"...Κι ομολογώ, απόλαυση άλλη δεν υπάρχει πιο χαριτωμένη,
απ’ όταν σμίγει ο κόσμος όλος σ’ ευφροσύνη: στην αίθουσα
οι καλεσμένοι, καθισμένοι στη σειρά, ακούν τον αοιδό
προσηλωμένοι, και τα τραπέζια εκεί μπροστά γεμάτα
ψωμί και κρέας• ο οινοχόος να τραβά απ’ τον κρατήρα
το κρασί και να περνά, να το κερνά στις κούπες.
Βαθιά το αισθάνομαι πως είναι αυτό ό,τι πιο ωραίο υπάρχει."
Οδύσσεια ι, 5-11
Η τελετουργία που περιγράφει ο Όμηρος στο παλάτι των Φαιάκων μου θυμίζει ένα τυπικό πανηγύρι στα καθ' ημάς. Όποιος έχει βρεθεί στην Ικαρία καλοκαίρι, καταλαβαίνει τι εννοώ. Τον παλιό καιρό, πανηγύρια στην Ικαρία γίνονταν προς τιμήν κάποιου Αγίου: από τις 5 Μαΐου, της Αγίας Ειρήνης, μέχρι τις 17 Σεπτεμβρίου, Σοφίας, Πίστεως, Αγάπης και Ελπίδας, κάθε σημαντικός ή λιγότερο σημαντικός Άγιος είχε το πανηγύρι του, στο χωριό που φιλοξενούσε την αντίστοιχη εκκλησία. Η θρησκευτική βάση των πανηγυριών βέβαια αποδυναμώθηκε συν το χρόνω. Ως παιδί θυμάμαι αμυδρά κάτι τρικούβερτους καυγάδες στον Εύδηλο (όπου ο πολιούχος Άγιος Χαράλαμπος είναι χειμωνιάτικος και δε βολεύει, οπότε το πανηγύρι γινόταν το καλοκαίρι με την αφορμή των Πανικάριων Αγώνων Στίβου) ανάμεσα σε μια μερίδα που ήθελε να μεταφέρει το πανηγύρι πριν τις 15 Αυγούστου, ώστε να προλάβουν τον πολύ κόσμο και σε μια άλλη μερίδα που ήθελε να παραμείνει μετά τις 15, ώστε να μη συμπίπτει με μέρες νηστείας.
Σήμερα που όσοι νηστεύουν θεωρούνται στην καλύτερη περίπτωση αγαθιάρηδες και στη χειρότερη επικίνδυνοι μουτζαχεντίν, η επίμαχη περίοδος μεταξύ 1ης και 15ης Αυγούστου έχει πάθει πανηγυρική συμφόρηση. Όσοι δεν κάνουν πανηγύρια κάνουν χοροεσπερίδες, κι ακόμα και χωριά άδεια ολοχρονίς από κατοίκους προλαβαίνουν και στήνουν το πανηγυράκι τους. Δεν απαιτούνται ούτε Άγιοι ούτε Προφήτες - μια πρόχειρη αφισοκόλληση σε μερικά κομβικά σημεία και λίγη προφορική διάδοση αρκούν για να μαζέψεις καμμιά χιλιάδα.
Η αλήθεια είναι ότι το κοινό των πανηγυριών έχει αλλάξει αρκετά, όπως και το ωράριό τους. Σε πανηγύρια πηγαίνω από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου: όχι μόνο ως επισκέπτης, κάποιες φορές συμμετείχα και στη διοργάνωση (η μάλλον για να ακριβολογούμε "περετούσα" στρώνωντας τραπέζια και κουβαλώντας κρασιά). Μικρός θυμάμαι ως θαμώνες κάτι χωριανούς και κοντοχωριανούς, αραιά και πού τίποτα τουρίστες που τράβαγαν εξωτικές φωτογραφίες. Πήγαιναν οχτώ-εννιά η ώρα, μεσάνυχτα ήταν στο τσακίρ κέφι, και κατά τις τρεις αραίωναν γιατί το πρωί έπρεπε να πάνε στα ζώα ή στο χωράφι.
