ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Μια ρεβυθιά στο Ηράκλειο - Λέιντεν - Λισσαβώνα - Αθήνα - πάλι Ηράκλειο - Γιάννενα


3/3/12

Το λι

Όποιος ξέρει πώς προφέρεται, να μας πει...

Εκείνη την εποχή είχα αρχίσει να προσθέτω μια καριώτικη πινελιά στον τρόπο που μιλούσα, με κάτι «πανάγκασμά το» και κάτι «κι απέκειο» (όχι πολύ πετυχημένα βέβαια, διότι εκ του φυσικού μιλάω τα ελληνικά του σχολείου και της τηλεόρασης με κάτι λόγιες παρεκτροπές), πράγμα που άλλους από τους φίλους μου τους διασκέδαζε και άλλους τους εκνεύριζε κάπως. Πάντως το ψιλομάζεψα όταν κάποιος μου έκανε το περίφημο «τεστ ικαριακότητας»:

- Και για πε, πεντακόσα και πεντακόσα πόσο κάνουνε;
- Χίλια
, είπα εγώ ανυποψίαστος.
- Μπα, 'εν είσαι καριώτης, συμπέρανε ο συνομιλητής μου.
- Χίγια ήθελα να πω, βρε.
- Τώρα είν' αργά, 'ε σου βγαίνει φυσικά.


Δε μου 'βγαινε. Ο ήγιος μου πάει πιο καλά αλλά το χίλια καθόλου, και τελικά μερικά πράγματα ή τα 'χεις ή δεν τα 'χεις, οπότε ξαναγύρισα στην ψευδο-λόγια γλώσσα και τα καριώτικα τα λέω πλέον «εντός εισαγωγικών». Με τις κατάλληλες παρέες βέβαια μου βγαίνει πιο φυσικός αυτός ο τραγουδιστός τόνος στην ομιλία, που διακρίνεται ακόμα κι αν λές «τι» και όχι «είντα», «ναι» και όχι «εε...», ακόμα κι αν «μυρίζεις» τις μυρωδιές αντί να τις «ακούς».

Τελευταία όμως που βρέθηκα στην Πορτογαλία, είδα ότι έχουν κάποιους περίεργους κανόνες στο πώς προφέρεται το R (αλλιώς στην αρχή της λέξης κι αλλιώς στη μέση, εκτός αν είναι διπλό), οπότε άξαφνα έφαγα ένα κόλλημα να βρω ποιος είναι ο αντίστοιχος «κανόνας» που στα καριώτικα μετατρέπει το λάμδα σε μισοπνιγμένο γάμμα. Άρχισα λοιπόν να μετράω λέξεις, και η πρώτη παρατήρηση είναι ότι μετατρέπονται μόνο τα λάμδα που ακολουθούνται από γιώτα. Οτιδήποτε άλλο δε μας κάνει (ως εκ τούτου, μετατρέπονται τα γιαλιά σε γιαγιά και οι ελιές σε εγιές, αλλά αρνούνται οποιαδήποτε μετατροπή το αλάτι, ο ελέφας, ο αλήτης, ο ξυπόλυτος, ο όλος και η αλουσά).

Χάρηκα λοιπόν που το βρήκα, αλλά μετά ημπέρδεψα (ικαριακώς: μπερδεύτηκα) λίγο, διότι έχω την εντύπωση ότι δεν πάνε όλα τα «λι» προς μετατροπή, καθώς δεν έχω ακούσει ακόμα ελικόπτερο να το στρίβει και να γίνεται εγικόπτερο (σαν συνομοταξία εντόμων ακούγεται αυτό). Χώρια εκείνη η μακρινή ξαδέλφη η Αλισάβα (Ελισάβετ) που χρόνια άκουγα (εννοείται χωρίς μετατροπή στο λάμδα) και ποτέ δεν είδα. Φυσικά κάθε κανόνας έχει τις εξαιρέσεις του, οπότε μπορεί να έχει ένα θέμα ο κανόνας μας με τις νεώτερες λέξεις (αν και η λέξη έλικας μάλλον παλιά είναι) ή με τα κύρια ονόματα.

