ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Μια ρεβυθιά στο Ηράκλειο - Λέιντεν - Λισσαβώνα - Αθήνα - πάλι Ηράκλειο - Γιάννενα


30/11/12

Σονέτο 116 (Σαίξπηρ)


Η κατά Χειμερινούς Κολυμβητές απόδοση του σονέτου 116 (παραδόξως γραμμένο στο CD ως σονέτο 114, αλλά είναι το 116...) σε μια ελληνική απόδοση του Βασίλη Ρώτα.


Let me not to the marriage of true minds
Admit impediments. Love is not love
Which alters when it alteration finds,
Or bends with the remover to remove:

O no! it is an ever-fixed mark
That looks on tempests and is never shaken;
It is the star to every wandering bark,
Whose worth's unknown, although his height be taken.

Love's not Time's fool, though rosy lips and cheeks
Within his bending sickle's compass come:
Love alters not with his brief hours and weeks,
But bears it out even to the edge of doom.

If this be error and upon me proved,
I never writ, nor no man ever loved.



(Κανένα εμπόδιο να ενωθούν καρδιές πιστές
Εγώ δε δέχομαι. Δεν είναι αγάπη η αγάπη
που αλλάζει μ' όλες του καιρού τις αλλαγές
και ξεστρατάει σε κάθε σκούντημα σαν τόπι

Όχι, είναι ένα σημάδι αιώνια σταθερό
που απαρασάλευτο τις μπόρες αντικρύζει
του ναύτη τ' άστρο, που κι αν έχει μετρημό
πόσο μακριά είναι, δε μετριέται πόσο αξίζει

Δεν είν' η αγάπη παίγνιο του καιρού
που αυτός θερίζει ροδομάγουλα και χείλια
η αγάπη δεν πηγαίνει μ' ώρες και με μίλια
γιατί θα βρει την άκρη πάντα και παντού.

Αν τούτο ειν' πλάνη κι αποδείχνεται σε με
ούτ' έγραψα, ούτε αγάπησε άνθρωπος ποτέ.)


Σ.Σ. Διάβαζα εδώ κάτι ορθογραφικά σχόλια και κατάλαβα (ή καλύτερα θυμήθηκα) ότι ανήκω στη μειονότητα που γράφει «παραδοσιακά» διάφορες λέξεις διότι έτσι τις θυμάται ή τις έμαθε ή έτσι νομίζει τέλος πάντων. Δε φτάνει που μου τη λένε κάθε τόσο για το «βράδυ» που είναι μάλλον «βράδι» ή μπορεί το ανάποδο (τα έχω μπλέξει οριστικά όπως αντιλαμβάνεστε), έχω και την εμμονή με τα τραίνα (και όχι τρένα), δεν πίνω ποτέ μπίρα (αλλά καμμιά φορά ομολογουμένως μπύρα) και φυσικά προτιμώ αναφανδόν τον Σαίξπηρ από τον Σέξπιρ.

Βέβαια για να λέμε του στραβού το δίκιο, τον έχω περιλάβει το βάρδο
εδώ και παράλληλα έχω εκφράσει το σκεπτικισμό μου για τις μεταφραστικές επιλογές του Ρώτα, αλλά όπως λένε και μερικοί μνημονιακοί φίλοι μου εσχάτως «εσύ τι προτείνεις;». Προφανώς μετά από αυτό το συντριπτικό επιχείρημα δεν έχω παρά να καταπιώ την κατά Ρώτα απόδοση και να πω κι ένα τραγούδι (ή εν προκειμένω να βάλω το Μπακιρτζή να το πει, που μας έμπλεξε με τα σονέτα ευθύς εξαρχής).

Περιέργως το σονέτο αυτό είναι διαφορετικού τύπου από αυτά που μαθαίναμε στο σχολείο (κάτι του Λορέντζου Μαβίλη αν θυμάμαι καλά) αλλά μικρή σημασία έχει βέβαια αυτό. Του ναύτη τ' άστρο είναι που έχει σημασία, κυρίως.