Μπορεί να το κάνουν και σήμερα, δεν είμαι σίγουρος, γιατί συνήθως φτάνω πατημένες μία, ίσως και δύο στα πιο μακρινά. Σπανίως προλαβαίνουμε να φάμε ή να πιούμε, καθώς τα νεολαιΐστικα πλήθη έχουν ήδη κατακλύσει το χώρο. Με τα χρόνια έχω εμπεδώσει το ρόλο του χορευτή των μικρών ωρών, ρόλο που παίζω αθόρυβα μέσα στο πλήθος (αφθονούν τα πρωινά μπαλέτα, έτσι κι αλλιώς). Νωρίτερα περιορίζομαι να τσιμπολογάω κανένα ρασκό, αν υπάρχει, και να ασκώ την κοινωνικότητά μου πίνοντας το κρασάκι μου με παλιούς και νέους φίλους. Κάποια στιγμή σταματάω να πίνω όταν έχω να οδηγήσω μετά, και αρχίζω να συμμετέχω σ' εκείνους τους σχοινοτενείς καριώτικους που κρατάνε μισή με μία ώρα έκαστος, και συνεχίζω να ασκώ την κοινωνικότητά μου και χορεύοντας.
Ο καριώτικος είναι λίαν κοινωνικός χορός. Ειδικά όταν στην πίστα συνωθούνται μερικές εκατοντάδες, δε γίνεται να μην πιάσεις κουβέντα με τους γείτονες. Για λίγο, βέβαια, καθώς οι γείτονες ανανεώνονται ταχύτατα πάνω στη σύγχιση. Οπότε κάποια στιγμή θα περάσει από μπροστά σου και εκείνη η νεαρή κρουβαλίτσα που είδες νωρίτερα κι έμεινες να την κοιτάζεις με ανοιχτό στόμα, και θα βρεις αφορμή να δείξεις τη χορευτική σου δεξιοτεχνία προς εντυπωσιασμόν της. Με προσοχή όμως, μη σου φύγει και κάνα πόδι στην ηλικία σου. Άμα είσαι τυχερός και είναι φιλομαθής η νέα, θα την πιάσεις από δίπλα να της δείχνεις τα βήματα (ποια βήματα καλέ; έχει και βήματα;). Και όταν το επόμενο χορευτικό κύμα σας χωρίσει και κάποτε ξεβραστείς στα τραπέζια, θα βρεις αφορμή να πλησιάσεις και να κάνεις κανονική επαφή. Ίσως καταφέρεις τότε να την ψήσεις για κανένα τανγκουδάκι - το "Με φωνάζουνε τρελή" κατά προτίμηση. Η ακόμα καλύτερα για κανέναν χορό ανά ζεύγη (αντικρυστό; τσιφτετέλι; καρσιλαμά;) όπως αυτόν που περιγράφει πάλι η Οδύσσεια.
[...] άρχισαν τότε
οι δυό τους το χορό,
τη γη πατώντας που μας τρέφει τους ανθρώπους,
αντικριστά και συναλλάσσοντας απανωτά λυγίσματα•
ενώ στο πλάι οι άλλοι, παλληκαράκια ακόμη,
μέσα στον ίδιο κυκλικό χορό στημένα, φώναζαν
και χτυπούσαν παλαμάκια. Κι αντιλαλούσε ο τόπος
απ’ το μεγάλο βουητό.
