Οι περισσότεροι μάλλον δεν ξέρουν τον τίτλο του τραγουδιού "Guantanamera", πάρα πολλοί όμως έχουν ακούσει τη μουσική του, ειδικά όπως τραγουδιέται στα γήπεδα της χώρας με τους στίχους "Πού 'ναι η μπάλα - οέο, πού 'ναι η μπάααλα", ειδικά όταν η ομαδάρα προηγείται στο σκορ. Προσωπικά έχω μια μάλλον χαλαρή σχέση με το ποδόσφαιρο, όχι ως άθλημα εννοείται, αλλά ως θέαμα: έπαιξα τελευταία φορά το 1983 ή 1984, και σήμερα στα χάλια που είμαι από φυσική κατάσταση μόνο τη μπάλα θα μπορούσα να κάνω εντός γηπέδου, κι αυτή όχι με πολύ γκελ.
"Φίλαθλος" με την τυπική έννοια του όρου δεν υπήρξα ποτέ, αν και ο πατέρας μου μας πήγαινε πότε πότε στο γήπεδο σε κάνα ήσυχο ματσάκι του Θρύλου κάπου στα μέσα της δεκαετίας του '70, σε λίγο πιο ήρεμες εποχές στις κερκίδες. Αργότερα ετυχε να πάω με φίλους στο γήπεδο δύο ή τρεις φορές, η τελευταία εκείνης της περιόδου μάλλον το 1987. Τα επόμενα χρόνια, αν και οι προτεραιότητές μου ήταν άλλες και ουδέποτε είχα κάποια ιδιαίτερη σκασίλα για το πρωτάθλημα ή την Εθνική, στρωνόμουν ενίοτε μπροστά στην τηλεόραση όποτε είχε Μουντιάλ, αν και ομολογώ ότι θυμάμαι πολύ καθαρότερα τα παιχνίδια του 1978 και του 1982 (ακόμα και το όνομα του ανεκδιήγητου τερματοφύλακα της Βραζιλίας εκείνη τη χρονιά) από ότι τα μεταγενέστερα, κι αν το 2006 ο Ζιντάν δεν είχε ρίξει εκείνη τη μνημειώδη κουτουλιά στο Ματεράτσι, ίσως και να είχα μια δυσκολία να θυμηθώ ποιοι έπαιζαν στον τελικό.
Όταν πήγα στην Κρήτη, αρχές του 2007, ξαναβρέθηκα σε γήπεδο για πρώτη φορά μετά από είκοσι χρόνια. Στην Κρήτη πήγα γήπεδο ίσως πέντε φορές - όσες σε όλη την προηγούμενη ζωή μου. Η σχέση μου με τη μπάλα ως θέαμα ζεστάθηκε ελαφρώς, κυρίως για λόγους κοινωνικοποίησης, μέσω μιας αντροπαρέας εκ του επαγγελματικού χώρου που μαζευόταν για να δει αυτό ή εκείνο το ματς του Τσάμπιονς Λιγκ, και συζητούσε σε ένα μάλλον χαβαλέδικο κλίμα τις Δευτέρες για τις επιδόσεις του Γάβρου ή του Βάζελου, καμμιά φορά και του τοπικού ΟΦΗ πριν πέσει στη Β' Εθνική. Λίγο περισσότερο ζεστάθηκε το πράγμα και με τη σχετική αρθρογραφία στον αθλητικό τύπο (όχι τον οπαδικό), καθώς χαζεύοντας μέσω διαδικτύου (εννοείται ότι δεν αγόρασα ποτέ αθλητική εφημερίδα) ανακάλυψα ότι ορισμένοι αθλητικοί συντάκτες έχουν μια χαρά πένα, συγκροτημένη επιχειρηματολογία, συνεκτική σκέψη, και χαίρεσαι να τους διαβάζεις - ειδικά όταν δεν αναλύουν συστήματα και τακτικές, παρά άλλα "συμπληρωματικά" στοιχεία του ποδοσφαιρικού εποικοδομήματος που παρουσιάζουν ιδιαίτερο "κοινωνιολογικό" ενδιαφέρον. Το ένα φέρνει το άλλο, και κάποτε βρέθηκα να ακούω εν είδει ριάλιτυ σόου μεταμεσονύκτιες εκπομπές με τηλεφωνήματα "φιλάθλων" στα ραδιόφωνα, όπου το μακρύ και το κοντό του καθενός διακοπτόταν μόνο για να ανακοινωθούν τα τρέχοντα αποτελέσματα του "Πάμε Στοίχημα".