Έψαξα να βρω κύρια ονόματα με «λι» και απογοητεύτηκα – εκτός από τη φίλη μου τη Βάλια που τη φωνάζουν Βάγια ακόμα και μη καριώτες, με μπέρδεψε η Αλίκη που δεν αλλάζει ποτέ (εκτός αν είναι κάνα μικρό που το φωνάζουν Αγικάκι, να μας το πει), κι έφαγα ένα ακόμα κόλλημα στο Καλίτσα (που επίσης δεν αλλάζει) αλλά σκέφτηκα ότι ίσως ο τόνος είναι αποτρεπτικός, δηλαδή αν η συλλαβή τονίζεται, το λάμδα ακούγεται κανονικά. Από την Καλίτσα βέβαια πήγα στην Καλλιόπη, όπου και πάλι τα ακούω τα λάμδα παχιά-παχιά (και τα δύο), αν και δε μου έχει διαφύγει ένα μικρό που το έψαχνε η μάνα του και φώναζε «Καγιοπάααααακι» σε όλη την πλαγιά.

Με τα πολλά όμως υπέθεσα ότι αν πρόκειται για κύριο όνομα με διπλό λάμδα, η προφορά διατηρείται, μέχρι που θυμήθηκα μια ιστορία με την κόρη ενός γνωστού, η οποία μεγάλωνε στην Αθήνα βέβαια, και με μαμά «ξένη».

- Πώς σε λένε, χρυσό μου; τη ρώτησε κάποιος.

Γυρίζει και κοιτάει με τις ματάρες του το μικρό (και τώρα που είναι ολόκληρη κοπέλα πάλι ματάρες έχει) και λέει με νάζι:

- Φιγιώ...

Με όσα λάμδα και να το γράψεις δεν αλλάζει. Έβαλα τα γέλια στο ξεκάρφωτο μέσα στην πορτογαλική νύχτα κι αποφάσισα να αφήσω τη γλωσσολογία στους πιο ειδικούς.


ΥΓ. Και όπως με διαφώτισε κάποια ψυχή καθ’ ύλην αρμοδιότερη επί των φιλολογικών ζητημάτων, ο «κανόνας» είναι πολύ απλός, δεν έχει σχέση με κύρια ονόματα, και προκύπτει αβίαστα από τα παραδείγματα που χρησιμοποίησα στο κείμενο παραπάνω: η εκφορά του λάμδα αλλάζει όταν το –ι ακολουθείται από φωνήεν (εγιές, ήγιος, Καγιοπάκι, χίγια, Φιγιώ) αλλά δεν αλλάζει όταν ακολουθεί σύμφωνο (Αλίκη, ηλικία, Καλίτσα, Αλισάβα, έλικας).

Ποτέ δεν είναι αργά να μάθει κάτι καινούργιο κανείς.


Σ.Σ. Δημοσιεύτηκε στις Ελεύθερες Πτήσεις του Ikariamag στις 29/2/2012.

Για τους μη εξοικιωμένους με την ικαριακή ντοπιολαλιά, να προσθέσω μερικές χαρακτηριστικές φράσεις που σημείωσαν με αφορμή το κέιμενο ορισμένοι αναγνώστες και εκφράζουν ακριβώς αυτό που ατέχνως επιχειρεί να σκιαγραφήσει η ανάρτηση, όπως «Παγιά η γιαγιά είχε πχιο πολλά μαγιά αλλά τώρα δεν έχει πολλά μαγιά πχια» (κλοπυράιτ από Α.Κ.), καθώς και «Βάνε τα γυαγιά ήγιου σου, να μη σου γκαψει ο ήγιος τα μάθια σου» (κλοπυράιτ από το χρήστη με το ψευδώνυμο «κεραμέ ικαρίας», αν και δεν διευκρινίζεται εάν πρόκειται για το Κεραμέ το σοφράνου ή το αποσταβέντου).

Τέλος να σημειωθεί η προφορά με τα τρία διαδοχικά λάμδα, όπως στην κλητική πτώση του ονόματος «Βασίλλλη» που απαντάται στα ραχιώτικα, όπως επισημαίνει ηλεκτρονικώς ο damalailama.

Και εις άλλα με υγεία.

6 σχόλια:

tanevramou είπε...

Δηλαδή το "Μαλλί, γυαλί και παντελόνι Lee" πως το λένε στην Ικαρία;

Β. είπε...

...και κρουασάν Follie, ξεχάσατε. Αν το λένε, το λένε όπως παντού (μην τα μπλέκετε με τα Πατρινά, ας πούμε, που το λ υπερτονίζεται).

Εμείς απλώς τα παγιά γυαγια ήγιου ψάχνουμε...

