Μέσα στο σκοτάδι έλαμψε μια ημερομηνία στην οθόνη: 24 Ιούλη 1975. Κάτι τύποι (ασπρόμαυροι) με παντελόνι καμπάνα, αεροπλανικούς γιακάδες, μαλλιά και μούσια που εμφανώς ανήκαν στο 1975 κάπνιζαν σε μια ταράτσα. Το πλάνο ήταν γενικό - στο βάθος φαινόντουσαν καμιά δεκαριά καρέκλες, διατεταγμένες ανά δύο σε τραπεζάκια. Οι τύποι πήγαν και έκατσαν επίσης ανά δύο, φάτσα στην κάμερα. Ένας από τους μουσάτους, ο κεντρικός, άρχισε να μιλάει προς την κάμερα λέγοντας κάτι σαν "σήμερα κλείνει ένας χρόνος από την καθεστωτική αλλαγή του 1974. Καλέσαμε εκπροσώπους των πολιτικών νεολαιών για να συζητήσουμε τα όρια και τους στόχους της αλλαγής αυτής". Ύστερα μας σύστησε (ανά δύο πάντα) τους εκπροσώπους της ΚΝΕ, της νεολαίας ΠΑΣΟΚ, της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος και της νεολαίας της Ένωσης Κέντρου - Νέες Δυνάμεις. Υπό αυτή την ιδιότητα, χωρίς ονόματα και διευθύνσεις. Οι νεολαίοι άρχισαν να τοποθετούνται κατά σειρά. Ένας έκανε τοποθέτηση, οι άλλοι άκουγαν.
Ακούγαμε κι εμείς. Όχι για πάρα πολύ. Κάποιοι άρχισαν να ψιλομουρμουράνε από το κοινό, κάποιοι άλλοι τους έκαναν "σσσστ!". Το πλάνο ήταν εντελώς στατικό, η μεταπολίτευση είχε γίνει δέκα χρόνια πριν και η σχετική κουβέντα είχε παλιώσει εμφανώς, σαν τα κουρέματα και τα ρούχα επί της οθόνης. Ορισμένοι θεατές βέβαια το είχαν πάρει ζεστά, και όποτε τελείωνε την τοποθέτησή του ο "δικός τους" άρχιζαν τα χειροκροτήματα, και ίσως και κάνα σύνθημα (ο αγώνας τώρα κλπ.). Μόνο οι κακόμοιροι της Ένωσης Κέντρου που την είχε πάρει ο διάολος στο μεταξύ δεν είχαν οπαδούς στο κοινό και συγκέντρωναν τη γενική χλεύη του 1984 καθώς προσπαθούσαν να απαντήσουν το 1975 γιατί συμμετείχαν στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας του 1974. Σιγά σιγά όμως οι μουρμούρες επανήλθαν και έγιναν σφυρίγματα. Ο κόσμος ίδρωνε και βαρυγκομούσε, κάποιοι απέξω προσπαθούσαν να μπουν μέσα, και οι νεολαίοι της οθόνης αναζητούσαν την πιο συνεπή αντιιμπεριαλιστική στάση. Η κουβέντα τραβούσε σε μάκρος και τα σφυρίγματα πολλαπλασιάζονταν, μέχρι που κάποια στιγμή σταμάτησαν να συζητάνε και σηκώθηκαν από τις καρέκλες. Ένα σούσουρο ανακούφισης διαπέρασε την αίθουσα από άκρου εις άκρον.
