Ο Καβάφης στο Λέιντεν, σε έναν τοίχο της Caeciliastraat, δίπλα στο εστιατόριο "Ρόδος".
Σκέφτομαι ότι πριν από ένα χρόνο και κάτι μέρες άδειαζα το τελευταίο ελληνικό "σπίτι μου" στο Ηράκλειο και άρχιζα μια περιπλάνηση σε ετεροκαθοριζόμενους χώρους διαβίωσης, συχνά φιλόξενους αλλά πάντα αλλότριους. Είχα μια αναπόφευκτη αίσθηση ότι κάπου "περισσεύω" στο τέλος. Το ένα φέρνει το άλλο, ένα χρόνο μετά ανηφορίζω τα γνώριμα πλέον 77 σκαλιά και γυρίζω το κλειδί στην πόρτα. Δείχνω το χώρο στην παιδική φίλη που θα φιλοξενήσω για λίγες μέρες - "Ωραίο το σπίτι σου", λέει, και αισθάνομαι μια μικρή χαρά στο άκουσμα της φράσης. Όχι τόσο για το "ωραίο" όσο για το "σπίτι μου".
Η εμπειρία της περιπλάνησης με δίδαξε ότι δεν πρέπει να δένεται κανείς πολύ με τα υλικά αντικείμενα, κι έτσι δεν είχα ιδιαίτερο πρόβλημα να αποχωριστώ μάλλον οριστικά πράγματα όπως τα επιπλάκια μου και το αυτοκίνητο. Αρνήθηκα βέβαια να αποχωριστώ τα βιβλία μου, κάτι παλιά βινύλια και CD, και κάτι προσωπικά μικροπράγματα συναισθηματικής αξίας. Με αυτά δένεσαι πολύ παραπάνω, σε συμβολικό κυρίως επίπεδο, και ξέρω μερικούς ανθρώπους που είναι κολλημένοι με μια ξύστρα που είχαν στο δημοτικό. Κι εγώ με τη σειρά μου, π.χ. με μια σπασμένη λίμα νυχιών που είχα από τον καιρό που έκανα μαθήματα κιθάρας, και φυσικά την κουβαλάω μαζί μου. Εδώ πέρα δεν έχω φέρει παρά ελάχιστα πράγματα, αλλά σιγά σιγά αναπτύσσω μια αίσθηση οικειότητας και με τα περιεχόμενα του σπιτιού: η κούπα για τον καφέ, το ξύλινο τραπεζάκι του σαλονιού που χρησιμεύει ενίοτε ως υποπόδιο, το γλαστράκι με το φυτό που πρέπει να ποτίζω από καιρού εις καιρόν, η θέα του Burcht από το παράθυρο μπροστά στο γραφείο.
Ψάχνουμε με τη φιλοξενούμενή μου να βρούμε ανοιχτό εστιατόριο κάπως αργά το βράδι. Φυσικά για Ελλάδα θα ήταν νωρίς ακόμα, άλλωστε ο ήλιος είναι ψηλά, περασμένες εννιάμιση. Τριγυρνάμε στα στενά της πόλης με αβέβαια βήματα - αν και κοντεύω να κλείσω δίμηνο εδώ δεν την έχω περπατήσει πολύ, και φαίνεται. Βρίσκουμε ανοιχτό και να σερβίρει το La Bota δίπλα στον παλιό καθεδρικό. Παρατηρώ τα χρωματισμένα τζάμια της πάλαι ποτέ εκκλησίας: η Μεταρρύθμιση αφαίρεσε τις εικόνες και άφησε μόνο τα βιτρώ. Μια μικρή παρέμβαση της ιστορίας των ιδεών πάνω στην αρχιτεκτονική. Αναρωτιέμαι για τυχόν άλλες τέτοιες παρεμβάσεις, δοκιμάζοντας παράλληλα ένα κόκκινο Merlot.
