ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Μια ρεβυθιά στο Ηράκλειο - Λέιντεν - Λισσαβώνα - Αθήνα - πάλι Ηράκλειο - Γιάννενα


17/11/14

Εφημερόπτερα

Το επίμαχο απόσπασμα του Αριστοτέλη, όπως έχει διασωθεί από σκονάκι συμμαθητή του στο Δημοτικό.

Όταν ο καθηγητής της Ζωολογίας στο δεύτερο έτος μπήκε να κάνει μάθημα για πρώτη φορά, φορούσε μια άσπρη ποδίτσα πάνω από το αψεγάδιαστο κουστούμι του. Στην τσέπη της ποδίτσας είχε τρεις μαρκαδόρους χρώματος μαύρου, μπλε, και κόκκινου. Πίσω του ακολουθούσε ένας σφουκοκωλάριος (υποψήφιος διδάκτωρ, επισήμως) που κουβάλαγε τον άσπρο πίνακα πάνω στον οποίο προορίζονταν να γράψουν οι μαρκαδόροι, καθότι ο επίσημος πίνακας του αμφιθεάτρου ήταν από αυτούς τους παλιούς με την κιμωλία και ο προφέσορ μάλλον δε μπορούσε να τον χρησιμοποιήσει υπό το φόβο ότι η κιμωλία ενδεχομένως να του λέρωνε το αψεγάδιαστο. Έτσι λοιπόν πήρε έναν από τους μαρκαδόρους (νομίζω τον κόκκινο) και έγραψε στον άσπρο πίνακα τη λέξη «Αριστοτέλης». Μετά την υπογράμμισε, για έμφαση.

Την επόμενη ώρα ακούσαμε ότι ο Αριστοτέλης είναι ο πατήρ της Ζωολογίας γύρω στις τριανταδύο φορές και με τριανταδύο εναλλακτικές διατυπώσεις. Το είχαμε εμπεδώσει τόσο πολύ που ο φίλος μου ο Σπύρος έσκυψε κάποια στιγμή και μου ψιθύρισε ότι για να έχει τέτοια εμμονή με τον Αριστοτέλη ο προφέσορ, πρέπει να ήτανε κολλητοί φίλοι, ενδεχομένως συμμαθητές στο σχολείο, κάτι που ο φαινότυπος του καθηγητή μας δεν απέκλειε ολοσχερώς, καθότι με την χαριτωμένη του καθαρεύουσα και την προσφώνηση «αγαπητοί συνάδελφοι» με την οποία αποκαλούσε εμάς τους δευτεροετείς και το όλο αρχαϊκό του στυλάκι έμοιαζε στ’ αλήθεια παμπάλαιος, ένα είδος ζωντανού απολιθώματος, έξω από τα δεσμά του χρόνου. Δεν με εξέπληξε που χρόνια μετά, όταν κάποτε συνταξιοδοτήθηκε δόξη και τιμή, οι λοιποί συνάδελφοι του Τομέα του (κατά μια εκδοχή συγγενείς εξ’ αίματος και αγχιστείας, ανήψια και βαφτιστήρια και λοιποί παρατρεχάμενοι) τον έκαναν αμέσως αίθουσα και διάδρομο και όροφο και άλλες τιμές που ο Αριστοτέλης ο ίδιος αν και πατέρας της Ζωολογίας δεν αξιώθηκε ποτέ να δει εν ζωή.