Δεν κράτησε πολύ. Οι νεολαίοι πήγαν παρακείθε, άναψαν τσιγάρο, η κάμερα έκανε ένα γενικό πλάνο στις γύρω ταράτσες και στις πίσω πολυκατοικίες καθώς έπεφτε σιγά σιγά η νύχτα της 24ης Ιουλίου (ή μάλλον Ιούλη) του 1975, κάπου πήρε το μάτι μου και το Λυκαβηττό στο βάθος, και μετά το πλάνο επανήλθε στις καρέκλες όπου οι εκπρόσωποι άρχισαν να κάθονται πάλι ένας ένας. Ύστερα ο μεσιανός είπε κάτι σαν "και τώρα ξεκινάει το δεύτερο μέρος της συζήτησης" αλλά η φράση του εντός του σινεμά διακόπηκε βίαια από ένα μακρόσυρτο "ουουουουουου" που δόνησε την αίθουσα. Πάνω στη σύγχιση, ο Π. πετάχτηκε όρθιος απότομα φωνάζοντας:
- Γκολ!
Τον κοίταξα έντρομος, με απορημένο βλέμμα.
- Μητρόπουλος, δύο-ένα.
Κάποιοι τον κοίταξαν κάνοντας γκριμάτσες. Ένας πλησίασε απειλητικά από το πίσω κάθισμα.
- Δύο ένα ποιος;
- Ο Ολυμπιακός.
- Φτου ρε γαμώτη, όλα σκατά πάνε σήμερα, είπε ο τύπος και ξανάκατσε στο κάθισμα.
Η προβολή συνεχιζόταν μέσα σε μια ανάκατη βαβούρα. Τώρα κανένας δε χειροκροτούσε, ούτε φώναζε συνθήματα. Ο κόσμος πέταγε προγράμματα και μπουφάν προς τη μηχανή προβολής, άλλοι έβριζαν μεγαλόφωνα, μερικοί είχαν ανάψει τσιγάρο και οι διπλανοί τους τα έχωναν, όλοι γιούχαραν και κανένας δεν άκουγε τους πάλαι ποτέ νεολαίους. Σκέφτηκα ότι μπορεί ανάμεσα στο κοινό να ήταν και κανένας από αυτούς, κανένας ξυρισμένος τριαντάρης μάλλον, που θα πήγε να δει τον εαυτό του στο πανί. Σκέφτηκα ότι οι δικοί μου θα άρχιζαν να αναρωτιούνται τι απέγινα τόσες ώρες. Αναρωτήθηκα με τη σειρά μου αν θα προλάβαινα το λεωφορείο ή θα έπρεπε να πάρω ταξί και αν είχα λεφτά για ταξί. Μάλλον δεν είχα. Σκέφτηκα να φύγω.
Σηκώθηκα όρθιος. Την ίδια ώρα σηκώθηκαν και μερικοί ακόμα και άρχισαν να φωνάζουν "Τις σφαίρες! Τις σφαίρες!". Κοίταξα γύρω - επικρατούσε χάος. Διάφορα αντικείμενα πετούσαν στον αέρα του σινεμά - κυριακάτικες εφημερίδες, στραγάλια, χαρτομάντηλα. Μερικοί χτυπιόντουσαν μόνοι τους, κάποιοι άλλοι μεταξύ τους. Κοίταξα τον Π. - είχε ακόμα το ακουστικό στο αυτί. Τον ρώτησα αν είχε τελειώσει το ματς - έγνεψε "ναι". Δύο δάχτυλα με το αριστερό, ένα με το δεξί. Ο παναθηναϊκός του πίσω καθίσματος έβγαλε ένα μουγκρητό - "Δικό μας το πρωτάθλημα όμως".
Και ξαφνικά ακούστηκε ένα φοβερό χειροκρότημα ανάκατο με κραυγές. Κοίταξα την οθόνη - έπεφταν τίτλοι τέλους. Έκατσα ξανά. Όταν τα φώτα άναψαν, επικρατούσε ακόμα φοβερή ένταση. Ένας τύπος με άσπρο κουστούμι και κόκκινο κασκολάκι, μαλλιά και γένια και στρογγυλά γιαλιά χειρονομούσε προς το πλήθος και κάτι πήγαινε να πει που δεν ακουγόταν. Με τα πολλά κατάφερε να αυτοσυστηθεί: "είμαι ο Νίκος Αλευράς".
