ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Μια ρεβυθιά στο Ηράκλειο - Λέιντεν - Λισσαβώνα - Αθήνα - πάλι Ηράκλειο - Γιάννενα


25/3/13

Άμφω


Φωτό από εδώ.

Ξεκίνησα σχετικά απληροφόρητος για το τι με περίμενε και με ένα ορισμένο δέος, ομολογουμένως. Ο Μήτσος με είχε διαβεβαιώσει ότι τις πρώτες μέρες δε μπορείς να κοιμηθείς, κι ακούς όλη νύχτα το τρίξιμο των κρεβατιών των άλλων που επίσης δε μπορούν να κοιμηθούν. Τον διαβεβαίωσα ότι δε θα ακούω τίποτα, καθότι είμαι κουφός από το ένα, και το άλλο το βάζω στο μαξιλάρι. «Μια χαρά», είπε, «μπορεί να σου βγει σε καλό, πες το οπωσδήποτε όταν πας». Το σημείωσα.

Μάρτης ήτανε, καλή ώρα, αμέσως μετά του Ευαγγελισμού. Ο πατέρας μου με συνόδεψε μέχρι το σταθμό της Λιοσίων, εμφανώς συγκινημένος που ο γιος του πήγαινε φαντάρος, έστω και τόσων χρονών πια. Στο λεωφορείο σκεφτόμουν περισσότερο το άθλιο κούρεμα παρά οτιδήποτε άλλο. Όταν πέρασα την πύλη, αυτό που περισσότερο μου στοίχισε ήταν ότι μου πήραν τα φάρμακα για το άσθμα· με τα λουλούδια να ανθίζουν σιγά σιγά δεν ήταν ό,τι καλύτερο για ευαίσθητα αναπνευστικά επιθήλια σαν το δικό μου.

Τώρα βέβαια που έχουν περάσει τόσα χρόνια δεν έχει σημασία πια, έχω ξεχάσει και τους κοριούς και τη μπίχλα και – εν μέρει – τη γενικευμένη βλακεία. Ωστόσο μελαγχολώ αναδρομικά για το ότι στην ερώτηση «μήπως θέλεις να πας Κύπρο;» απάντησα απλώς «όχι». Στην πραγματικότητα η ερώτηση θα έπρεπε να είναι διατυπωμένη ως «Κύπρο, Έβρο ή νησιά;» οπότε θα έπρεπε να δηλώσω εντοπιότητα Ικαρίας (αν και δεν προέκυπτε από το Α-Σι-Μι). Δε με ρώτησε κανείς όμως (αν και προβλεπόταν) και η μοίρα μου σφραγίστηκε άνευ άλλων διατυπώσεων. Όχι ότι θα γλύτωνα αναγκαστικά τον Έβρο βέβαια σε άλλη περίπτωση, αλλά μου έκανε εντύπωση που μετά με ρώταγαν διάφοροι «καλά, όταν σε ρώτησαν πού θες να πας γιατί δεν είπες ότι είσαι από Ικαρία;». Διότι δεν με ρώτησαν, παιδιά μου, τέλος.

Δεν ήταν το μόνο πράγμα που δε με ρώτησαν, βέβαια. Χρειάστηκε να πω τετράκις στον τύπο που συμπλήρωνε τα ιατρικά στοιχεία ότι ακούω μόνο από το ένα αυτί· εκ των υστέρων έχω την εντύπωση ότι είχε εντολές να μην τείνει ευήκοα ώτα σε οποιοδήποτε παράπονο αφορούσε ώτα εν γένει. Διότι από τα ώτα πας στα γιώτα, και μετά τρέχα γύρευε, ωστόσο με βαριά καρδιά συμπλήρωσε το παραπεμπτικό για να με στείλει για εξέταση στο στρατιωτικό νοσοκομείο της Λάρισας. Όταν πήγα παρακάτω για να με ντύσουν, κοίταξαν τα χαρτιά με εμφανή απογοήτευση.

- Α, δε γίνεται να πάρεις στολή.
- Γιατί;
- Έχεις παραπεμπτικό, μπορεί να μη σε κρατήσουν.
- Με δεν είναι τίποτα, γιώτα τρία, το πολύ τέσσερα. Θα με κρατήσουν.
- Α, δεν ξέρω, έχεις παραπεμπτικό. Μετά την εξέταση ξαναέλα.


Κι έτσι κυκλοφορούσα με πολιτικά μέσα στους ένστολους δυο-τρεις μέρες, μέχρι που με φώναξαν. Μας πήγαν στη Λάρισα, ένα μπουλούκι ορθοπεδικά περιστατικά για ακτινογραφίες κι εμένα για ΩΡΛ. Δώσαμε τα παραπεμπτικά μας, το μπουλούκι ακτινογραφήθηκε και εξετάστηκε εξ’ ολοκλήρου (ορισμένοι είχαν κατενθουσιαστεί που λόγω βιδών, λαμών, και άλλων αντικειμένων που είχαν αποκομίσει από τροχαία με μηχανάκι θα έπαιρναν αναβολή για κάνα εξάμηνο τουλάχιστον), αλλά εγώ περίμενα ώρες κατηφής και μόνος έξω απ’ το ωριλάδικο περιμένοντας να με φωνάξουν, χωρίς να συμβαίνει τίποτα.