Οδύσσεια θ, 406-413
Αν και δεν είμαι κανένας φανατικός οπαδός της αδιάσπαστης τρισχιλιετούς ελληνικότητας, δεν μπορώ παρά να αισθανθώ πολύ οικεία με ετούτες τις παμπάλαιες περιγραφές. Σκέφτομαι ότι το πνεύμα αυτής της συνεύρεσης των ανθρώπων σε έναν κοινό χώρο, γύρω από ένα τραπέζι ή από το νοητό κέντρο ενός κυκλικού χορού, διατηρεί ένα αρχέγονο συμβολικό χαρακτήρα που είναι σε ευθεία αντίθεση με το πνεύμα της διαρκούς ιδιώτευσης που επιβάλλουν οι παγκοσμιοποιημένοι καιροί μας. Μπορεί να υπερβάλλω ή να επηρεάζομαι από τοπικισμούς, νομίζω όμως ότι τα καριώτικα πανηγύρια είναι γιορτές συλλογικότητας υψηλής στάθμης, αντίθετα με άλλα που έχω δει ή μου έχουν περιγράψει σε άλλα μέρη.
Καθώς οι ώρες περνάνε κι αρχίζει να ξημερώνει, κοιτάζεις γύρω και βλέπεις πράγματα που ίσως σε ενοχλούν. Οι πιο πολλοί χωριανοί έχουν πάει σπίτι τους από ώρα, οι κρούβαλοι έχουν κυριαρχήσει στην πίστα, σκηνές άγριας κραιπάλης εναλλάσσονται με τη μυρωδιά του μπάφου μάλλον παρά του κρασιού. Ως μούχλας και συντηρητικός γέρος που είσαι δεν το εγκρίνεις, θα προτιμούσες να μην ήταν έτσι, αλλά από την άλλη σκέφτεσαι ότι ίσως δεν πειράζει και τόσο. Μετά το Bésame Mucho και το φοξ-ανγκλαί, η ορχήστρα παίζει τον Πεχλιβάνη του Θανάση Παπακωσταντίνου ως απτάλικο και τα πλήθη ξεσηκώνονται. Έχει την πλάκα του. Η μαμά σου δεν θα αναγνώριζε τα τεκταινόμενα ως πανηγύρι, αλλά ο καθείς και τα όπλα του, λένε. Από τις ισοπεδωμένες συνειδήσεις, τον καταναλωτισμό και την τηλεοπτική χαύνωση, ίσως είναι προτιμότερος ο ιδρωμένος κρούβαλος έξι το πρωί σε ένα βουνό της Ικαρίας που περιστρέφεται στο ρυθμό του Πεχλιβάνη, ατυχώς μαζί με την εκθαμβωτική νεαρά που ήθελες να της διδάξεις καριώτικο. Ο καθένας πίσω στους δικούς του.
Κατά τις οχτώ, ο ήλιος είναι ψηλά και έχεις φορέσει γιαλιά ηλίου. Κάποιοι από την παρέα λένε να φύγουμε, αλλά όλοι κωλυσιεργούν σαν κάτι να περιμένουν. Κι έπειτα αυτό που περιμένουν όλοι έρχεται, οι πρώτες νότες του καριώτικου ακούγονται από το βιολί και αρχίζει ένας ακόμα κύκλος. Σ' αυτό τον κύκλο είμαστε όλοι, χωριάτες και γιάπηδες και κρούβαλοι και καριώτες και ξένοι, όμορφοι και άσχημοι, χοντροί και συλφίδες, πλούσιοι και πένητες, νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες, μετ' αλλήλων χορεύσατε. Με κάποιο περίεργο συνειρμό, σκέφτεσαι πως και οι Άγιοι, ων την μνήμην επιτελούμεν, πανηγυρίζουν μαζί μας, παρέα με τους ομηρικούς συνδαιτυμόνες. Χαμογελάς - για λίγο χορεύεις στον κάβο, αλλά γρήγορα αφήνεις τη θέση σου σε πιο καλούς στο χορό φίλους.