Σιγή έπεσε. Ο Νίκος Αλευράς! Ο σκηνοθέτης της πέτρας του σκανδάλου. Ο άνθρωπος για την ταινία του οποίου ήρθαμε όλοι και φάγαμε την ταλαιπωρία της αρκούδας. Ο ήρωάς μας. Η ώρα που όλοι περιμέναμε ήταν κοντά. Το πλήθος ξέσπασε σε επευφημίες. Κάποιοι άρχισαν να φωνάζουν "Η λογοκρισία δεν θα περάσει". Ο τύπος έκανε νόημα να ησυχάσουν και είπε ότι μετά την προβολή θα ακολουθήσει συζήτηση για την ταινία. Ο κόσμος χειροκρότησε και πάλι. Ύστερα ο τύπος αποπειράθηκε να πει ότι επειδή υπάρχει ακόμα κόσμος απέξω που περιμένει να μπει, αν τυχόν κάποιοι έχουν ήδη δει την ταινία, να βγουν για να μπουν οι άλλοι. "Άντε και γ...." του απήντησαν οι αφοσιωμένοι οπαδοί του. Ο σκηνοθέτης δεν επέμεινε. Τα φώτα έσβησαν πάλι.
Άκουσα τον Π. δίπλα μου να μουρμουρίζει "ελπίζω να αξίζει τον κόπο". Ύστερα έγινε σιωπή. Τώρα άρχιζε στα αλήθεια.
Άπό τα μεγάφωνα ακούστηκε ένας ήχος σαν κλάμα νεογέννητου. Στην οθόνη εμφανίστηκε ένας γυμνός μαντράχαλος με μαλλιά και μούσια και στρογγυλά γιαλιά (έλειπε το άσπρο κουστούμι και το κόκκινο κασκόλ). Μια "μαμά" τον έκανε μπάνιο, του έβαζε ταλκ και πάνες και έκανε ότι τον θήλαζε. Αυτό ήταν όλο - τσόντα τέλος. Το "παιδί" μεγάλωσε, έπεσε στα υπαρξιακά αδιέξοδα που δεν επιλύθηκαν με τη μεταπολίτευση και άρχισε την πλάκα. Έτσι, σε μια φάση εξηγούσε πως μια γενιά κινηματογραφιστών το έριξε σε άλλα επαγγέλματα (δείχνοντας εικόνες από το ανθοπωλείο "Αγγελόπουλος", το μπακάλικο "Μαρκετάκη" και το φούρνο "Αλευρά". Μετά έδειξε πως μια παρέα αποφάσισε να ταξιδέψει αλλά επειδή δεν είχε λεφτά για εισιτήριο πήγε μέχρι το αεροδρόμιο και κοιτούσε τα αεροπλάνα να φεύγουν. Με τα πλάνα από τα αεροπλάνα έφτασε το διάλειμμα.
Γύρισα και κοίταξα τον Π. Είχε μείνει με το στόμα ανοιχτό.
- Πώς σου φαίνεται; ρώτησα.
- Φεύγω, είπε - κι έφυγε.
Οι περισσότεροι γύρω γύρω κοιτάζονταν αμίλητοι. Περισσότερο αμηχανία παρά οτιδήποτε άλλο. Το δεύτερο μέρος άρχισε και η πλάκα συνεχίστηκε. Ο ήρωάς μας, το παιδί που μέγαλωσε και έγινε φτυστός ο σκηνοθέτης, έπαιρνε συνεντεύξεις από διάφορους τύπους σε παγκάκια της Αθήνας ρωτώντας τη γνώμη τους για τον Αλευρά. Έδειξε και ένα περίπτερο όπου οι εφημερίδες έγραφαν για τον Αλευρά με πηχιαίους τίτλους. Ελλείψει ψηφιακών εφέ την εποχή εκείνη, φαντάζομαι οι εφημερίδες (και οι συνταξιούχοι στα παγκάκια) μιλούσαν για το Γιάννη Αλευρά, νούμερο δύο του κοινοβουλετικού ΠΑΣΟΚ όταν γυριζόταν η ταινία και πρόεδρο της Βουλής την εποχή που περιγράφω. Ύστερα ακολούθησαν κι άλλες πλακίτσες, όχι πολύ πετυχημένες μάλλον. Δε νομίζω να θυμάμαι καμμιά άλλη.