Κάποια στιγμή μια αδελφή νοσοκόμα βγήκε και μου έδωσε το παραπεμπτικό πίσω, και ξανάκλεισε την πόρτα. Του έριξα μια ματιά· προς μεγάλη μου απορία ο αρμόδιος ιατρός διαβεβαίωνε ότι ακούω εξαιρετικά κι από τα δύο αυτιά (πράγμα που ειρήσθω εν παρόδω δεν μου έχει συμβεί ποτέ από γεννησιμιού μου). Δεν έχασα την ψυχραιμία μου και χτύπησα (όχι πολύ διακριτικά) την πόρτα. Το κεφάλι της νοσοκόμας ξεπρόβαλλε.Με κοίταξε καχύποπτα.

- Τι θες;
- Έχει γίνει κάποιο λάθος.
- Τι λάθος;
- Εδώ λέει ότι ακούω άμφω.
- Αμ... τι;
- Άμφω. Κι από τα δύο αυτιά.
- Ε, και δεν ακούς;
- Όχι, μόνο από το ένα.
- Α, δεν ξέρω, αφού το λέει ο γιατρός που σε εξέτασε...
- Μα δε με εξέτασε κανείς.
- Ε, και τι θες τώρα;
- Να με εξετάσει.
- Να σε εξετάσει;


Με κοίταζε. Είχε κοκκινήσει. Την κοίταζα κι εγώ. Συνέχισε να με κοιτάζει και να ροδίζει ολοένα. Σκέφτηκα ότι πιθανώς ήταν μειωμένης αντίληψης. Θυμήθηκα τον καθηγητή μου στο πανεπιστήμιο που επέμενε ότι πρέπει να απευθύνεται κανείς στις Αρχές με Α κεφαλαίο, όχι στα αρχί-δια με α μικρό, οπότε αποφάσισα να την απαλλάξω από το βάσανο.

- Μπορώ να δω το γιατρό;
- Μισό λεπτό...
είπε ψιθυριστά και χώθηκε σε ένα δωματιάκι πιο μέσα.

Ατυχώς άφησε την πόρτα μισάνοιχτη οπότε χώθηκα κι εγώ πίσω της. Την άκουσα να λέει «Γιατρέ, έχουμε ένα πρόβλημα...» και με ένα αλματάκι βρέθηκα μέσα στο δωματιάκι. Ένας τύπος με άσπρη μπλούζα που κρατούσε μια Αθλητική Ηχώ με κοιτούσε απορημένος. Του χαμογέλασα.

- Με γνωρίζετε;
- Όχι.
- Δεν με έχετε ξαναδεί ποτέ;
- Όχι, και απορώ με ποιο...
- Εδώ λέει ότι όχι μόνο με έχετε ξαναδεί, αλλά με έχετε εξετάσει και με βγάλατε και υγιέστατο
, του είπα ανεμίζοντας το παραπεμπτικό.

Κοίταξε τη νοσοκόμα που είχε πάρει πλέον ένα χρωματάκι εκρού. Μετά εμένα. Μετά ξανά τη νοσοκόμα. Εκρού, το χρώμα του νεκρού. Μετά άφησε κάτω την εφημερίδα και είπε:

- Και δεν σε εξέτασα;
- Όχι.
- Ε, και τι θες τώρα;


Πήρα μια βαθιά ανάσα. Μάλλον όλοι μειωμένης αντιλήψεως ήταν εδώ μέσα.

- Να με εξετάσετε.
- Δε μπορώ να σε εξετάσω. Δεν έχω ακουoγράφο. Πρέπει να πας αλλού.
- Εδώ λέει ότι είμαι μια χαρά.
- Και δεν είσαι;
- Όχι.
- Και τι πρόβλημα έχεις;
- Μονόπλευρη κώφωση.
- Για φέρτο εδώ αυτό.


Του το έδωσα. Κούνησε το κεφάλι, έβγαλε ένα μπλάνκο από ένα συρτάρι, κι έσβησε τη διάγνωση (εκτός από την υπογραφή και το σφραγιδάκι). Ύστερα έγραψε από πάνω ότι δεν ακούω από το ένα αυτί και καλύτερα να με εξετάσουν στο 401. Ξανάπιασε την εφημερίδα. Ευχαρίστησα (γιατί άραγε;) κι έφυγα να ενωθώ με τους αδημονούντες με τις λάμες και τις βίδες που τους είχε πιάσει ντελίριο.