Αν με το ποδόσφαιρο είχα περιορισμένη σχέση, ακόμα λιγότερη είχα και με το σχετικό τζόγο. Θυμάμαι ως παιδί τον πατέρα μου να παίζει τακτικά ΠΡΟ-ΠΟ και να σημειώνει τα σημεία 1-2-Χ το απόγευμα της Κυριακής με το αυτί κολλημένο σε ένα ραδιοφωνάκι. Στο Γυμνάσιο έπαιξα κι εγώ 2-3 φορές, ρεφενέ το χαρτζηλίκι μαζί με φίλους. Την πρώτη φορά πιάσαμε ένα εντεκάρι, μετά τίποτα, και ο συνεταιρισμός διαλύθηκε πάνω σε μια διαφωνία για ένα ματς Κιλκισιακού-Πανσερραϊκού. Άλλη μια φορά έπαιξα στο στρατό, παρέα με όλο το θάλαμο, ξανά εντεκάρι. Με άλλου τύπου τζόγο, λαχεία, ξυστά, λόττο, τζόκερ, χαρτιά, ρουλέτες, άλογα δεν είχα συναντηθεί ποτέ, εκτός από κάτι τραγούδια του Άκη Πάνου και κάτι βιβλία του Αντώνη Σουρούνη, αλλά και τα δύο στο χώρο του φολκλόρ, μάλλον.
Έτσι αντιμετώπιζα ως αξιοπερίεργο ον ένα φίλο εκ της αντροπαρέας της Κρήτης, που αν και είχε σπουδάσει τον Άκη Πάνου κι απ' την καλή κι απ' την ανάποδη (το Σουρούνη μάλλον όχι), και είχε και μια πιο προσωπική σχέση με τα αθλήματα (αν μη τι άλλο έπαιζε κιόλας), η βασική του θέαση στα ποδοσφαιρικά δρώμενα ήταν κυρίως στοιχηματικής υφής. Βλέπαμε ας πούμε καμμιά ματσάρα στο Τσάμπιονς Λιγκ, όπου η Μπαρτσελόνα διέσυρε την αντίπαλο και ενώ όλοι ενθουσιάζονταν από το θέαμα, ο δικός μας πάγωνε: "Όχι, ρε π.... Το έχω παίξει ισοπαλία.". Και στην αυτονόητη ερώτηση γιατί το έπαιξε ισοπαλία ενώ η Μπάρτσα ήταν το απόλυτο φαβορί, ερχόταν η απάντηση "Μα ο άσος δίνει 1,10, ενώ το χι 3,20. Εσύ δε θα το 'παιζες;". Ευτυχώς για τον ίδιο έπαιζε μικροποσά και δεν έχανε πολύ, αλλά στις λοιδωρίες των υπολοίπων επιστημόνων της παρέας που δεν έπαιζαν στοίχημα απαντούσε με τη θεωρία του μεταλλαγμένου υποδοχέα. Σύμφωνα με αυτήν, οι άνθρωποι που έχουν μια συγκεκριμένη μορφή ενός γονιδίου που φτιάχνει έναν υποδοχέα νευροδιαβιβαστών, αισθάνονται μια ιδιαίτερη ηδονή από το ρίσκο του τζόγου, ενώ οι άλλοι που έχουν τη συμβατική μορφή του υποδοχέα δεν την αισθάνονται. Ο ίδιος ήταν βέβαιος ότι έχει τη μεταλλαγή. Φυσικά η επιχειρηματολογία του δεν με έπειθε, ούτε μπορούσα να καταλάβω το σκεπτικό του. Μέχρι πριν λίγες μέρες.