Όχι ότι ήτανε κακός βέβαια ο προφέσορ, μια χαρά μπροστά από την εποχή του ήτανε το 1955 που τον φέρανε να αναλάβει την έδρα, αλλά το 1986 ήτανε ήδη παρωχημένος μέχρι εξαντλήσεως, τόσο που τη δεύτερη ώρα του μαθήματος δεν αξιωθήκαμε να πάμε να τον παρακολουθήσουμε να μιλάει για τίποτα αμοιβάδες (που προφανώς θα ήταν συμμαθητές του στο δημοτικό - κατά τον Σπύρο πάντα - αλλά από τότε πρόλαβαν να εξελιχθούν τα μετάζωα μέχρι τα σπονδυλωτά ολότελα) και πήγαμε να πάρουμε ένα φραπέ εναλλακτικά και τις υπόλοιπες δώδεκα εβδομάδες του εξαμήνου δεν ξαναπατήσαμε στο μάθημά του αλλά με λίγη καλή διάθεση και βοηθούντων μερικών ανηψιών και βαφτιστηριών μια χαρά τα πήγαμε στις τελικές εξετάσεις και πήραμε ένα εφταράκι-οχταράκι φιλική τιμή διαβάζοντας από κάτι κωλοσημειώσεις εκατό σελίδων που κυκλοφορούσαν από χέρι σε χέρι φωτοτυπία και τζάμπα περιμέναμε το θέμα-ΣΟΣ «ποιος είναι ο πατέρας της Ζωολογίας», αν και είναι βέβαιο ότι άλλοι θα γράφανε ο Αριστοτέλης και άλλοι ο Αριστοτέλης Ωνάσης ή ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης οι πιο παραδοσιακοί, πάντως το θέμα αυτό δεν έπεσε και πέσανε κάτι άλλα για σπόγγους, κνιδόζωα και ακοιλωματικά διπλοβλαστικά μετάζωα, πάντως η δουλειά μας έγινε και πήγε ο κάθε κατεργάρης στον πάγκο του και ο Σπύρος πήγε κάποτε μετανάστης στη Νότια Αμερική κι εγώ πολλά χρόνια αργότερα πήγα μετανάστης στην Ολλανδία και μετά στην Πορτογαλία και για να μορφωθώ για την καινούργια χώρα άρχισα να διαβάζω Σαραμάγκου και μάλιστα την «Ιστορία της πολιορκίας της Λισσαβώνας», ελληνικά εννοείται, μπας και πάρω πρέφα λογοτεχνικώ τω τρόπω τι επίκειται στις ακτές του Ατλαντικού, κι εκεί που διάβαζα ανακαλύπτω ότι ένας οργίλος αφηγητής, διορθωτής λογοτεχνικών κειμένων και alter ego του Σαραμάγκου, καταριέται τον Αριστοτέλη, πατέρα της Ζωολογίας, που έγραψε ότι οι μύγες έχουν λέει τέσσερα πόδια, και επί δεκαπέντε αιώνες πλήθη αντιγραφέων και καθηγητών της Ζωολογίας αναπαράγουν το ανακριβές διότι το είπε η αυθεντία του πατρός της Ζωολογίας, και πιστεύουν τα αυτιά τους μάλλον παρά τα ίδια τους τα μάτια που διαβεβαιώνουν ότι σαν όλα τα έντομα η μύγα έχει έξι πόδια, ούτε ένα παραπάνω ή παρακάτω, αλλά αφού ο Αριστοτέλης είπε ότι είναι τέσσερα κάτι παραπάνω θα ξέρει σου λέει, και ευσυνειδήτως αναπαράγουν το παραδεδομένο και ανακριβές περί τεσσάρων ποδιών που όποιο παιδάκι έχει βαρέσει μύγες στη ζωή του ξέρει εμπειρικά πως είναι λάθος, αλλά μόλις πάει να σπουδάσει π.χ. Ζωολογία του λένε ότι με βάση την αυθεντία του πατρός δεν είναι έξι αλλά μόνον τέσσερα και το παιδάκι σου λέει ποιος είμαι εγώ μπροστά στον Αριστοτέλη και αρχίζει να τα βλέπει τέσσερα κι έτσι περνάνε καμιά δεκαπενταριά αιώνες μέχρι να έρθει δεν ξέρω 'γω η Αναγέννηση ή ο Διαφωτισμός ή κάποιος άλλος πιο βαρύγδουπος και να πει μωρ’ δε με χέζετε, εγώ έξι βλέπω, έξι θα γράψω, κι από δω παν κι άλλοι.