Θυμάμαι ότι τα φώτα άναψαν πέντε λεπτά πριν την ώρα που έφευγε το τελευταίο λεωφορείο. Πετάχτηκα πάνω και έτρεξα προς την έξοδο. Μάζεψα και μια αφίσα που διαφήμιζε τις προβολές και άρχισα να τρέχω στη Σταδίου. Πρόλαβα στο τσακ - έφτασα σπίτι δωδεκάμιση πάνω που οι δικοί μου είχαν αρχίσει να ανησυχούν. Αλλά τους είχα καλά εκπαιδευμένους "πού ήσουνα;" ρώτησαν, "σινεμά" είπα - και τέλος.
Είπα στα παιδιά από το σχολείο ότι είχα δει την πέτρα του σκανδάλου, αλλά μια και δεν είχε τσόντα τελικά δε θεωρήθηκε σοβαρό επίτευγμα. Λίγο καιρό αργότερα διάβασα σε ένα περιοδικό (μάλλον στο ΑΝΤΙ αλλά δεν είμαι σίγουρος) μια αναφορά στα γεγονότα της βραδιάς εκείνης. Η κυρία που υπέγραφε το άρθρο αναφερόταν κυρίως στο γιουχάισμα που, αδίκως μάλλον, έφαγε η προηγούμενη ταινία. Αναρωτιόταν τι απέγιναν οι αγωνίες και οι αναζητήσεις των παιδιών της μεταπολίτευσης, που στο κάτω κάτω ήταν μόλις πριν δέκα χρόνια. Μου φάνηκε τεράστιος χρόνος το "δέκα χρόνια" τότε - σήμερα έχουν περάσει άνω των είκοσι από εκείνη τη βραδιά και μάλλον αρχίζω να την καταλαβαίνω...
Αφού πέρασε κάμποσος καιρός και έφυγα κάποτε από το πατρικό μου, οι επισκέπτες του "δικού μου" σπιτιού έβλεπαν σε ένα σημείο ενός τοίχου τρεις αφίσες κολλημένες: μία από ένα κονσέρτο κιθάρας (της δασκάλας μου), μία από μια έκθεση ζωγραφικής (κάτι φίλων) και την αφίσα που διαφήμιζε τις προβολές για τα 10 χρόνια νέου ελληνικού κινηματογράφου 1974-1984. Υποθέτω θα θεωρούσαν ότι είμαι μέγα ψώνιο της κουλτούρας, αλλά για να λέμε του στραβού το δίκιο, αυτές τις αφίσες είχα, αυτές έβαλα - το βασικό ήταν να μη φαίνονται οι ξυσμένοι σοβάδες και η τρύπα που είχαν ανοίξει οι προηγούμενοι ενοικιαστές για να περνάει ο σωλήνας του πλυντηρίου προς την αποχέτευση.
Κάπου κάποτε άκουσα και ένα τραγουδάκι που νομίζω πως έδωσε τον τίτλο του στην επίμαχη ταινία και σε τούτες τις αναρτήσεις. Σα να θυμάμαι αμυδρά, πως η ταινία τελείωνε με ένα κοριτσάκι που το απήγγειλε. Έψαξα λίγο στο διαδίκτυο αλλά το μόνο σχετικό που βρήκα ήταν ένα του Τσιτσάνη που έλεγε:
Πέφτουν οι σφαίρες σαν το χαλάζιΑλλά μάλλον δε θα 'ναι το ίδιο.