Λίγο πριν την έναρξη των αγώνων του Μουντιάλ κυκλοφόρησε ένα ηλεκτρονικό μήνυμα στο χώρο εργασίας, το οποίο καλούσε τους συναδέλφους να παίξουν ένα στοιχηματάκι μεταξύ τους, πέντε ευρώ το κεφάλι, και να προβλέψουν τα αποτελέσματα των αγώνων και τον τελικό νικητή. Το στοίχημα ήταν με βαθμολογία: γα κάθε αγώνα που προέβλεπες σωστά κέρδιζες έναν πόντο, για το σωστό σκορ άλλον ένα, για κάθε ομάδα που πέρναγε από τον όμιλο δύο πόντους, για τα προημιτελικά τρεις, κλπ. μέχρι τον τελικό. Είπα προς χάριν της κοινωνικοποίησης να παραβώ τις αρχές μου, βαριόμουνα όμως να συμπληρώσω το δελτίο. Έτσι, μια μέρα πριν αρχίσουν οι αγώνες, ανέθεσα σε μια φίλη επισκέπτρια να κάνει τις δέουσες προγνώσεις. Η φίλη μου δεν έχει ιδέα από μπάλα (και φαίνεται): συμπλήρωσε το δελτίο με πολιτισμικά κριτήρια και έβαλε διάφορες πολιτισμικά ενδιαφέρουσες χώρες στην τετράδα, την Αλγερία π.χ. Ευτυχώς η Βραζιλία λόγω σάμπας και η Αργεντινή λόγω τάνγκο προβλέπεται να παίζουν τελικό, και η Ισπανία λόγω φλαμένγκο ημιτελικά, πράγμα που ποδοσφαιρικώς βγάζει νόημα αν μη τι άλλο. Με ήσυχη συνείδηση κατέθεσα το δελτίο και τα πέντε ευρώ μου λίγο πριν το εναρκτήριο ματς.
Τις πρώτες μέρες η απόδοσή μας ήταν τραγική: από τους είκοσι συμμετέχοντες είχαμε προσπεράσει μόνο μια Καναδή συνάδελφο που δεν ήξερε ούτε τι είναι ποδόσφαιρο ούτε ότι υπάρχουν δύο Κορέες και αναρωτιώταν μεγαλοφώνως γιατί αυτή η χώρα παίζει έξι ματς και οι άλλες μόνο τρία. Σιγά σιγά όμως το πράγμα διαφοροποιήθηκε και χάρη σε μια διαδοχή συμπτώσεων επί τρεις συνεχόμενες μέρες το δελτίο μας έβγαζε το καλύτερο σκορ. Κάποια στιγμή βρεθήκαμε στην τρίτη θέση, κοντά στη θεωρητική πιθανότητα όχι μόνο να ρεφάρουμε το πεντάευρο, αλλά να τσιμπήσουμε και άλλο ένα τάληρο κέρδος. Την επομένη έπαιζε η Ιταλία με τη Σλοβακία: σύμφωνα με την πρόβλεψη έπρεπε να κερδίσουν οι Ιταλοί (ένας πόντος) με 1-0 (άλλος ένας) και να προκριθούν στην επόμενη φάση (δύο πόντοι). Οι Σλοβάκοι όμως ήταν πολύ καλύτεροι - κέρδισαν 3-2, πέταξαν έξω τους κατόχους του τίτλου και συνέτριψαν τις στοιχηματικές μου ελπίδες. Συνέλαβα τον εαυτό μου σε βαθιά κατάθλιψη: κατρακυλήσαμε εν τάχει στην έκτη θέση και με σημαντικά υπονομευμένες πιθανότητες μελλοντικής επανάκαμψης. Προφανώς δε με ένοιαζε το τάληρο - και πενηντάρικο να ήταν, μην πω και πεντακοσάρικο. ΗΘΕΛΑ όμως να νικήσουν οι Ιταλοί (που δεν ήταν καλύτεροι), να μην αναφέρω και την εκενευριστική ισοπαλία Παραγουάη-Νέα Ζηλανδία που με άφησε χωρίς πόντο όλη μέρα.