Δεν έχω βέβαια καμμιά ιδιαίτερη γνώση για τις πόλεις - πέραν της προσωπικής εμπειρίας, και μερικών προσομοιώσεων που σκάρωνα όταν έπαιζα SimCity 2000. Πριν πολλά χρόνια έτυχε να διαβάσω ένα βιβλίο σχετικό με την ιστορία των πόλεων (Lewis Mumford, The City in History) που αν και κυκλοφόρησε το 1961, αρκετά πριν γεννηθώ, μου ανέδειξε κάποιες πλευρές που δεν είχα σκεφτεί ποτέ. Είχα πάντως σκεφτεί ότι οι πόλεις έχουν πολλά κρυμμένα μυστικά να ανακαλύψει κανείς. Ίσως οι πιο μεγάλες να έχουν πιο πολλά μυστικά, ή πιο μεγάλα, αλλά και στις πιο μικρές, σαν το Ηράκλειο ή το Λέιντεν υπάρχουν ιστορίες να μάθεις και πράγματα που σου μιλάνε με τον τρόπο τους, από τα κόκκινα τουβλάκια που αθροίζονται σε όλους τους δρόμους του ιστορικού Λέιντεν (μια και η Ολλανδία δεν έχει και πολλές εκ του φυσικού πέτρες) μέχρι τους όγκους τσιμέντου των πολυκατοικιών που καταπλακώνουν το βενετσιάνικο λιμάνι στο Ηράκλειο. Το πρόβλημα βέβαια είναι ότι συνήθως διασχίζουμε τους δρόμους απορροφημένοι από τις δικές μας προσωπικές ιστορίες, και δεν ακούμε το μουρμουρητό των πόλεων γύρω μας - ή ίσως περνάει από τις αισθήσεις μας τόσο συχνά που γίνεται αόρατο, σαν "θόρυβος υποβάθρου".
Καμμιά φορά κάτι συμβαίνει και μας ξυπνάει - μια φίλη που έρχεται να μας επισκεφτεί, ας πούμε, και σηκώνοντας το βλέμμα ενώ απομακρυνόμαστε από το εστιατόριο εντοπίζει ένα κείμενο στα ισπανικά σε έναν τοίχο. Είναι ένα ποίημα του Πάμπλο Νερούδα, γραμμένο με κάποια επισημότητα σε έναν κατά τα άλλα αδιάφορο τοίχο σε ένα μικρό στενό κοντά στο Δημαρχείο. Τις επόμενες μέρες, το υποψιασμένο πλέον βλέμμα εντοπίζει και άλλα κείμενα, στα ολλανδικά, τα γερμανικά, τα αγγλικά, σε διάφορους ανύποπτους τοίχους. Κατά κανόνα δεν καταλαβαίνω τις γλώσσες, ούτε ξέρω τους ποιητές. Εντοπίζω στο βιβλιαράκι-οδηγό του πανεπιστημίου έναν υπαινιγμό για τα ποιήματα στους τοίχους της πόλης. Όταν το πρωτοδιάβασα δεν το πρόσεξα ή δεν το κατάλαβα. Πολλά συμβαίνει να μην καταλαβαίνεις στην αρχή.
Λίγο πριν αναχωρήσει, μετά από μια βδομάδα παραμονής, η φίλη μου αδειάζει τις φωτογραφίες που τράβηξε με τη μηχανή μου στο σκληρό μου δίσκο και της τις επιστρέφω στο φλασάκι. Στην τελευταία φωτογραφία, μετά από διάφορα τοπία της Ουτρέχτης και της Χάγης, εντοπίζω έναν τοίχο που γράφει κάτι στα ελληνικά: είναι τα "Κρυμμένα" του Καβάφη. Μου εξηγεί ότι την τράβηξε ερχόμενη από το σταθμό του Λέιντεν, δίπλα στο ελληνικό εστιατόριο "Ρόδος" - ίσως και να είναι τυχαίο το σημείο.
Τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές αναρωτιέμαι αν θα έβγαζε νόημα για τον Καβάφη η φράση παραπάνω με το σκληρό δίσκο και το φλασάκι, αλλά ίσως και να έβγαζε, εικάζω. Μπορεί βέβαια να κάνω και λάθος, αλλά αν αντιληφθεί κανείς το "σκληρός" και το "φλας" ως αποθηκευτικά μέσα, η υπόλοιπη φράση μάλλον έστεκε και στις αρχές του εικοστού αιώνα. Από την άλλη, αναρωτιέμαι για το αντίστροφο - πόσο στέκουν το 2010, σε εποχές ιστολογίων και διαδικτύου και facebook και twitter και i-phone, έστω και από το ύψος ενός ολλανδικού τοίχου, αυτά τα λόγια:
Aπ’ όσα έκαμα κι απ’ όσα είπα
να μη ζητήσουνε να βρουν ποιος ήμουν.
Εμπόδιο στέκονταν και μεταμόρφωνε
τες πράξεις και τον τρόπο της ζωής μου.
Εμπόδιο στέκονταν και σταματούσε με
πολλές φορές που πήγαινα να πω.
Οι πιο απαρατήρητές μου πράξεις
και τα γραψίματά μου τα πιο σκεπασμένα —
από εκεί μονάχα θα με νιώσουν.
Aλλά ίσως δεν αξίζει να καταβληθεί
τόση φροντίς και τόσος κόπος να με μάθουν.
Κατόπι — στην τελειοτέρα κοινωνία —
κανένας άλλος καμωμένος σαν εμένα
βέβαια θα φανεί κ’ ελεύθερα θα κάμει.
Και μάλλον στέκουν, νομίζω, για μπλόγκερς και μη μπλόγκερς... Από εκεί μονάχα θα με νιώσουν.
19/6/10
Τοίχοι που μιλάνε
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
4 σχόλια:
Εξαιρετικό εύρημα στένσιλ στην αγαπημένη μου γραμματοσειρά, στο αγαπημένο μου χρώμα και το αγαπημένο μου χρώμα για φόντο. Όσο για το ποίημα, ε καλά τώρα...
ίσως το καλύτερό σας κείμενο to date ροβιθέ.
αποτείω τα ταπεινά σέβη μου.
Έρχομαι κι εγώ από το εικονικό σου σπίτι,πολύ καιρό μετά,να κάνω μια αγαπημένη "έφοδο" και να σε γεμίσω σχόλια,σε όλες τις αναρτήσεις που έχω "χάσει",και κατά τον συνήθη μου τρόπο,όπως ήδη μου έγραψες...
Καλό πρωϊνό από την Αθήνα,αν και συμβαίνει να έχω να κοιμηθώ δύο νύχτες και πολύ θα ήθελα να ήταν τώρα νύχτα.
Το ποίημα του Καβάφη στον τοίχο με εξέπληξε πρώτα και μετά με συγκίνησε.Είναι που νιώθω και μια συναισθηματική εγγύτητα προς τον ποιητή,από τους αγαπημένους μου...
Φίλε Ροβιθέ,καλώς σε βρήκα πάλι.Βρήκα και τη γνώριμη,ωραία γραφή σου και ένιωσα να μπήκα σε αγαπημένο μέρος.Να σαι καλά και να περνάς καλά.Και όλο να ανακαλύπτεις τα μυστικά της πόλης,μεγάλης ή μικρής.Να την αφουγκράζεσαι,αυτό είναι το μυστικό.
Άγγελε, δεν ξέρω αν πρόσεξες το "λάθος" που έχει παρεισφρύσει (και διορθώνεται σε άλλη θέση στον τοίχο). Δυστυχώς δεν το βρήκα πολυτονικό στο δίκτυο και έχω ένα πρόβλημα με τη γραμματοσειρά "σου", πρέπει να τα περνάω ένα-ένα (copy-paste) τα γράμματα με τόνους και πνεύματα. Συνήθως το κάνω, αυτή τη φορά με έπιασε τεμπελιά...
Άκη, δεν κατάλαβα γιατί ακριβώς, πιθανώς βλέπεις κάτι που εμένα μου είναι αόρατο.
Γωγούλα, σ' ευχαριστώ και δημόσια, και να 'σαι πάντα καλά. Καλή σου νύχτα.
Δημοσίευση σχολίου