Από μια σκοπιά δε με παραξένεψε και τόσο η επισήμανση του οργίλου Σαραμάγκου, ο οποίος ως γερο-γκρινιάρης κρυπτοκομμουνιστής που ήτο και αυτός και ο ήρωάς του (και όλοι του οι ήρωες, εδώ που τα λέμε) δικαιούται να γκρινιάζει και έχει όλη μου τη συμπάθεια, ειδικά που προς το τέλος του βιβλίου παίρνει και το κορίτσι (σε αντίθεση με κάτι άλλους γερο-γκρινιάρηδες που ξέρω στα καθ’ ημάς που μένουνε με τη γκρίνια και το κορίτσι γυρνάει τα βράδια με κάτι άλλους πιο μοδάτους και αβαν-γκαρντ κάπως, μην πω και πιο ωραίους οπωσδήποτε). Αν σκεφτείς μάλιστα ότι δεν είναι η μοναδική περίπτωση, καθότι όλοι π.χ. ξέρουν τι σημαίνει «στρουθοκαμηλισμός» και κυριολεκτικά και μεταφορικά και είναι έτοιμοι να φωνάξουν στους άλλους «σταμάτα να χώνεις το κεφάλι σου στην άμμο» και καμαρώνουν ότι είπαν κάτι πολύ έξυπνο, μια και φυσικά όλοι μα όλοι ξέρουμε ότι οι στρουθοκάμηλοι χώνουν το κεφάλι στην άμμο και νομίζουν ότι δεν τις βλέπουν, όλοι βέβαια εκτός από τις ίδιες τις στρουθοκαμήλους, που σε αντίθεση με ό,τι νομίζει ο πολύς κόσμος, δεν «στρουθοκαμηλίζουν» ποτέ, δηλαδή ποτέ δε χώνουν κάπου το κεφάλι τους νομίζοντας ότι δεν τις βλέπουν και κανένας ποτέ δεν τις έχει δει να κάνουν κάτι τέτοιο, έλα μου όμως που κάτι σχετικό αναφέρει στη «Φυσική Ιστορία» του ο Πλίνιος ο πρεσβύτερος, φυσιοδίφης (μεταξύ άλλων) της ρωμαϊκής εποχής, και ως εκ τούτου «αυθεντία» σε ανάλογα θέματα για όλους τους λατινοσπουδαγμένους επί πολλούς αιώνες, κι αφού ο Πλίνιος (πριν πάει στην Πομπηία να καταγράψει την έκρηξη του ηφαιστείου και τον καταπιεί εν τέλει η έκρηξη, θύμα κι αυτός της επιστημονικής του περιέργειας) είδε στρουθοκαμήλους να χώνουν το κεφάλι στην άμμο, ποιοι είμαστε εμείς που θα πούμε ότι όχι, δεν χώνουν τίποτα πουθενά, κι έτσι όλοι ξέρουν ότι οι στρουθοκάμηλοι στρουθοκαμηλίζουν, και όχι μόνο οι στρουθοκάμηλοι αλλά και πολλοί άνθρωποι που κάνουν πως δε βλέπουν και ασχολούνται μόνο με τα προσχήματα, οπότε μια χαρά μπορούν να πιστεύουν τα αυτιά τους μάλλον παρά τα μάτια και να λένε ότι οι μύγες έχουν τέσσερα πόδια μόνο.