κι ακουμπισμένος σ' ένα δεντρί
ο τραυματίας αναστενάζει
και τη μανούλα του ζητάει για να δει
Την αφίσα της ταινίας "Πέφτουν οι σφαίρες σαν το χαλάζι κι ο τραυματισμένος σκηνοθέτης αναστενάζει" τη βρήκα σε μια ιστοσελίδα χωρίς πολλές άλλες πληροφορίες και την τοποθέτησα στο πρώτο μισό της ανάρτησης. Τη φωτογραφία του σκηνοθέτη να μασουλάει ένα σπαγγέτι-κορδόνι που δείχνω εδώ την πέτυχα στην ιστοσελίδα του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, αν και είναι σαφώς μεταγενέστερη της περιγραφόμενης προβολής. Ατυχώς δεν βρήκα οπτικό υλικό από την ταινία "24 Ιούλη" του Λευτέρη Χαρωνίτη (την "άλλη ταινία" που προηγήθηκε), που παρά την πλάκα, νομίζω ότι για την εποχή μια χαρά έκανε και τη γύρισε. Άλλωστε τότε έπεφταν ακόμα τα μπάζα του οικοδομήματος της χούντας - άλλο αν με ορισμένα μεταπολιτευτικά μπάζα ακόμα ταλαιπωρούμεθα.
Αν και η ΚΝΕ και νεολαία ΠΑΣΟΚ ακόμα υφίστανται, χωρίς βέβαια μεγάλη πολιτική σχέση με τους προ τριακονταπενταετία προβληματισμούς, η Ελληνική Κομμουνιστική Νεολαία (ΕΚΟΝ) "Ρήγας Φεραίος" που ξεκίνησε ως αντιδικτατορική οργάνωση και μετά τη μεταπολίτευση ήταν η νεολαία του ΚΚΕ Εσωτερικού, διαλύθηκε με την αυτοδιάλυση του κόμματος αυτού στα τέλη της δεκαετίας του '80.
3 σχόλια:
Αγαπητέ κε Ροβιθέ!
Πάλι εκτός θέματος θα με βγάλετε, αλλά έγραψα μία ωραία μαντινάδα και ήθελα να την μοιραστώ με την (ελληνόφωνη) ανθρωπότητα:
Σολιψισμός, νιχιλισμός κι άλλη φιλοσοφία,
εμένα πια με συγκινούν το σεξ κι η ξιφασκία...
Εντάξει, το κάτω της μισό είναι δανεισμένο από έναν βάτραχο τού Αρκά. Αλλά όσο την ξαναδιαβάζω έχω την αίσθηση ότι ΔΕΝ είμαι εντελώς εκτός θέματος...
Τι λέτε;
Όσο για το lead in έργο που σάς πρόβαλαν, επρόκειτο περί αποκάλυψης: ποιος Αιζενστάιν ή Τσάπλιν ή αφοι Γουακόφσκι έχει καταφέρει να φέρει σε τέτοιο παροξυσμό το κοινό του;
Όταν με το καλό ανοίξω και εγώ blog και αρχίσω να δημοσιεύω τα απομνημονεύματά μου θα σας διηγηθώ για τις υπέροχες μεταμεσονύχτιες κινηματογραφικές παραστάσεις στη Θεσσαλονίκη την δεκαετία τού '80!
Καλές διακοπές
Idom
Λέω καλές διακοπές και σε εσάς. Εμείς πάντως θα μείνουμε επί των επάλξεων (ιστολογικώς πάντοτε), κι ας είναι το πολυπληθές κοινό μας στις παραλίες. (Εντάξει, κι εμείς στις παραλίες θα είμαστε, αλλά με το λαπτοπ καβάτζα...)
Καλά να περνάτε.
@ Αγαπητέ κε Ροβιθέ!
@ Αγαπητοί όλοι!
Κάψτε τα λάπτοπ και κάν'τε laptopless βουτιές στα γαλάζια νερά τής Ικαρίας!
Idom
Δημοσίευση σχολίου