Στο Κέντρο έδωσα το χαρτί πίσω· το είδαν με εμφανή απογοήτευση, και κάποια καχυποψία λόγω μπλάνκο. Μου είπαν ότι όταν μαζευτούμε κάμποσοι προβληματικοί θα βγει ομαδικό φύλλο πορείας για Αθήνα. Συνέχισα να κυκλοφορώ με πολιτικά για μέρες (και μερικοί από τους εν λόγω «προβληματικούς» επίσης), πράγμα βέβαια που με απάλλασσε από ορισμένες παρενοχλήσεις, καθότι δεν ήταν εκ του μακρόθεν εμφανές αν είμαι παραπεμπόμενος για παθολογικούς λόγους ή αν τυχόν είμαι κάνας ψυχάκιας που μόλις πιάσω όπλο θα θερίσω τους πάντες που μου μπαίνουν στο ρουθούνι.

Από την άλλη, ήμουνα εκευριστικά ορατός, ωσάν τη μύγα μες στο γάλα, ειδικά στην πρωινή αναφορά. Δεν κάνει να δίνεις στόχο στο συγκεκριμένο περιβάλλον, όπως και να ‘ναι. Ήρθαν και οι δικοί μου επίσκεψη το Σαββατοκύριακο, που είχα και γενέθλια, για να με δουν με στολή, αλλά ατυχώς ήμουνα ακόμα με πουκαμισάκι και τζην. Μου άφησαν κάτι τυροπιτάκια που είχε μαγειρέψει η μάνα μου· θεώρησα καλό λόγω της γενικευμένης ορατότητας που λέγαμε, να τα μοιραστώ με το λοιπό θάλαμο. Κάποιος κάρφωσε ένα σπίρτο εν είδει κεριού σε ένα τυροπιτάκι, το άναψε, κι άρχισαν να τραγουδάνε:

- Να ζήσεις Β. και χρόνια πολλά, φαντάρος να γίνεις με άσπρα μαλλιά...

Κυριακή βράδι, μετά το γόπιγκ, μάρκαρα στην ατζέντα τις ημερομηνίες κατάταξης και (πιθανής) απόλυσης, μέτρησα το σύνολο των ενδιάμεσων ημερών, κι έσβησα όσες είχανε ήδη περάσει (ούτε δέκα). Οι εναπομείνασες φαινόντουσαν άπειρες, αλλά σκέφτηκα τα «Κεριά» του Καβάφη (μάλλον θλιβερή σκέψη κλείνοντας τα εικοσιεννιά, τώρα που το ξανασκέφτομαι) και πήρα κουράγιο.

- Πεντακόσιες σαράντα εφτά και σήμερα, είπα, και γύρισα να κοιμηθώ.

Είχα ψιλοσυνηθίσει τα τριξίματα, και όχι μόνο λόγω βαρηκοΐας.

(συνεχίζεται)


Σ.Σ. ΑΣΜ (προφέρεται α-σι-μι) είναι ο αριθμός στρατολογικού μητρώου. Τα πρώτα τρία ψηφία δηλώνουν το στρατολογικό γραφείο (δηλαδή χοντρικά την περιφέρεια) από την οποία προέρχεται ο στρατεύσιμος. Γιώτα είναι το υποκοριστικό της κατηγορίας ικανότητας, συνοδευόμενο από ένα δείκτη κλίμακας 1-5. Ι1 με Ι2 είσαι μάχιμος, Ι3 με Ι4 είσαι μάλλον άοπλος, Ι5 (ή γιώτα-ευτυχία, για μερικούς) απαλλάσσεσαι της στράτευσης. Ακουογράφος είναι ένα μάλλον απλό μηχάνημα που παράγει ήχους σε διάφορες συχνότητες και εντάσεις μέσα σε κάτι ακουστικά, ενίοτε παράγοντας παράλληλα ένα θόρυβο υποβάθρου στο απέναντι αυτί για να μη μπερδεύεται η αντίληψη ανάμεσα στα δύο αυτιά, και χρησιμεύει στην κατασκευή ακουογραμμάτων (διαγραμμάτων επί τοις εκατό οξύτητας ή εν προκειμένω απώλειας της ακοής). Η Αθλητική Ηχώ ήταν μια ιστορική - παναθηναϊκών φρονημάτων - αθλητική εφημερίδα που έχει κλείσει εδώ και κάποια χρόνια.

2 σχόλια:

Idom είπε...


Καλημέρα!

Το πιο συναρπαστικό σημείο των διηγήσεών σας είναι οι επεξηγήσεις (Σ.Σ.) στο τέλος!

:-))

Αν κατάλαβα, σε αντίθεση με τις υγειονομικές υπηρεσίες που παράγουν "ανάπηρους μαϊμούδες", ο στρατός παράγει μάχιμους μαϊμούδες...

Idom

Idom είπε...


Πω, πωωω...
Εκείνη η θαρραλέα αναμέτρηση με τον γαλονά γιατρό μού θυμίζει Αστερίξ (Το δώρο τού Καίσαρα;):
"και τότε γυρνάω στον εκατόνταρχο και τού λέω: 'Ο έχων ώτα ακούειν, ακουέτω'"!

Στο αναμεταξύ, είδες πόσο γρήγορα πέφτουν τελικά τα δόντια απ' την τσατσάρα;

Idom