Χορός στο Θέατρο των Αγρών, από την ιστοσελίδα του
Από όλους αυτούς τους τύπους που χορεύουν στη φωτογραφία, αυτός που είναι κάτω αριστερά, τελευταίος στον κύκλο, είναι ο "οικοδεσπότης" του χώρου. Ο χώρος είναι το Θέατρο των Αγρών στην Κυπάρισσο, στο Δήμο Τεμένους του Ηρακλείου. Διάβασα για πρώτη φορά για τον οικοδεσπότη σε έναν οδηγό διακοπών, υπό την ιδιότητα του ιδιοκτήτη μιας παρακείμενης ταβέρνας που λειτουργεί χωρίς ρεύμα και με ένα μάλλον πρωτότυπο σύστημα πληρωμής (κατά κεφαλήν λογαριασμός 17 ευρώ, είτε πάρεις μια γκαζόζα είτε φας τον άμπακο, πράγμα βέβαια που σε προδιαθέτει να φας τον άμπακο). Στον οδηγό ο άνθρωπος αναφερόταν με το παρατσούκλι "Αγριόγιαννος", κατά κόσμον Γιάννης Σωμαράκης, αλλά σας διαβεβαιώ ότι δεν είναι καθόλου άγριος, τουλάχιστον χτες βράδι που γνωριστήκαμε δεν ήταν καθόλου.Το "γνωριστήκαμε" βέβαια είναι σχετικό, καθώς ο άνθρωπος μου μίλησε λες και με ήξερε χρόνια. Φαντάζομαι θα του είχε σφυρίξει δυο κουβέντες ο αδερφός του ο Μανόλης, που με ήξερε ως πελάτη του δικού του μαγαζιού στο Ηράκλειο, της μουσικής σκηνής "Θεωρείον" στην οδό Πεδιάδος, όπου ομολογουμένως έχω γράψει "ένδοξες" σελίδες (επί της υποτυπώδους πίστας), συνήθως υπό τη μουσική υπόκρουση του μπουζουκιού του Γιάννη Παξιμαδάκη, της κιθάρας του Γιώργου Σταυράκη και της αισθαντικής φωνής της Μαρίας Φασουλάκη. Αυτά βέβαια τον προηγούμενο χειμώνα που τα ακούσματα του μαγαζιού ήταν πιο λαϊκά, ενώ φέτος που δόθηκε έμφαση στο κρητικό έθνικ, η παρουσία μου αραίωσε μέχρι εξαφανίσεως διότι μια χαρά είναι τα κρητικά άμα είσαι Κρητικός, αλλά άμα δεν είσαι (καλή ώρα) τα κουτσοβολεύεις για κάνα εικοσάλεπτο αλλά μετά αρχίζεις να κοιτάς το ρολόι.
Πάντως αν και είχα ακούσει πολλά για το Θέατρο των Αγρών τόσο καιρό που τριγυρίζω στην Κρήτη, δεν είχε τύχει ποτέ να παρευρεθώ σε συναυλία ή παράσταση στο χώρο, ούτε είχα περάσει καν από την ευρύτερη περιοχή. Όλα αυτά μέχρι χτες, που μια φίλη μου εμφανίστηκε με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά για να μου πει ότι θα πήγαινε με μια φίλη της σε μια συναυλία το βράδι όπου θα έπαιζε ένα σχήμα που συμμετείχε και ο Παξιμαδάκης, και αν ήθελα να πάω μαζί. Δεδομένου ότι ο Γιάννης, αξιολογότατος μπουζουκοπαίκτης, είναι από τα πιο ευπρόσδεκτα ακούσματα στα αυτιά μου εδώ στο Ηράκλειο (είτε παίζει στην Πόπη, είτε στο Πάλαι Ποτέ, είτε στο Βρισκούμενο), δέχτηκα ασμένως - χώρια που έχω σε τεράστια εκτίμηση τις φίλες της φίλης μου.
Ξεκινήσαμε φυσικά καθυστερημένοι, αφού ένας από την παρέα είναι από την Ικαρία και αρνείται να πάει σε συναυλία πριν τις έντεκα, και όταν φτάσαμε στο Κυπαρίσσι η μουσική είχε ήδη αρχίσει. Το φεγγάρι ήταν ψηλά κι έδινε ένα όμορφο φως στον τόπο, ένα πετρόχτιστο αμφιθέατρο μέσα στους ελαιώνες. Η πρώτη έκπληξη ήταν ότι δεν είχε και πολύ κόσμο, αν και ερχόντουσαν σιγά σιγά αυτοκίνητα κι έφερναν κι άλλους. Η δεύτερη (για μένα) έκπληξη, ήταν ότι το πρόγραμμα δεν ήταν λαϊκό όπως είχα φανταστεί, αλλά παραδοσιακό - κρητικό, καθώς την ώρα που μπαίναμε τραγουδούσαν ριζίτικα. Εντόπισα τον Παξιμαδάκη στη σκηνή - δεν κρατούσε μπουζούκι αλλά λαγούτο (ή όπως διάβασα αργότερα, ένα όργανο που λέγεται μπουλγαρί). Υπήρχε ακόμα λύρα κρητική (φυσικά...), άλλο ένα λαγούτο, σαντούρι, κρουστά και ένα είδος ασκού που λέγεται στα κρητικά ασκομαντούρα (στα καριώτικα τσαμπουνοφυλάκα).