Για το αιώνια και το απαρασάλευτα δεν ξέρω, αλλά του ναύτη τ' άστρο στ' αλήθεια δε μετριέται πόσο αξίζει. Κι ας ελπίσουμε να βρίσκεται η άκρη, πότε πότε.

17/11/12

Αραβόσιτος


Φυτά Zea mays (αραβόσιτος, κν. καλαμπόκι), φωτό από εδώ.

Κάθε Τετάρτη πρωί η εργαστηριακή μας ρουτίνα περιλαμβάνει γεωργικές εργασίες. Δεν πρόκειται για κάποιου είδους πολιτιστική επανάσταση, όπου οι επιστήμονες-διανοούμενοι-εργάτες του πνεύματος περνάνε από υποχρεωτική επιμόρφωση ως αγρότες-εργάτες γης για να δουν και την άλλη όψη των πραγμάτων. Πρόκειται για βασικό προαπαιτούμενο του να χρησιμοποιεί κανείς πεταλούδες ως πειραματόζωα. Όλοι φυσικά νομίζουν ότι οι πεταλούδες τρέφονται με το νέκταρ των λουλουδιών (πράγμα που εν μέρει μόνο ισχύει) και μερικοί πιο υποψιασμένοι έχουν προσέξει ότι τρέφονται και με χυμούς φρούτων (αποσυντιθέμενων, κατά προτίμηση, εξ’ ου και η χαρακτηριστική μυρωδιά υπερώριμης μπανάνας στο πεταλουδοτροφείο μας). Ελάχιστοι πάντως θυμούνται ότι στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους οι πεταλούδες είναι κάμπιες (κάτι σκουληκάκια δηλαδή) και τρέφονται με πράσινα φυτά.

Στην περίπτωσή μας, οι πεταλούδες τρέφονται με φύλλα καλαμποκιού. Παραδόξως, βέβαια, εκ πρώτης όψεως, καθότι το ζωάκι είναι αφρικανικής προέλευσης και το φυτό μεσοαμερικανικής, αν και με τάσεις παγκοσμιοποίησης. Κι επειδή τρώνε τα φύλλα και όχι σπόρους, καλαμποκάλευρο ή ποπκόρν, για να διατηρήσουμε τις κάμπιες μας σφριγηλές μέχρι να μεταμορφωθούν σε ιπτάμενες πεταλουδίτσες (και το ρίξουν στην κάπως αποσυντιθέμενη μπανάνα) χρειαζόμαστε γλαστρούλες με φρέσκα σχετικά φυτά σε συνεχή βάση. Κι επειδή το ινστιτούτο μας παρέχει στέγη (επιστημονική), τροφή (έναντι αντιτίμου) και προστασία (από την ανεργία, προσώρας) αλλά δεν έχει φροντίσει να μας παράσχει και μερικούς κατά συνθήκη εργάτες γης, το σύνολο του προσωπικού του εργαστηρίου (από το μεγάλο αφεντικό μέχρι την τελευταία τεχνικό) υποδύεται το ρόλο εναλλάξ.

Κάθε Τετάρτη πρωί, μια τριάδα αποσπάται στο υποτυπώδες θερμοκήπιο που φιλοξενεί τα καλαμπόκια μας και αρχίζει να γεμίζει γλαστράκια με χώμα, να σπέρνει δεκαέξι (αυστηρά) σποράκια σε συγκεκριμένες θέσεις στο γλαστράκι, να σκεπάζει με εξτρά χώμα, να πιέζει ελαφρά και να τοποθετεί τα γλαστράκια ανά δεκαπεντάδες σε ειδικές λεκανίτσες, να τα ποτίζει και να πηγαίνει μετά από κάνα δίωρο στην ευχή του θεού βλαστημώντας τη γεωργία και αυτούς που την ανακάλυψαν, ειδικά αν τα τρία πρόσωπα της τριάδας δεν αισθάνονται πολύ βολικά μεταξύ τους, π.χ. όταν συμμετέχει σε αυτήν και το αφεντικό οπότε η συζήτηση καλού-κακού περιφέρεται στα γονίδια και την επιστήμη αποκλειστικά, για να μη θεωρηθεί ότι χαζολογάμε εν ώρα εργασίας. Όταν όμως τα πρόσωπα είναι συμβατά, η διαδικασία μπορεί να γίνει σχετικά ευχάριστη και η σπορά να διανθιστεί από ευχάριστες διηγήσεις και ψιλοκουβεντούλα.