Κι εκεί που καμαρώνεις προ διετίας και βάλε που διαβάζεις και Σαραμάγκου ταιριαστά σε ένα μοναχικό δωμάτιο στο Οέιρας περιμένοντας το κορίτσι να πάρει τηλέφωνο και βγάζεις και τον Αριστοτέλη αδιάβαστο, σε πιάνει μια απορία πώς είναι δυνατόν κοτζάμ πατέρας της Ζωολογίας να μην έχει προσέξει κάτι τόσο προφανές που βγάζει μάτι, παρόλο που οι οικιακές μύγες αρέσκονται ενίοτε να τρίβουν μεταξύ τους τα μπροστινά τους πόδια, πάντως είναι σαφές ότι όπως και να τα μετρήσεις έξι είναι τα πόδια της μύγας και δε χρειάζεται να είσαι αυθεντία στο evolution of body plans για να καταλάβεις ότι κάποιο λάκκο έχει η φάβα αλλά κάπου εκεί παίρνει το κορίτσι τηλέφωνο και σπεύδεις να μάθεις τα νέα της Ελλάδας και ξεχνάς τα πόδια της μύγας και το πράγμα ξεχνιέται και δεν περνάνε παρά δυο χρόνια ολόκληρα και κάτι ακόμα μέχρι μια μέρα που στο τζάμι σου στην Κρήτη βλέπεις μια μύγα να τρίβει τα μπροστινά της πόδια και θυμάσαι το φουκαρά τον Αριστοτέλη και λες «χο χο χο, τώρα θα τον κατατροπώσω τον πατέρα της Ζωολογίας ο τρισμέγιστος», μπλογκοσφαιρικώς εννοείται, τη ευγενή φροντίδι του συντρόφου Ζοζέ Σαραμάγκου, βραβείον Νόμπελ, Θεός σχωρέστον, και του γερο-γκρινιάρη ήρωά του, και για να μην ψάχνεις στα κιτάπια ψάχνεις στο διαδίκτυο «Αριστοτέλης-μύγα-τέσσερα πόδια» ή κάπως έτσι και κάποια στιγμή σκάει ένα blog κάποιου επιστήμονα που έχει ακριβώς το θέμα που θέλεις και μάλιστα την πρωτογενή πηγή, τι Σαραμάγκου και αηδίες, κατευθείαν μέσα από το έργο «Περὶ τὰ Ζῷα Ἱστορίαι», από τον Αριστοτέλη, και βρίσκεις την αναφορά και ω του δαίμονος ανακαλύπτεις (μέσω του κ. Τζον Σ. Γουίλκινς, Πανεπιστήμιο Σίδνευ ή Κουηνσλανδίας ή κάπου εκεί κάτω στην Αυστραλία τέλος πάντων) ότι ο Αριστοτέλης ΠΟΤΕ δεν έγραψε αυτό για τον οποίο τον κατηγορεί ο οργίλος διορθωτής που αποτελεί το άλτερ έγκο του Σαραμάγκου, διότι δεν μιλάει για μύγες (γενικώς) αλλά για εφημερόπτερα (ειδικώς) που βέβαια πάλι έντομα είναι, αλλά δεν λέει πόσα πόδια έχουν, αλλά με πόσα πόδια περπατάνε, ιδιότητα που σε ότι αφορά τα εφημερόπτερα μια απλή παρατήρηση αρκεί για να επιβεβαιώσει ότι ο πατήρ της Ζωολογίας μια χαρά τα είδε τέσσερα (καθότι τα δύο μπροστινά στα εφημερόπτερα χρησιμεύουν μόνο για να γαντζώνουν τη γκόμενα και πέραν ου), ωστόσο αυτοί που τον διάβασαν και τον μετέφρασαν το φουκαρά τον Αριστοτέλη δέκα-δεκαπέντε αιώνες παρακάτω είχαν μια δυσκολία να ξεχωρίσουν το ειδικό (εφημερόπτερα) από το γενικό (μύγες, έντομα) και τα συμφραζόμενα (περπατάει με...) από τη δήλωση αριθμού ποδιών, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια αθεράπευτη εισέτι βιβλιογραφική σύγχυση που παραπλάνησε εν τέλει και τον διορθωτή-ήρωα του Σαραμάγκου που πήρε μεν το κορίτσι αλλά τζάμπα τσαντίστηκε με τον Αριστοτέλη, όπως συχνά συμβαίνει να τσαντιζόμεθα τζάμπα και βερεσέ ημείς οι γερο-γκρινιάρηδες, οπότε δράττομαι κι εγώ της ευκαιρίας και ανοίγω το παράθυρο ώστε να απελευθερωθεί η μύγα που τρίβει τα μπροστινά της πόδια τόση ώρα πάνω στο τζάμι και όντως πετάει έξω και φεύγει στον εναέριο χώρο του Ηρακλείου, κι εγώ σκέφτομαι ότι πρέπει να ρωτήσω τον ιδιοκτήτη του παραθύρου (και όλου του σπιτιού εννοείται) που είναι σαφώς πιο ειδήμων στο evolution of body plans σε σχέση με εμένα για τα μπροστινά πόδια των εφημεροπτέρων και σκέφτομαι ακόμα ότι ίσως έπρεπε το μακρινό 1986 ή 87 να είχα παρακολουθήσει λίγο περισσότερη συγκριτική Ζωολογία αντί να πίνω φραπέδες με το Σπύρο αλλά από την άλλη ποτέ δεν είναι αργά να μάθεις για τα εφημερόπτερα, ενώ σήμερα άντε να βρεις άνθρωπο να τσακωθείς για την εντελέχεια και άλλες Αριστοτελικές έννοιες· το πολύ πολύ να τσακωθείς για μια λέξη που καθορίζει αν οι σταυροφόροι βοήθησαν ή ΔΕΝ βοήθησαν στην πολιορκία της Λισσαβώνας τελικά και να γίνεις γερο-γκρινιάρης μυθιστορηματικός ήρωας του συχωρεμένου του Σαραμάγκου που παίρνει το κορίτσι ή (χειρότερα, μάλλον) real-life γερο-γκρινιάρης σκέτο που κλείνει το παράθυρο μη μπούνε άλλες μύγες μέσα και ανοίγει ένα Καμπερνέ τριών ευρώ, προσφορά του σουπερμάρκετ τάδε, κι ετοιμάζεται να ποστάρει στο ιστολόγιο ιστορίες για μύγες με τέσσερα πόδια και καθηγητές Ζωολογίας που έγιναν όροφοι όπως ο Αριστοτέλης έγινε οδός, ξέρεις τώρα, Σάββατο κι απόβραδο και ασετυλίνη, ναι, ναι, εκεί που γερνάς.