Χτες έφυγα νωρίς από το εργαστήριο, όπως όλοι, για να πάω να δω το Βραζιλία-Πορτογαλία. Η ισοπαλία βόλευε και τους δύο, και το παιχνίδι γρήγορα έγινε "φιλικό", σε βαθμό που οι φίλαθλοι στις κερκίδες στο τέλος γιουχάιζαν ό,τι κινείτο ενώ οι παίκτες αντάλλασσαν πασίτσες στο κέντρο μην τυχόν και βάλουν γκολ κατά λάθος. Το θέαμα ήταν αποκρουστικό σχεδόν. Το βράδι στο Ισπανία-Χιλή το διαμορφωθέν 2-1 στην αρχή του δευτέρου ημιχρόνου τους βόλευε επίσης όλους, και στο τέλος στην ίδια "φιλική" ατμόσφαιρα (και υπό τα χάχανα της κερκίδας) το λήξανε αδελφωμένοι. Οι καθώς πρέπει φίλοι του ποδοσφαίρου θα έπρεπε να είναι έξαλλοι, υπό κανονικές συνθήκες θα ήμουν κι εγώ έξαλλος.
Όμως δεν ήμουν. Άνοιξα τον υπολογιστή και τσέκαρα το αντίγραφο του κουπονιού: Βραζιλία-Πορτογαλία ισοπαλία (ένας πόντος), εντάξει, το σκορ το χάσαμε, Ακτή Ελεφαντοστού-Βόρεια Κορέα άσος (άλλος πόντος), πάλι χάσαμε το σκορ, δε μπορούσαν να βάλουν ένα λιγότερο; Χιλή-Ισπανία διπλό (ένας πόντος, πάλι με λάθος σκορ), Ελβετία-Ονδούρα ισοπαλία, δεν πήραμε πόντο αλλά δεν πειράζει, διότι αγκαλίτσα και αδελφωμένες η Βραζιλία (με σάμπα) και η Πορτογαλία (με φάδος), η Ισπανία (με φλαμένγκο) και η Χιλή (λόγω Αλιέντε και Πινοσέτ μάλλον) περνάνε όπως προέβλεψε η φίλη μου στην επόμενη φάση δίνοντάς μου οχτώ ολόκληρους πόντους, συν τρεις από τα ματς σύνολο έντεκα. Κι ενώ όλοι οι υγιώς σκεπτόμενοι φίλαθλοι κράζουν τις προαναφερθείσες ομάδες για το άθλιο θέαμα και τη συμπαιγνία, εγώ πέφτω να κοιμηθώ ήρεμος στο Λέιντεν με μια περίεργη αίσθηση ικανοποίησης και εσωτερικής πληρότητας.
Και σκέφτομαι τώρα που γράφω ότι πρέπει να ψάξω να δω τι ακριβώς είναι αυτός ο υποδοχέας νευροδιαβιβαστών και πώς να κάνω κανένα γενετικό τεστ για να δω αν έχω τη μεταλλαγή, διότι σκούρα τα βλέπω τα πράγματα. Αλλά όχι ακόμα, διότι σε λίγο θα αρχίσει το Ουρουγουάη-Νότια Κορέα και μετά καπάκι ΗΠΑ-Γκάνα και για κάποιο περίεργο λόγο είμαι αναφανδόν με τους Λατινοαμερικάνους και τους Αφρικανούς αντίστοιχα - έξι ολόκληροι πόντοι είναι αυτοί, δεν είναι παίξε-γέλασε!