Καμιά ώρα αργότερα κατηφορίζεις με το αμάξι προς τη θάλασσα, το μελτέμι δεν έχει αρχίσει ακόμα και στη γαλήνια επιφάνεια καθρεφτίζονται χιλιάδες μικροί ήλιοι. Παρέες ταλαιπωρημένων πανηγυριστών κάνουν νόημα για ωτοστόπ. Σταματάς εξηγώντας ότι δεν πας προς Να, αλλά βολεύονται μια χαρά και με το "λίγο πιο κάτω", μετά θα βρουν άλλον ή θα περπατήσουν. Από στροφή σε στροφή η εικόνα της θάλασσας εναλλάσσεται - πότε δεξιά, πότε αριστερά. Σκέφτεσαι μήπως να πιάσεις κουβέντα με τα παιδιά, να τα ρωτήσεις πώς τους φάνηκε το πανηγύρι. Αλλά δεν υπάρχει λόγος, διαβάζεις την απάντηση στα ευτυχισμένα τους πρόσωπα. Ίσως διαβάζουν κι εκείνοι κάτι στο δικό σου.
Ή και στο ιστολόγιο, τέλος πάντων, δεν ξέρεις ποτέ.
Σ.Σ. Τις συνοδευτικές φωτογραφίες από πανηγύρι στις Ράχες υπεξαίρεσα άνευ αδείας από τον Άγγελο (αν και ελπίζω στην κατανόησή του...), και μπορείτε να δείτε όλο το σετ στο http://flickr.com/photos/angeloska/2746965295/in/set-72157594248511843/. Οι στίχοι της Οδύσσειας είναι από την απόδοση του Δ.Ν. Μαρωνίτη. Ρασκό είναι άγριο κατσίκι Ικαρίας, τυπικό έδεσμα πανηγυριού (ψητό, στη λαδόκολλα). Κρούβαλος ή γκρούβαλος είναι νεολογισμός της ικαριακής αργκό που χαρακτηρίζει τον ελευθεριάζοντα (δηλ. φρικιό) καλοκαιρινό επισκέπτη, συνήθως ελεύθερο κατασκηνωτή στο Να ή αλλαχού. Κάβος είναι η αρχή του κύκλου, ο πρώτος που χορεύει. Ο καριώτικος είναι σχετικά δημοκρατικός - κανονικά αφού κάνεις τις φιγούρες σου πρέπει να παραχωρήσεις τον κάβο στον επόμενο, και ενίοτε μπορεί να περάσει όλος ο κύκλος και να ξανάρθει η σειρά σου. Συχνότατα βέβαια οι χορευτές είναι πάαααααρα πολλοί και γίνονται πολλοί κάβοι με κύκλους χορού που μπλέκονται ο ένας με τον άλλο.
Η μουσική των πανηγυριών περιελάμβανε από κάποια στιγμή και μετά ένα τουλάχιστον session με "ευρωπαϊκά", δηλαδή τανγκό, φοξ ανγκλαί ή φοξ τροτ, και βάλς. Ανάλογα με τις ικανότητες του κάθε παλιού βιολιστή να μάθει κάτι πέρα από τον καριώτικο (δεν ήξεραν μουσική οι άνθρωποι...) διαμορφώθηκαν φοβερά πανηγυριώτικα σουξέ όπως το κλασικό "Bésame Mucho" και το "Historia de un amor", το φοξ-ανγκλαί "Εγώ θα σ' αγαπώ και μη σε νοιάζει", τα "Κύματα του Δουνάβεως" και φυσικά το τανγκουδάκι (δύο μπρος-ένα πίσω) "Με φωνάζουνε τρελή" που είναι παγκοσμίως άγνωστο εκτός Ικαρίας μάλλον, και προέρχεται από ένα δίσκο (δεκαετίας του '70 ίσως) της τραγουδίστριας Ελευθερίας Χριστοπούλου (κάπου διάβασα ότι πρόκειται για τη μαμά της Πέγκυς Ζήνα...). Κύριος οίδε πώς προέκυψε ικαριακό σουξέ...