Τις προάλλες, ας πούμε, φυτεύαμε παρέα με το Μεξικάνο συνάδελφο και την Ιαπωνοβραζιλιάνα υποψήφια διδάκτορα, ένας συνδυασμός ιδιαιτέρως γόνιμος για κουβεντούλα καθώς αφενός συμπαθιόμαστε απεριόριστα και αφετέρου όντας ξένοι και οι τρεις στον τόπο, έχουμε μια ορισμένη απόσταση από την πορτογαλική καθημερινότητα. Έτσι κατά καιρούς πιάνουμε συζητήσεις γενικότερου ενδιαφέροντος, από τις προοπτικές ανεύρεσης εργασίας σε μουσεία φυσικής ιστορίας, τον τρόπο που πίνουν καφέ οι Έλληνες σε σχέση με τους Πορτογάλους ή τους Ολλανδούς, την hadcore πανκ μουσική που είναι δημοφιλής σε μερίδα της βραζιλιάνικης νεολαίας και – γιατί όχι – τις πολιτισμικές επιδράσεις των Μάγιας και των Αζτέκων στη σύγχρονη εποχή. Το περίεργο είναι ότι για αυτή την τελευταία συζήτηση την αφορμή την έδωσα εγώ.

- Το καλαμπόκι είναι φυτό ιθαγενές της αμερικανικής ηπείρου, σωστά;

Καθότι η Βραζιλιάνα της παρέας είναι γενετικώς εντελώς Γιαπωνέζα, ο Μεξικάνος ήταν ό,τι πλησιέστερο είχαμε σε ιθαγενή της Αμερικανικής ηπείρου (παρότι κι αυτός με τη σειρά του μάλλον ελβετοϊσπανικής γενετικής σύστασης), οπότε έσπευσε να απαντήσει καταφατικά. Εξήγησε ότι το «άγριο» φυτό που είναι ο πρόγονος του σημερινού καλαμποκιού είχε εξημερωθεί από τους ιθαγενείς που το καλλιεργούσαν επί χιλιάδες χρόνια πριν τους «ανακαλύψουν» οι Ισπανοί. Ρώτησα εγκυκλοπαιδικά αν η «παραδοσιακή» μαγειρική των ιθαγενών περιελάμβανε και άλεσμα για παρασκευή καλαμποκάλευρου και ψήσιμο καλαμποκόψωμου, αλλά ο γνώστης συνάδελφος διευκρίνισε ότι η έννοια του ψωμιού όπως την αντιλαμβανόμαστε εμείς ήταν άγνωστη στους ιθαγενείς. Άλλωστε, το καλαμποκάλευρο είναι διατροφικά ατελές ελλείψει κάποιων βιταμινών, και η κατανάλωσή του ως ανεπεξέργαστης βασικής τροφής εγκυμονεί κίνδυνο πελλάγρας. «Ωστόσο», συμπλήρωσε ο συνάδελφος, «του έκαναν μια κατεργασία που συμπληρώνει την έλλειψη καθώς μεταφέρει τις βιταμίνες που υπάρχουν στο φλοιό σε ένα είδος πολτού από το οποίο φτιάχνουν μετά τορτίγιες».