Πάλι καλά να λες· τα εφημερόπτερα ζουν, λέει, μια μέρα μόνο.


(Σ.Σ. Και για να είμαστε επιστημονικώς ακριβολόγοι, να θεωρηθεί πλέον ή βέβαιον ότι τα εφημερόπτερα ζουν πολλές πολλές μέρες πριν φτάσουν εν τέλει στη μία (;) μέρα που «ζουν» ως ενήλικα, έτσι;

Το είδος υποψηφίου διδάκτορα που εκαλείτο σκωπτικώς «σφουκοκωλάριος» κατά το βυζαντινό έθος, εξέλιπε σιγά σιγά στη δεκαετία του '80 με την παρακμή της "Έδρας" και της καθέδρας οπότε οι σημερινοί φοιτητές μπορεί να μην αναγνωρίσουν το κατάλοιπο του «βοηθού της έδρας» αν και οι παλαιότεροι κάτι θα έχουν να θυμούνται. Τώρα τελευταία που αναβαθμιζόμεθα πανεπιστημιακώς και επικρατεί, λέει, αξιοκρατία και αξιολόγηση και νομιμότητα και άλλα ηχηρά παρόμοια, προβλέπω πλήθη σφουκοκωλάριων να συνωθούνται για να καταλάβουν τις βαθμίδες και τα πόστα, αλλά εγώ είμαι γερο-γκρινιάρης είπαμε, και η γνώμη μου δε μετράει, ξέρουν καλύτερα οι τηλεμαϊντανοί, οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι και τα social media.)


2 σχόλια:

δύτης των νιπτήρων είπε...

Χμ, κάτι μάθαμε και σήμερα λοιπόν!
Φάνηκε η επιρροή του Σαραμάγκου κατά τα άλλα :)

(τον Πλίνιο, αν τον πετύχεις, να τον ξεφυλλίσεις, έχει πλάκα)

Β. είπε...

;) Εντάξει, από την επόμενη φορά θα χρησιμοποιώ περισσότερη στίξη από το Σαραμάγκου.