Χάζεψα στα γρήγορα το κοινό - μου φάνηκε αφύσικα οικείο, σαν σε καριώτικο πανηγύρι. Παρέες - παρέες καθόντουσαν και τρωγοπίνανε σε τραπέζια, άλλοι καθόντουσαν στα αμφιθεατρικά σκαλιά με ένα ποτήρι κρασί στο χέρι. Κλασικές κρητικές φάτσες, με μαλλιά και γένεια, ορισμένοι πάλι με χαρακτηριστική εμφάνιση του είδους που λέμε στην Ικαρία "Γκρούβαλοι". Υπέθεσα ότι όπως συνήθως μου συμβαίνει, σε κάνα εικοσάλεπτο θα έχω πεθάνει από την πλήξη - ασυγκίνητος από τον ήχο της λύρας και τον εν γένει έπαινο της παλληκαροσύνης, ανίκανος να χορέψω σωστά (άρα καλύτερα να μη χορέψω καθόλου) οτιδήποτε πέρα από απλό σιγανό (που όταν γυρίζει σε πεντοζάλι μου γίνεται εφιάλτης) για να μην αναφερθώ βέβαια σε χανιώτη ή (θεός φυλάξοι...) μαλεβυζιώτη.
Έκανα λάθος. Τρεις ώρες αργότερα περιφερόμουν καταχαρούμενος μέσα στο πανηγύρι που είχε στρωθεί, πίνοντας το κρασάκι του Αγριόγιαννου. Ο πατέρας των αδελφών Σωμαράκη χόρεψε και τραγούδησε και είπε μαντινάδες, καθώς καλοντυμένοι και ρακένδυτοι, στυλάτοι και ξυπόλυτοι γινόντουσαν ένα στο χορό, κάτω από τις νότες τους συγκροτήματος "Σύρμα", όπως έμαθα ότι ονομαζόντουσαν οι μουσικοί. Πέτυχα τα αδέλφια σε μια γωνιά, ο Μανόλης με χαιρέτησε πρώτος.
- Χόρεψες σήμερα;
- Δεν ξέρω κρητικά, του είπα.
- Ε, και; Μπες μέσα και θα μάθεις, όλοι έτσι μαθαίνουν εδώ πέρα.
Επαίνεσα το Θέατρο, το μεράκι και τη μαστοριά του. Ρώτησα πώς θα μάθαινα το πρόγραμμα των εκδηλώσεων.
- Σήμερα πώς το 'μαθες; ρώτησε ο Γιάννης.
- Έχω κάτι φίλους, του είπα.
Τότε κι εκείνος μου είπε μια ιστορία: "Στην Ικαρία" λέει, (μιλημένος γαρ), "ήτανε ένας τύπος που πήγαινε ένα απόγευμα στο χωράφι του. Πέφτει σε μπλόκο της αστυνομίας, τον ψάχνουν οι μπάτσοι, του βρίσκουνε τρεις μπάφους. Τον πάνε στη Σάμο, στο δικαστήριο, και τον ρωτάει ο πρόεδρος:
- Πού τα βρήκες τα τσιγάρα;
- Έχω κάτι φίλους, κύριε πρόεδρε, και μου τα δώσανε.
- Κι εγώ έχω φίλους, του λέει ο πρόεδρος, αλλά δε μου δίνουνε τσιγάρα με χασίσι.
- Ε, μα δεν έχουμε τους ίδιους φίλους, κύριε πρόεδρε..."