Idom είπε...

Γεια σου Ροβυθέ!

Το πιο εντυπωσιακό για μένα είναι ότι η μετατροπή γίνεται μόνο στα γιώτα (ι). Αυτό υποθέτω ότι δείχνει ότι η Καριακή ντοπιολαλιά έχει πολύ βαθύ υποσυνείδητο, από τότε που τα η, ι, ει, οι κλπ προυφέρουνταν διαφορετικά.
Είναι όμως όντως έτσι;
Για παράδειγμα πώς λέτε το λειοτριβείο, την λυοφιλίωση, το (απο)λύω, την λεία, τον ΛΟΙΑΘ (Λεσβιακός Όμιλος Ιστιοπλοΐας Ανοιχτής Θάλασσας), τα λυόμενα, το πλοίο, το λείο κλπ;

Επίσης: σίγουρα δεν έχει να κάνει με το αν τονίζεται το ι; Την Αιμιλία την λέτε Αιμιλία;

Idom

Β. είπε...

Να το δούμε αναλυτικά. Το ΕΛΑΙΟτριβείο το λέμε στην καθομιλουμένη "Λιοτρίβι" και όπως στην ελιά, το λ "πνίγεται" (γιοτρίβι). Η λειοτρίβηση (κοινώς τρόχισμα-λιμάρισμα-ακόνισμα ή κάτι τέτοιο) αν υπήρχε ως όρος θα λεγόταν λειοτρίβηση. Ως έχει.

Η λυοφιλίωση γιατί είναι πρόβλημα; Το πρώτο λυ- είναι με υ και παραμένει φυσικά, ενώ το δέυτερο (αν οι καριώτες ήξεραν τη λέξη) θα μετατρεπόταν φυσικά. "Άμα σε πετύχω πουθενά α σε λυοφυγιώσω", θα λέγανε στις διαφυγούσες πρωτεΐνες τους.

Κατά τα λοιπά, νυν (απο)λύεις τον δούλο σου δέσποτα, φυσικά - καμμία μετατροπή. Η λεία ομοίως. Το Λεσβιακό όμιλο, ρωτήστε στη Μυτιλήνη. Το λυόμενο, λυόμενο. Το πλοίο, βαπόρι (εκτός από το ιστιοφόρο, που λέγεται καΐκι). Το λείο το αναφέραμε στη λειοτρίβηση ανωτέρω.

Με τον τόνο ομολογώ ότι μπερδεύτηκα λίγο, λόγω άγνωστης σε εμένα Αιμιλίας. Αλλά μετά βρήκα μερικές γνωστές Αμαλίες, χώρια ο Ηλίας (στην καθομιλουμένη Λίας) και κόλλησα. Ίσως να μην ισχύει η μετατροπή πριν από όλα τα φωνήεντα, αλλά από μερικά (τα βραχέα ίσως;). Θα το θέσω σε πιο ειδήμονες περί τα γλωσσολογικά και θα σας ενημερώσω.

Idom είπε...

Είναι γεγονός ότι το λάμδα είναι πολύπαθο σύμφωνο. Έχει από σκληρές / τονισμένες προφορές μέχρι εξαέρωση μέσα στο γάμα. Και το αυτό συμβαίνει σε πολλές γλώσσες. Όπως και στα διπλά ll.

Σκεφτόμουν μάλιστα μήπως κάποιες λέξεις με γάμα ήταν παλιά λέξεις με λάμδα, που τελικά χάθηκε. Ας πούμε ο Άγιος ήταν Άλιος, ο γιατρός λιατρός, η ανεργία ανερλία κλπ.. Τώρα που ξεκινάς την μεγάλη σου έρευνα, δες το και αυτό.

Εμείς εδώ στην Ελλάδα, κάναμε τον Μπαμπινιώτη υπουργό, οπότε το επόμενο διάστημα θα γίνουν πολύ in η ερασιτεχνική, η ημιεπαγγελματική και η επαγγελματική γλωσσολολία. Θα στενάξουν τα blogs.
Και εσύ φυσικά θα θεωρείσαι πρωτοπόρος!

Idom

Contradictions είπε...

Τα υγρά σύμφωνα είναι και τα πιο πολύπαθα μου φαίνεται...

Μ'αρέσει πολύ πάντως η μεταλλαγή του -λ σε -γ,σαν ερωτικός αντικατοπτρισμός!

Εύγε!