Οι φράσεις "πλούσιοι και πένητες, νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες, μετ' αλλήλων χορεύσατε" προέρχονται (όχι με την ίδια σειρά, νομίζω) από τον Κατηχητικό Λόγο του Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
3/3/09
Για τα πανηγύρια
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
9 σχόλια:
Πολύ καλό το σχόλιο φίλε μου Ροβιθέ. Είχα καιρό να σε επισκεφθω (μ' αυτά και με τ΄αλλα) και να σου πώ χαλάρωσα και χόρεψα μαζί σας διαβάζοντας σε. Και τα τσιτάτα από Κατηχητικούς, Οδύσσειες πολύ πετυχημένα και ορθά ενσωματωμένα στο σχόλιο. Να σου πώ, θες δεν θες, έχω σχηματίσει την άποψη ότι αποτελείς μια ζωντανή λαογραφική εγκυκλοπαίδεια (και το εννοώ ως κομπλιμέντο, έτσι?) Να 'σαι καλά που μού φτιαξες το κέφι σε ένα κατά τα άλλα μίζερο (λόγω γρίππης!) μεσημέρι.
Χουμους
Περαστικά... Κι ευχαριστώ πολύ.
Nαι,μου έφτιαξες και σε μένα το κέφι!Στην Ικαρία δεν έχω πάει ποτέ.Όμως θυμάμαι κι εγώ,στα πολύ μικρά μου χρόνια,τα διάφορα πανηγύρια στην επαρχία που μεγάλωσα κι έχω έντονες μνήμες(όλες όμορφες)αυτών των ημερών.Τις μυρωδιές της φύσης και του φαγητού,το κρασί που έρρεε άφθονο και που έπιναν οι μεγάλοι,τα γέλια και τα τραγούδια των ανθρώπων,τους χορούς κι αυτό το πνεύμα της συντροφικότητας.Τώρα πια,μου φαίνεται πως έχουν χαθεί ανεπιστρεπτί,όπως παρατήρησες κι εσύ.Δεν τα νοσταλγώ απαραίτητα,απλώς θυμάμαι την όμορφη ψυχική διάθεση των ανθρώπων μεταξύ τους.Αυτήν,την νοσταλγώ...
Καλέ μια χαρά εκεί είναι το πνεύμα της συντροφικότητας, καθόλου δε χάθηκε. Δεν έχεις παρά να έρθειςστην Ικαρία να το δεις. Αργά αργά όμως...
Αυτά είναι...
Και μπράβο που 'γραψες για το "περέτημα" γιατί γι' αυτά τα τρελλά χαμαλίκια σχεδόν ποτέ κανείς δεν γράφει. Η φωτογραφία με τα πόδια που χορεύουν μου βγήκε τόσο καλή γιατί στην κυριολεξία "είχα γονατίσει" από τη κούραση μια βδομάδα στις ετοιμασίες.
Από μένα κι από την Ελένη έχεις το ελεύθερο "να κλέψεις" όσες φωτογραφίες μας γουστάρεις. Γιατί δεν κάνεις copy-paste κατευθείαν στο entry όπως κάνω εγώ στο blog του Ορειβατικού, αντί να κουράζεσαι να κατεβάζεις και να ανεβάζεις;
Άντε τώρα κάμε μου κι ένα χουσμέτι. Πρόκειται για το ρέμα που κατεβαίνει από την Πούντα και περνά από τα Κοσοίκια και μετά κάτω από τα χωριά της Μεσαριάς. Στους χάρτες αναφέρεται ως "Βουτσιδές" κι έτσι το έλεγα κι εγώ. Μου φαίνεται όμως πως στην πραγματικότητα "Βουτσιδές" είναι μόνο το κάτω μέρος, δηλ. αυτό που μετά τη συμβολή με το "Λαρισσέ" γίνεται ένα μεγάλο ποτάμι που διασχίζει την κοιλάδα του Κάμπου. Υπάρχει υποψία ότι ο ποταμός της Μεσαριάς στο πάνω μέρος του πρέπει να έχει κάποιο άλλο όνομα, ίσως κάτι πολύ τοπικό και μισοξεχασμένο που δεν το αναφέρουν οι χάρτες. Το ερώτημα δεν είναι φιλολογικό. Έχει πρακτική σημασία για τα μονοπάτια που χαράζω. Αν μπορούσες να βρεις και να μας πεις;
Ευχαριστώ για την άδεια, θα τη... χρησιμοποιήσω.