Ακόμα χορεύανε όταν φύγαμε, κατά τις τρεισήμιση. Το φεγγάρι ήταν ψηλά, και δίπλα του ένα αστέρι λαμπρό - κάποιος πλανήτης μάλλον. Κατεβήκαμε τραγουδώντας Μουντάκη, "στης Γραμβούσας τ' ακρωτήρι" και το "Μεσοπέλαγα αρμενίζω". Οι κοπέλες με άφησαν στο σημείο που είχα παρατήσει το αμάξι μου, δίπλα σε ένα μπλόκο της αστυνομίας. Μέχρι να φτάσω σπίτι συνάντησα άλλα δύο μπλόκα, που δεν με σταμάτησαν. Το τελευταίο μπλόκο ήταν σχεδόν έξω από το σπίτι, στην παραλιακή. Σκέφτηκα να μην προκαλώ την τύχη μου δεδομένων των αρκετών ποτηρακίων που είχα κοπανήσει (άλλο θέμα με την αστυνομία δεν έχω, γιατί με τον Καριώτη της ιστορίας μάλλον δεν έχουμε τους ίδιους φίλους) και πάρκαρα στο άλλο ρεύμα δίπλα σε μια καντίνα - βρωμικατζίδικο για ξενύχτες. Πήρα ένα σουβλάκι και βάλθηκα να το μασουλάω καθώς περνούσα αδιάφορα δίπλα από τα περιπολικά, τραγουδώντας ένα δίστιχο που μου έμεινε από τη συναυλία:
Όποιος δεν είναι μερακλής, πρέπει του να πεθάνειΣε λίγο θα ξημέρωνε το Σάββατο.
γιατί στον κόσμο ετούτονε μόνο τον τόπο πιάνει.
6 σχόλια:
Και τι μάς διδάσκει η ανάρτηση αυτή, πέρα τού ότι η Μεγαλόννησος σε έχει ομοιοστατήσει 99,5%;
:-)
Idom
Μην κάνεις έτσι... Κι οι χιμπατζήδες με τους ανθρώπους στο 99,5% μοιάζουν, αλλά το 0,5% βγάζει ορισμένες αξιοσημείωτες διαφορές.
Έχεις δει ποτέ χιμπατζή να χορεύει πεντοζάλη;
(Αν πάντως χρειάζεσαι οπωσδήποτε διδάγματα, πουλάνε κάτι ημερολόγια που στην πίσω πλευρά γράφουν ρητά και παροιμίες. Ίσως εδώ έχει και με μαντινάδες - αν βρω θα σου στείλω.)
Η ειδοποιός διαφορά (0,5%)...
Αμπέλι μου στραβόραδο,παλιά καταβολάδα,
κρασάκι μου που σ' έπινα όλη την εβδομάδα.
Όρσα μια κι έλα γεμάτα
για τα σένα μαυρομάτα.
Όρσα μια και δυο σου λέω ,
μη με τυραννάς και κλαίω.
Στη Μεσσαριά ψιλή βροχή και στον Αθέρα μπόρα
κι εδώ μέσα στον Εύδηλο ήλιο και παρηγόρα.
Όρσα μια κι έλα γεμάτα
για τα σένα μαυρομάτα.
Όρσα μια και δυο σου λέω ,
μη με τυραννάς και κλαίω.
Η Κρήτη μαγεύει όποιον βρεθεί κοντά της.Πραγματικά κοντά της.Δεν ήξερα ότι υπάρχει θέατρο αγρών.Μα το έμαθα από σένα τώρα.Είναι όμορφες όμως αυτές οι καλοκαιρινές συναντήσεις.Και πίστεψε με,ένα κομμάτι απο το νησί βρίσκεται παντού.Έχω δει να με κοιτάζουν παράξενα κάθε φορά που σιγοτραγουδώ Κρητικά τραγούδια όταν βγαίνουμε ακόμη κι αν είμαστε σε μια γωνιά πολύ μακρυά από το νησί.Δεν το καταλαβαίνουν.Εγώ όμως ξέρω...
@αράπη: μόνο μια μικρή διόρθωση:
Στον Εύδηλο ψιλή βροχή
και στο Φανάρι μπόρα
Μα μες στο Καραβόσταμο
ήλιος επαρηγόρα
αν και υποθέτω το τροποποιείς για ταιριάζει στα whereabouts μας...
@Aza: Δεν θέλω να σε στεναχωρήσω, αλλά δεν τους μαγεύει όλους η Κρήτη, φοβούμαι (ούτε κι εμένα ιδιαίτερα, κι ας γκρινιάζει ο Idom για το αντίθετο).
Εσύ δεν είσαι από Κρήτη; Από το Θραψανό κιόλας; Το Πυθαράκι δικό σου δεν είναι; Πολύ μου αρέσει εκείνη η μαντινάδα που λέει:
Διάλε τσ' απολιμάρες του
του παλιοθραψανιώτη
που κάνει τα σταμνιά βαριά
και καταλεί τη νιότη.
έχω γενικά αλλεργία στα κρητικά πανηγύρια αλλά από την ανάρτηση κι απ΄όσα μου έχουν πει φίλοι κατάλαβα ότι χάνω πολλά.Το περίεργο είναι που δε με νοιάζει.Η πλάκα-εκδίκηση γι αυτή μου την άρνηση, θα είναι να ερωτευθώ κάποτε Κρητικό!
Δημοσίευση σχολίου