόνες. Σιγά μην έχανε τους Δροσουλίτες.
Οι λοιποί της παρέας ρωτάνε λεπτομέρειες και ο Γ. διηγείται την ιστορία: «Κατά το τέλος του Μάη, μέχρι τις αρχές Ιουνίου, λίγα λεπτά πριν την ανατολή του ηλίου, που η πρωινή δροσιά και η ομίχλη δεν έχουν ακόμα διαλυθεί και υπάρχει στην ατμόσφαιρα απόλυτη νηνεμία, παρουσιάζεται στη θέση Θυμέ Κάμπος, πάνω από την ερειπωμένη εκεί κοντά Μονή του Αγίου Χαραλάμπους, ένα περίεργο φαινόμενο να κινείται προς τη θάλασσα. Στρατιά ολόκληρη από ανθρώπινες σκιές με αστραφτερές πανοπλίες (στρατιωτών, πεζών και ιππέων) προελαύνουν προς τη θάλασσα, πάνω από το Φραγκοκάστελλο. Λέγεται ότι είναι ο Χατζής-Μιχάλης με τους καβαλάρηδές του, που πολεμούν πάλι τους Τούρκους......
»Τους σκιώδεις αυτούς μαχητές ο λαός τους ονομάζει «Δροσουλίτες» γιατί μόνο με τη δροσιά της αυγής κάνουν την εμφάνισή τους. Η διάρκεια του φαινομένου κρατά 8-10 λεπτά και κατόπιν εξαφανίζεται με την εμφάνιση των πρώτων ακτίνων του ήλιου. Για να το δεις όμως πρέπει να είσαι στην πεδιάδα και όχι στα γύρω υψώματα. Η λαϊκή πίστη θεωρεί ότι οι σκιές ανήκουν στους άνδρες του ηπειρώτικου εθελοντικού σώματος που σκοτώθηκαν στην πεδιάδα του Φραγκοκάστελλου το Μάιο του 1828, έχοντας αρχηγό τον Ηπειρώτη Χατζημιχάλη Νταλιάνη.
»Σ' αυτό το σημείο οι Ηπειρώτες συγκρούστηκαν με τους Τούρκους, χωρίς ν' ακούσουν τους Σφακιανούς που τους υπέδειξαν ότι ο χώρος δεν προσφερόταν για άμυνα. Τους έχει γίνει ακλόνητη πίστη ότι οι Δροσουλίτες είναι οι ψυχές των 305 σκοτωμένων ανδρών που τα κορμιά τους έμειναν άταφα. Κι έρχονται κάθε χρόνο στην επέτειο της μάχης, με την προϋπόθεση ότι οι καιρικές συνθήκες το επιτρέπουν.......»
- Άντε καλέ, λένε οι κοπελίτσες απέναντι, με ένα μίγμα αμφιβολίας και θαυμασμού. Και το έχεις δει εσύ αυτό;
- Μα ναι, επιμένει ο Γ., αν και δε φαίνεται πάντα, πρέπει να είναι ο καιρός κατάλληλος και να είσαι στο σωστό μέρος τη σωστή ώρα. Και μόνο στα τέλη του Μάη.
Και συμπληρώνει:
- Εντάξει, προφανώς δεν θα είναι φαντάσματα, πρέπει να υπάρχει μια ορθολογική ερμηνεία.
Καθησυχάζομαι για λίγο στα γνώριμα νερά του ορθολογισμού, μέχρι που στρέφεται σε εμένα και ρωτάει:
- Εσύ ως επιστήμονας τι λες για το φαινόμενο;
- Εγώ τι ως επιστήμονας;
- Εσύ πώς το ερμηνεύεις;
Καθώς οι κοπελίτσες με κοιτάνε, σκέφτομαι να πω κάτι για διάθλαση των πρώτων ακτίνων του ήλιου στην πρωΐνή υγρασία και αντανάκλαση στην επιφάνεια της θάλασσας και πάλι πίσω ή κάτι τέτοιο, αλλά οι γνώση μου περί οπτικής και σχετικών φυσικών φαινομένων περιορίζεται στη Φάτα Μοργκάνα κι αυτή στο περίπου, οπότε προκειμένου να πω καμμιά παπάρα λέω ένα αμήχανο «Δεν ξέρω» πράγμα που μου αφαιρεί τάχιστα το όποιο προσωρινό ενδιαφέρον, το οποίο επιστρέφει στον Γ. που συνεχίζει:
- Γιατί μου έχουν πει ότι υπάρχει μια φυσική ερμηνεία του φαινομένου.