Η Βραζιλιάνα (ή ίσως Γιαπωνέζα) παρατήρησε ότι για έναν πολιτισμό που τέλος πάντων δεν είχε καταφέρει να ανακαλύψει τον τροχό ή το σίδηρο, η ύπαρξη τεχνολογίας εμπλουτισμού τροφίμων ήταν μάλλον προχωρημένο επίτευγμα. Ο Μεξικάνος διευκρίνισε ότι προφανώς οι ιθαγενείς δεν είχαν ιδέα περί βιταμινών, αλλά ο τρόπος που παρασκεύαζαν την τροφή τους ήταν σαφώς αποτελεσματικότερος από τον αντίστοιχο των Ευρωπαίων, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το καλαμπόκι. Η διαδικασία μάλιστα διατηρείται μέσες-άκρες και σήμερα (ένα είδος κατεργασίας σε αλκαλικό διάλυμα), σε διάφορες εκδοχές ανά την ήπειρο, και φέρει το όνομα που της είχαν δώσει οι Αζτέκοι. Αν μπορούσε να εκφραστεί στα ελληνικά ο όρος θα ήταν «νιξταμαλισμός» ή ακόμα χειρότερα «νιξταμαλοποίηση».

Η κοπέλα δήλωσε εντυπωσιασμένη από το γεγονός ότι επιβιώνουν οι πρακτικές των ιθαγενών ενώ η ήπειρος έχει αλλάξει τόσο αποφασιστικά· ας πούμε η Βραζιλία είναι εντελώς χώρα μεταναστών, καθότι οι ιθαγενείς εξαφανίστηκαν τάχιστα από την παράκτια ζώνη και παρέμειναν ελάχιστες φυλές τροφοσυλλεκτών στην Αμαζονία. Ο Μεξικάνος διαβεβαίωσε ότι στη γειτονιά του πάμπολλες είναι οι πολιτιστικές επιδράσεις των αυτοχθόνων (χώρια οι γενετικές μια και η τεράστια πλειονότητα του πληθυσμού της Κεντρικής Αμερικής είναι μιγάδες) που είχαν άλλωστε αναπτύξει αρκετά πολύπλοκους πολιτισμούς την προκολομβιανή περίοδο. «Βέβαια», είπε κοιτάζοντάς με, «δεν έχουν το αποτύπωμα που άφησαν οι Έλληνες στον πολιτισμό» κι ενώ εγώ κοιτούσα τις σόλες των παπουτσιών μου για να βρω το ελληνικό αποτύπωμα στον πολιτισμό, συμπλήρωσε «αλλά έχουν μια ενδιαφέρουσα αντίστοιχη μυθολογία – ας πούμε ο αντίστοιχος Προμηθέας, που είναι το φτερωτό ερπετό».

Ο κεντροαμερικανός Προμηθέας λοιπόν ήταν ένας μικρός θεούλης που είχε διάφορες μορφές, με πιο γνωστή αυτή του φτερωτού φιδιού με το όνομα (περίπου) Κετζαλκοάτλ. Σε μια εκδοχή του μύθου, πήρε τη μορφή μυρμηγκιού και χώθηκε μέσα στο κρυφό δωμάτιο που οι θεοί έκρυβαν τα πολύτιμα πράγματά τους. Από εκεί έκλεψε (και έφερε στους ανθρώπους) το αντίστοιχο της προμηθεϊκής φλόγας: το σπόρο του καλαμποκιού και την τεχνική της καλλιέργειάς του.

- Και το κόλπο με το νιξταμαλ-πως-το-λένε;
- Κι αυτό.


Η εντυπωσιασμένη Γιαπωνέζα (ή καλύτερα Βραζιλιάνα) αναρωτήθηκε αν εκτός από το νιξταμαλ-κάτι έχουν επιβιώσει κι άλλες ιθαγενείς περίεργες λέξεις που να δηλώνουν το «αποτύπωμα» των Μάγια ή των Αζτέκων στον σύγχρονο πολιτισμό. Για τις ελληνικές λέξεις δεν αμφέβαλλε ότι ήταν κάμποσες (όπως όλοι γνωρίζουμε), αλλά οι Ινδιάνοι, είχαν αφήσει καμμία οι Ινδιάνοι;

- Πολλές, πάρα πολλές, διαβεβαίωσε ο Μεξικάνος.
- Για πες καμμία.

Κι εκείνος, καθώς έβαζε τους τελευταίους σπόρους στο γλαστράκι, χαμογέλασε πλατιά και είπε αργά, τελετουργικά σχεδόν:

- Σο-κο-λά-τα.