Βουτσιδέ το ξέρω, αλλά όντως προς τα κάτω. Θα ρωτήσω τους επαΐοντες (αν και λόγω απόστασης μπορεί να χρειαστεί να περιμένεις λίγο).
Χμμμ, βρε παιδιά, εμένα αυτά τα σημερινά γλέντια, λίγο γιαλαντζί μου φαίνονται. Και δεν εννοώ φυσικά μόνο τα Ικαριανά.
Συνήθως τρελαμένοι, όψιμοι πρωτευουσιάνοι ή συμπροτευουσιάνοι σπεύδουν μαζικά για να εξωραΐσουν την πιεστική (με άλλο τρόπο) αστική ζωή τους. Από την άλλη, η ευμάρεια (ή έστω η αχόρταγη απληστία) δεν αφήνει περιθώρια για
ζεύκι, μαράζι και σκατοπαραδιά - ούτε καν για την νοσταλγία τους.
Εν... κοντολογίς μού φαίνεται ότι αποκομμένες πια από τις προγονικές τους και από το πλαίσιο που είχε γεννήσει τις προγονικές τους, αυτές οι γιορτές είναι μετέωρες και ρέπουν αβάσταχατα προς το κιτς, ξένες σε ξένη χώρα.
Όχι βέβαια ότι δεν θα επιδιώξω να κατσικωθώ και το ερχόμενο καλοκαίρι στο φιλαράκι μου στην Ικαρία και στα πανηγύρια!
Idom
Αγαπητέ Idom, πες στον κολλητό σου να βάλει να "περετήσεις" και θα σου πω εγώ μετά για πρωτευουσιάνους και συμπρωτευουσιάνους... Αν και φοβούμαι ότι ο δισταγμός σου ίσως οφείλεται στη γενικευμένη ρασκοφαγία των πανηγυριών. Κατανοητόν, δε λέω...
Εντάξει έχεις χρόνο για να το βρεις, καλά να 'μαστε, έως το ... 2010! Ό,τι βρεις πετάχτου http://opsikarias.blogspot.com/2008/11/2.html και ρίξε το σχόλιο για να το πάρω κι εγώ κι οι άλλοι.
υ.γ. έχω πάει σε αρκετά "αυθεντικά πανηγύρια" στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (αυτά που λένε "φεστιβάλ"). Ήταν απίστευτα αυθεντικά. Πιο αυθεντικά δεν γινόταν. Τόσο αυθεντικά που είτε βαριόμουν γιατί δεν καταλάβαινα τίποτα, είτε ένιωθα ξένος γιατί κανείς δεν μου έδινε σημασία. Ποτέ δεν έχω κάτσει σε πραγματικά αυθεντικό πανηγύρι πάνω από 2 ώρες. Θαύμασα φυσικά πόσο απόλυτα αυθεντικά ήταν όλα, όμως δεν ξαναπήγα κι ούτε είπα σε άλλους να πάνε. Έτσι είναι τα αυθεντικά, λοιπόν σκέφτομαι, ένα κλειστό στατικό πράγμα μόνο για λίγους. Και στην Ικαρία γίνονται τέτοια εκτός σεζόν σε κάτι απίθανες τοποθεσίες. Πήγαινα παλιά. Τώρα όχι πια, δεν ξέρω γιατί. Μάλλον δεν αντέχω.
Δημοσίευση σχολίου