(Μα πού 'ναι η μπάλα, οέο;)
26/6/10
Πού 'ναι η μπάλα;
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
6 σχόλια:
Βαλντίρ Περέζ λεγόταν ο ανεκδιήγητος τερματοφύλακας το 1982 - τρία ρούφηξε από τους Ιταλούς (τον Πάολο Ρόσι) στον ημιτελικό, αλλά είχε κάνει κι άλλα δώρα νωρίτερα. Φαντάζομαι είχες πληγωθεί κι εσύ τότε, ε;
Κέρδισε και η Ουρουγουάη και η Γκάνα, έξι ποντάκια μάζεψες, τυχερούλη, πάλι ευτυχισμένος θα κοιμήθηκες...
megalo paixnidi paizeis.. einai ethistiko! paizame ws proptyxiakoi sto CL gia na anakyklwnoume ta lefta mas anti na ta dinoume sto stoixhma. elpizw na exeis paiksei germania, giati oi aggloi..
Όντως έτσι λεγόταν ο τύπος. Αν κρίνω από το ψευδώνυμο αγαπητέ Jogo Bonito (=ωραίο παιχνίδι, βραζιλιανοπορτογαλικά, αναφέρεται στο -πάλαι ποτέ- στυλ ποδοσφαίρου της Βραζιλίας) κι εσείς τραυματικά τον βιώσατε εκείνο τον αγώνα...
Τρία ποντάκια μόνο από Ουρουγουάη, η Γκάνα δεν προβλεπόταν (στην πρόβλεψη είχε μπει Αλγερία που δεν προκρίθηκε). Αλλά χάρη στη Γερμανία και την Αργεντινή σήμερα μπήκαν άλλα έξι στο σακούλι, και ανυπομονώ να δω σε τι θέση θα είμαι αύριο...
Na mn ta dinete sto stoixima, kalutera na trwte stis gkomenes kai sta bars... (Τους Άγγλους δεν τους χωνεύουμε αλλά τα greeklish ρολόι, ε; Η αφρο-κρεμα της επιστήμης μας μάρανε...)
Να σε δω να παίζεις όβερ το Τζιγκιρλιγκισπόρ-Μπιζιρλιγκισπόρ, τρίτης εθνικής τουρκίας και να το παρακολουθείς στο livescore και άλλο τίποτα. :D
Προτείνω όμως ποκεράκι για τη συνέχεια... Πολύ μεγαλύτερα ποσοστά δεσμευμένων υποδοχέων από το στοίχημα... Άντε και στη μπαρμπουτιέρα εύχομαι...
Τζιγκιρλιγκισπόρ; Ο φονεύς των γιγάντων, που λέγανε παλιά για το Φωστήρα... Αλλά τι σου λέω τώρα, εσύ είσαι οργισμένο νιάτο, δε φαντάζομαι να θυμάσαι το Χατζηπαναγή να παίζει μπάλα...
Κάποτε είχα προσπαθήσει να μάθω πόκα. Πλήρωσα, βέβαια, αν δεν πληρώσεις δε μαθαίνεις... Ακόμα θυμάμαι μέσες άκρες τι είναι κούκος μονός και διπλός, το πουλί του ναύτη και άλλα τέτοια... Ένας σκασμός φίλοι και γνωστοί παίζουν πλέον Τέξας-κάτι-πως-το-λεν, αλλά δεν αναδιπλώνεται σωστά ο υποδοχέας στην περίπτωσή μου και δε μου κάνει ιδιαίτερη εντύπωση...
Όσο για τη μπαρμπουτιέρα, πιο πιθανό με βλέπω να κάθομαι στη γωνία με το μπαγλαμά και να μουρμουράω το "Έλα βρε Μανωλάκη να τα λιμάρουμε, να στρώσουμε κουβέρτα να τους τα πάρουμε", παρά να παίζω... Αλλά αυτό είναι άλλης τάξης ερώτημα.
Άσε που τώρα που αποκλείστηκε και η Βραζιλία και η Αργεντινή, έκλεισα ως στοιχηματιστής και μπορώ πλέον να απολαμβάνω τα ματσάκια ως ποδοσφαιρικά γεγονότα και μόνο. Ανακούφιση...
Δημοσίευση σχολίου