- Α, ναι, δηλαδή;
- Ε, κάτι με τη διάθλαση του φωτός στην πρωϊνή υγρασία και κάτι αντανακλάσεις στη θάλασσα...
- Αααααααα, μάλιστα, λένε οι κοπέλες όλο χαρά και ενθουσιασμό, κι εγώ σκέφτομαι ενδομύχως πόσο βλάκας είμαι που το κρατάω το ρημάδι κλειστό όταν πρέπει να μιλήσω και το ανοίγω κυρίως όταν δεν πρέπει, αλλά ο Γ. συνεχίζει από εκεί που είχε μείνει:
- ...που φέρνουν στον ουρανό σα να προβάλλονται εικόνες από τις ακτές της Αφρικής που είναι πιο νότια...
Πάω να κάνω «Εε...» αλλά το δικό μου «Εε...» πνίγεται μέσα στο ενθουσιώδες «Ααααααα» των κοριτσιών ενώ ο Γ., το πάει ακόμα πιο πέρα:
- ...και βασικά αυτό που βλέπουμε είναι μια προβολή στην ατμόσφαιρα από τα πρωινά γυμνάσια που κάνει ο στρατός του Καντάφι στη Λιβύη.
Και μέσα σε παραληρηματικά «Ααααααα....» στρέφεται πάλι σ’ εμένα και ρωτάει:
- Λοιπόν τι λες; Επιστημονικά;
Πέφτει μια παράξενη σιγή. Με κοιτάζουν όλοι – και τα κορίτσια - με πραγματική αδημονία. Σκέφτομαι για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου καραβάνια με καμήλες να διασχίζουν τη Σαχάρα, το Άφρικα Κορπς του Ρόμμελ και τη μάχη του Ελ Αλαμέιν, το τραγουδάκι «στο Τούνεζι στη Μπαρμπαριά» και το «Αραπίνες λάγνες ερωτιάρες», το συνταγματάρχη Καντάφι και τη Λυβική Τζαμαχιρία του, ξενυχτισμένους γκρούβαλους να περιμένουν να δουν τους Δροσουλίτες να παρελαύνουν στους ουρανούς πάνω από το Φραγκοκάστελλο, κι αποφασίζω αυτή τη φορά να μην το κρατήσω κλειστό το ρημάδι, αλλά να πω αυτό ακριβώς που σκέφτομαι.
- Λοιπόν, ειλικρινά, επιστημονικά μιλώντας, οι Δροσουλίτες...
- Ναι; ρωτάνε όλο αδημονία τα κορίτσια.
-...νομίζω είναι ακριβώς τα φαντάσματα των άταφων στρατιωτών του Χατζημιχάλη Νταλιάνη.
Ύστερα υψώνω το ποτήρι μου εις υγείαν της παρέας – κι όξω βάσανα.
Σ.Σ. Επειδή έχουν περάσει χρόνια από το περιστατικό (τότε ζούσε ακόμα ο Καντάφι και η Λυβική Τζαμαχιρία του) και επειδή είμαι εκ φύσεως τεμπέλης, αντί να προσπαθώ να θυμηθώ πώς τα είχε πει ο Γ., έκλεψα και του έβαλα στο στόμα αυτούσια μια περιγραφή Δροσουλιτών που βρήκα στο youtube κάτω από ένα βιντεάκι με το (όχι εντελώς άσχετο) τραγούδι του Μιχάλη Χανιώτη «Παραβάτες» σε στίχους Θανάση Παπακωνσταντίνου και ερμηνεία της Λιζέτας Καλημέρη. Παρακάτω ενσωματώνω μια άλλη εκτέλεση, ζωντανή.
Τόσο ο Γ. όσο και τα κορίτσια απέναντι μάλλον ταίριαζαν κατά έναν τρόπο στην περιγραφή του τραγουδιού, τα χρόνια εκείνα.
25/5/13
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου